κάπως στο θέμα του πόσο γρήγορα μπορούμε να πετύχουμε τους στόχους της πράσινης μετάβασης και γίνονται λιγό πιο ρεαλιστές, όμως εξέφρασε την ένστασή του για το γεγονός ότι η βιομηχανία παραμένει στο περιθώριο των μέτρων που λαμβάνονται.
Διαφώνησε ακόμη με την άποψη ότι η ανάπτυξη των ΑΠΕ εμποδίζεται από την έλλειψη δικτύων και τόνισε ότι δεν είναι το πρόβλημα στα δίκτυα, αλλά η αλόγιστη αύξηση της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας που δεν συνοδεύεται και από αύξηση της ζήτησης!
«Αν υποτεθεί ότι είχαμε σήμρα άπειρα δίκτυα και άπειρες ΑΠΕ, τί θα τα κάναμε; Αναρωτήθηκε για να προσθέσει: «Πού είναι η ζήτηση για να απορροφήσει τις ΑΠΕ;»
Ο επικεφαλής της ΕΒΙΚΕΝ έδωσε τη δική του εξήγηση πάνω σε αυτό, και υποστήριξε πως αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι να υπάρχει πρόβλημα χρηματοδότησης της ανάπτυξης των ΑΠΕ λόγω ακριβώς του ότι η ανάπτυξή τους αυξάνονται με μεγάλη ταχύτητα, σε αντίθεση με την καθίζηση του φορτίου!
Στην Ευρώπη το φορτίο μειώνεται, που σημαίνει μείωση της κατανάλωσης: «Η χώρα μας είναι μικρή αλλά στην Ευρώπη όπου η βιομηχανία συνέβαλε με σημαντικό ποσοστό στο ΑΕΠ, η πανδημία είχε ως αποτέλεσμα να διακοπεί η λειτουργία των ενεργοβόρων κλάδων σε ποσοστό 50% Αυτή η δυναμικότητα δεν έχει επανέλθει,» τόνισε και εξήγησε ότι αυτό συμβαίνει εν μέρει και εξαιτίας της αβεβαιότητας και των «σκληρών», όπως τους χαρακτήρισε, όρων που θέτει η Επιτροπή.
Όπως είπε ο κ Κοντολέων είναι αδιέξοδη την πολιτική της περαιτέρω ανάπτυξης των ΑΠΕ χωρίς αντίστοιχη αύξηση της ζήτησης, αφού με αυτό τον τρόπο δεν θα είναι βιώσιμη η χρηματοδότηση των έργων, καθώς θα συμπιεστεί σημαντικά η αμοιβή που θα ανακτούν από το Χρηματιστήριο Ενέργειας.
Για τον επικεφαλής της ΕΒΙΚΕΝ το πρόβλημα της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας θα λυθεί όταν σταματήσει η συρρίκνωση της εγχώριας βιομηχανίας. Όμως αυτό απαιτεί χρόνο και χρήμα και η μέχρι σήμερα πολιτική των Βρυξελλών είναι βέβαιο ότι θα επιφέρει μείωση της βιομηχανικής δραστηριότητας όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Πρόσθεσε, επίσης, ότι για να συμβεί αυτό, εκτός του ότι πρέπει να ανακοπεί η συρρίκνωση της εγχώριας βιομηχανίας, θα πρέπει να υπάρξει σοβαρή μόχλευση κεφαλαίων στον βιομηχανικό τομέα προς την κατεύθυνση της ριζικής αλλαγής των παραγωγικών διαδικασιών, προκειμένου να μειωθεί το αποτύπωμα άνθρακα αυτών των εγκαταστάσεων.
Όλα αυτά απαιτούν όμως χρόνο και χρήμα, καθώς ακόμη οι απαιτούμενες τεχνολογίες δεν είναι ώριμες και δεν είναι διασφαλισμένο ότι το κόστος λειτουργίας μετά την επένδυση θα είναι ανταγωνιστικό, τόνισε ο κ. Κοντολέων, ο οποίος διερωτήθηκε ποια κράτη, πέραν των αναπτυγμένων, μπορούν να προβούν σε αυτού του ύψους τις επενδύσεις.
Όπως υποστήριξε, ανάμεσα στα ρυθμιστικά μέτρα που εξαγγέλλονται υπάρχει ένας νέος μηχανισμός που θα αυξήσει τις τιμές σε μια σειρά βασικών προϊόντων, όπως χάλυβας, το αλουμίνιο και το τσιμέντο, χωρίς να έχει διασφαλιστεί ότι θα υπάρχουν τα έσοδα που αναμένονται από την επιβολή του φόρου στα αντίστοιχα εισαγόμενα προϊόντα και πρώτες ύλες.
Πρόκειται για τον μηχανισμό “Carbon Βorder Αdjustment Μechanism”, που προβλέπει ότι από το 2026 θα καταργηθούν σταδιακά τα δωρεάν δικαιώματα CO2, που παραχωρούνται σήμερα σε επιλεγμένους βιομηχανικούς κλάδους με στόχο να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους έναντι των χωρών όπου δεν επιβάωεται φόρος CO2.
Δυστυχώς, συνέχισε, ο νέος μηχανισμός δεν θα επιστρέφει το νέο φόρο άνθρακα που επιβάλλεται στις ελληνικές βιομηχανίες όταν εξάγουν σε τρίτες χώρες. «Ελπίζουμε να επικρατήσει σύνεση και να ακυρωθεί η εφαρμογή του εν λόγω μηχανισμού, ειδάλλως το πλήγμα στην ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών βιομηχανιών θα είναι καθοριστικό, χωρίς να αγνοούμε την επιβάρυνση λόγω της αύξησης που θα επέλθει στα εν λόγω προϊόντα λόγω της κατάργησης των δωρεάν δικαιωμάτων για τις εκπομπές των ευρωπαϊκών βιομηχανιών» είπε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Κοντολέων σημείωσε ακόμη ότι οι ΑΠΕ και κυρίως τα φωτοβολταϊκά έχουν φθάσει στο όριό τους όσον αφορά στο μερίδιό τους στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής.
«Οι ώρες κατά τις οποίες η παραγωγή θα υπερβαίνει τη ζήτηση όλο και θα αυξάνονται, όπως αποδεικνύεται σε χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία», πρόσθεσε.
Τέλος, σχολίασε ότι είναι καλύτερο από το γίνονται περικοπές να υπάρχουν εξαγωγές ενέργειας, για να προσθέσει ότι η πραγματικότητα δεν λύνουν το πρόβλημα, ενώ θεωρεί ότι με τα ΡΡΑs μετακυλίεται το ρίσκο των επενδυτών στην βιομηχανία. «Δεν είναι αυτή η δουλειά μας Τα ΡΡΑs τα κάνουμε αφενός για να αντισταθμίσουμε την αβεβαιότητα των τιμών αλλά ένας πιο ισχυρός λόγος είναι επειδή υποχρεωνόμαστε πλέον από την ευρωπαϊκή πολιτική να λαμβάνουμε ηλεκτρική ενέργεια από μονάδες ΑΠΕ», κατέληξε.