στις ακραίες συνθήκες που παρατηρήθηκαν το 2023, περιλαμβανομένου του καύσωνα που σημειώθηκε τον Ιούλιο και προκάλεσε στο 41% της νότιας Ευρώπης ισχυρή, πολύ ισχυρή ή ακραία θερμική επιβάρυνση. Πρόκειται για μεγαλύτερη έκταση της Ευρώπης που έχει αντιμετωπίσει τέτοιες συνθήκες από τότε που διατηρούνται αρχεία.
Η ακραία ζέστη είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για την υγεία όσων εργάζονται σε εξωτερικούς χώρους, για τους ηλικιωμένους και τα άτομα που πάσχουν από νοσήματα όπως καρδιαγγειακές παθήσεις ή διαβήτη.
Σε κάποιες περιοχές της Ιταλίας καταγράφηκε πέρυσι τον Ιούλιο αύξηση 7% στον αριθμό των θανάτων σε σχέση με το κανονικό.
Η θερμική επιβάρυνση μετρά τις επιπτώσεις του περιβάλλοντος στο ανθρώπινο σώμα, συνδυάζοντας παράγοντες όπως η θερμοκρασία, η υγρασία και η αντίδραση του σώματος για να ορίσει την «αισθητή» θερμοκρασία.
Το 2023 περιοχές της Ισπανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ελλάδας αντιμετώπισαν έως και δέκα ημέρες ακραίας θερμικής επιβάρυνσης, με την «αισθητή» θερμοκρασία να ξεπερνά τους 46 βαθμούς Κελσίου.
Οι θάνατοι που συνδέονται με τη ζέστη αυξήθηκαν κατά περίπου 30% στην Ευρώπη τα τελευταία 20 χρόνια, αναφέρει η έκθεση.
Η ευρωπαϊκή υπηρεσία κάλεσε τις κυβερνήσεις τον προηγούμενο μήνα να προετοιμάσουν τα συστήματα υγείας τους για την κλιματική αλλαγή και ζήτησε να υιοθετηθεί νομοθεσία για την προστασία από την ακραία ζέστη όσων εργάζονται σε εξωτερικούς χώρους.
Η περσινή χρονιά είναι η θερμότερη που έχει καταγραφεί από τότε που διατηρούνται αρχεία, ενώ η θερμοκρασία στην Ευρώπη αυξάνεται πιο γρήγορα σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη περιοχή της γης.
Σύμφωνα με την έκθεση, τα αέρια του θερμοκηπίου ευθύνονται κυρίως για την ακραία ζέστη που παρατηρήθηκε το 2023, όμως και άλλοι παράγοντες όπως το μετεωρολογικό φαινόμενο El Nino έπαιξαν επίσης ρόλο.
Η ζέστη προκάλεσε και άλλα ακραία φαινόμενα, όπως πλημμύρες, καθώς η πιο ζεστή ατμόσφαιρα διατηρεί περισσότερη υγρασία προκαλώντας σφοδρότερες βροχοπτώσεις.
«Κάποια από τα γεγονότα του 2023 εξέπληξαν την επιστημονική κοινότητα λόγω της έντασής τους, της ταχύτητας με την οποία ενέσκηψαν, το εύρος και τη διάρκειά τους», σχολίασε ο Κάρλο Μπουοντέμπο διευθυντής της υπηρεσίας Κλιματικής Αλλαγής του Κοπέρνικου.