ενδέχεται να εντάσσεται και η “ορφανή” έκρηξη σε στρατιωτική βάση φιλοϊρανικής πολιτοφυλακής στο Ιράκ. Στόχους φιλοϊρανικών πολιτοφυλακών στο Ιράκ έχουν πλήξει και οι ΗΠΑ, αν και το σημαίνον πλήγμα τους στην χώρα ήταν η εκτέλεση, επί Τραμπ, του Ιρανού στρατηγού Σολεϊμανί. Ήταν μία προσπάθεια να ελεγχθεί η ιρανική παρουσία στο Ιράκ, την οποία όμως είχαν προκαλέσει οι ίδιες οι ΗΠΑ, με την εισβολή του 2003!
Ήδη από τότε, μια στοιχειωδώς λογική ανάλυση των δεδομένων, η οποία δεν απαιτούσε παρά βασικές γνώσεις ιστορίας και διεθνούς πολιτικής, κατέληγε στο αβίαστο συμπέρασμα ότι η καταστροφή του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν θα οδηγούσε στη δραστική ενίσχυση του Ιράν. Όχι μόνο γιατί το Ιράκ αποτελούσε φράγμα του Ιράν, αλλά και γιατί το καθεστώς του Σαντάμ στηριζόταν στους Σουνίτες και κρατούσε υπό έλεγχο τη σιιτική πλειοψηφία του ιρακινού πληθυσμού.
Η καταστροφή του καθεστώτος Σαντάμ απελευθέρωσε το Ιράν από τον πιο επίφοβο εχθρό του και του προσέφερε την ευκαιρία να αξιοποιήσει τους Σιίτες του Ιράκ και να το μετατρέψει, εν πολλοίς, σε προέκτασή του, όπως το είχε καταφέρει με την Χεζμπολάχ στον Λίβανο και με τους Χούτι στην Υεμένη, δημιουργώντας τον “Άξονα της Αντίστασης”, όπως τον αποκαλεί η Τεχεράνη. Σε ό,τι αφορά το Ιράκ, φιλοαμερικανοί δεν έγιναν ούτε οι Ιρακινοί Σουνίτες. Αντιθέτως οδηγήθηκαν προς το ISIS και διάφορες άλλες ένοπλες αντιαμερικανικές οργανώσεις.
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι Αμερικανοί, δαπανώντας τρισεκατομμύρια δολάρια και θυσιάζοντας τη ζωή και την αρτιμέλεια χιλιάδων στρατιωτών τους, εν τέλει αυτό που κατάφεραν ήταν να διαταράξουν τις σχέσεις τους με τους πάντες και να δημιουργήσουν ένα μεγάλο Ιράν! Και τίθεται ένα πολύ απλό ερώτημα: Πώς μπόρεσαν να τα κάνουν τόσο χάλια; Ένα μέρος της απάντησης είναι ότι, σε αντίθεση με την κυρίαρχη αντίληψη, οι ΗΠΑ ποτέ δεν είχαν ορθολογική και συγκροτημένη μακρόπνοη στρατηγική.
Ο ανορθολογισμός των ΗΠΑ
Ίσως ο πιο καθιερωμένος και επίμονος μύθος στον μηχανισμό της εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας, αλλά και στην συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινής γνώμης, είναι ότι οι ΗΠΑ έχουν έναν συγκροτημένο, ορθολογικό και μακρόπνοο στρατηγικό σχεδιασμό, τον οποίο ακολουθούν με συνέπεια. Αυτή η αντίληψη δεν σχετίζεται με το πόσο “φιλοαμερικανός” ή “αντιαμερικανός” είναι κανείς.
Ακόμη και οι πιο παθιασμένοι επικριτές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής πιστεύουν ακράδαντα ότι κάποια ιερατεία σοφών στην Ουάσιγκτον σχεδιάζουν με παγερό και κυνικό ρεαλισμό τις κινήσεις των ΗΠΑ στην παγκόσμια σκακιέρα με ορίζοντα δεκαετιών. Στην πραγματικότητα, όπως αναφέρουν και πλείστοι Αμερικανοί αναλυτές, η αμερικανική στρατηγική μαστίζεται από “προσήλωση σε ένα σημείο” (focalism) και από “μονοχρονική” (monochronic) ανάγνωση των τεκταινομένων.
Δηλαδή, οι Αμερικανοί δυσκολεύονται να δουν τη συνολικότερη συστημική δομή μέσα στην οποία λειτουργεί κάποιο σημείο στον πλανήτη και συνακόλουθα δεν μπορούν να αντιληφθούν τις ευρύτερες συνέπειες των ενεργειών τους στο σημείο αυτό, ιδιαίτερα σε βάθος χρόνου, πολλώ δε μάλλον να κάνουν μακροχρόνιους σχεδιασμούς. Επιπροσθέτως, οι ΗΠΑ είναι ένα νεαρό έθνος, η σχηματοποίηση του οποίου ολοκληρώθηκε πολύ πρόσφατα, μόλις στα τέλη του 19ου αιώνα. Αποτέλεσμα είναι να έχουν μια “νεανική ορμή” που δεν δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον μακρόπνοο στρατηγικό σχεδιασμό. Αντιθέτως, κυριαρχεί μια υπερβάλλουσα πίστη στις ικανότητες του έθνους να αντιμετωπίσει αυτοσχεδιάζοντας κάθε απρόβλεπτη πρόκληση.
Θεός, αλαζονεία και νεοσυντηρητικοί
Την κατάσταση επιδεινώνει με ακραίο τρόπο, το “θεολογικό” στοιχείο, το οποίο είναι κυρίαρχο στην αμερικανική εξωτερική πολιτική (ειδικά στην περίοδο του υιού Μπους). Συγκεκριμένα, οι ΗΠΑ, από τη γέννησή τους μέχρι και σήμερα, θεωρούν ότι είναι ένα έθνος με σαφώς ανώτερη ηθική ποιότητα από ότι τα υπόλοιπα, το οποίο έχει λάβει από τον Θεό την αποστολή να επιβάλει “πανανθρώπινες” αξίες στον υπόλοιπο κόσμο.
Η έτσι και αλλιώς τεράστια αλαζονεία που προκαλεί αυτή η θρησκευτικού τύπου ανάγνωση του ρόλου της χώρας στα διεθνή γεωπολιτικά δρώμενα, έφθασε σε δυσθεώρητα ύψη μετά τη “νίκη” της Δύσης στον Ψυχρό Πόλεμο. Το γεγονός αυτό όχι μόνο επιβεβαίωσε τη “θεϊκή αποστολή” των ΗΠΑ, αλλά δημιούργησε μια παρανοϊκή αίσθηση απόλυτης παντοδυναμίας.
Το κερασάκι στην τούρτα ήταν η κυριαρχία στο πολιτικό κατεστημένο των ΗΠΑ των λεγόμενων νεοσυντηρητικών (neocons). Οι άνθρωποι αυτοί προέρχονταν, εν πολλοίς, από την αμερικανική τροτσκιστική Αριστερά και για τον λόγο αυτό αντιμετωπίζονταν με μεγάλη καχυποψία, έως και απέχθεια, από τους “κανονικούς” συντηρητικούς.
Παραθέτοντας μια προσωπική εμπειρία, κατά τη διάρκεια ενός ακαδημαϊκού προγράμματος στην Ουάσινγκτον το 2006, ένα στέλεχος της συντηρητικής δεξαμενής σκέψης CATO είχε χαρακτηρίσει στον υπογράφοντα τους νεοσυντηρητικούς, που κυριαρχούσαν τότε στην κυβέρνηση του Τζωρτζ Μπους του νεότερου, ως “νεοριζοσπάστες” (neoradicals).
Αν θα θέλαμε να περιγράψουμε την επίδραση των ανθρώπων αυτών στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ με όσο το δυνατόν πιο απλά λόγια, θα λέγαμε ότι πήραν τις θεωρίες της “εξαγωγής της επανάστασης” του Τρότσκι και της δημιουργίας “επαναστατικών εστιών” (foco) του Τσε Γκεβάρα, αντικατέστησαν τη λέξη “επανάσταση” με τη λέξη “δημοκρατία” (όπως αυτοί την εννοούν φυσικά) και προσπάθησαν να την εφαρμόσουν στη Μέση Ανατολή αλλά και σε άλλα σημεία του κόσμου. Ξεκίνησαν με την αυτοκαταστροφική εισβολή στο Ιράκ και συνέχισαν με την υποδαύλιση της λεγόμενης “Αραβικής Άνοιξης”, με θλιβερά αποτελέσματα.
Ψευδαισθήσεις και παραλογισμός
Επίσης, εν μέρει αίτιο και εν μέρει αποτέλεσμα αυτού του κοκτέιλ παρανοϊκού ανορθολογισμού στην αμερικανική γεωστρατηγική, ήταν ο λεγόμενος “Πόλεμος ενάντια στην Τρομοκρατία” στον οποίο (αυτό)εγκλωβίστηκαν οι ΗΠΑ μετά την 11 Σεπτεμβρίου του 2001. Αυτός ήταν ένας απροσδιόριστος πόλεμος, με απροσδιόριστους στόχους, εναντίον απροσδιόριστων αντιπάλων, ο οποίος, για να δικαιολογήσει τον εαυτό του, θα έπρεπε να αναπαράγεται διαρκώς με “νίκες” εναντίον υπαρκτών και ανύπαρκτων εχθρών. Έτσι, η καταστροφή του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσείν “ορθολογικοποιήθηκε” μέσα σε αυτό το πλαίσιο.
Για να γίνουν ακόμη χειρότερα τα πράγματα, η γρήγορη επιτυχία που πέτυχε το μείγμα Ειδικών Δυνάμεων, αεροπορικών “έξυπνων” όπλων προσβολής ακριβείας και φίλιων ντόπιων δυνάμεων στο Αφγανιστάν (όπου τελικώς ούτε εκεί επικράτησαν οι ΗΠΑ) είχε ενισχύσει έτι περαιτέρω την αυτοπεποίθηση των ΗΠΑ. Έτσι, οι μικρόνοες νεοσυντηρητικοί θεώρησαν ότι η κατάληψη και καθυπόταξη του Ιράκ ήταν θέμα εβδομάδων και θα ακολουθούσε το Ιράν.
Το αποτέλεσμα ήταν οι ΗΠΑ να εγκλωβιστούν σε έναν παρατεταμένο και παράλογο πόλεμο χωρίς καθαρές στοχοθετήσεις, να διαταράξουν τις σχέσεις τους σχεδόν με τους πάντες στη Μέση Ανατολή, να δημιουργήσουν το ISIS και κυρίως να ενισχύσουν το Ιράν, καθιστώντας το κυρίαρχη δύναμη στην περιοχή, εξέλιξη που ισχύει μέχρι και τις ημέρες και δεν απέτρεψαν ούτε οι κυρώσεις, ούτε η δολοφονία Σουλεϊμανί και ούτε προφανώς θα αποτρέψουν τα “αντίποινα” που βλέπουμε έναντι της ιρανικής επίθεσης…
Εν κατακλείδι, δεδομένου ότι η καρικατούρα υψηλής στρατηγικής που υπάρχει στη χώρα μας κυριαρχείται από την αντίληψη ότι η Ελλάδα θα πρέπει να λειτουργεί ως εξάρτημα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής (σε σημείο που να σπεύδουμε να εντάξουμε το Κόσοβο στο Συμβούλιο της Ευρώπης!) θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι ο αφέντης μας ίσως να μην είναι και τόσο έξυπνος, όσο έχουμε την τάση να πιστεύουμε…
*Από slpress.gr