Ένα σύνηθες φαινόμενο, που όμως γιγαντώθηκε κατά την περίοδο της Πασχαλινής εξόδου, οδήγησε σε παραλίγο υπερφόρτωση του δικτύου ηλεκτροδότησης. Η δραματική μείωση της ζήτησης— αναμενόμενη αν αναλογιστεί κανείς τον όγκο των Πασχαλινών εκδρομέων— σε συνδυασμό με την πλεονάζουσα προσφορά ηλεκτρικής ενέργειας που προέρχεται από ΑΠΕ, επιβάρυνε το ελληνικό δίκτυο. Ως εκ τούτου, τόσο ο ΑΔΜΗΕ, όσο και ο ΔΕΔΔΗΕ, αναγκάστηκαν να προχωρήσουν σε περικοπές. Οι περικοπές αφορούσαν και την ενέργεια που παράγεται από τις εγχώριες ΑΠΕ, αλλά και τις εισαγωγές από γειτονικά κράτη όπως η Βουλγαρία και η Ιταλία. Στο πλαίσιο αυτό είχε ήδη αποφασιστεί η διακοπή όλων των εισαγωγών από τις γειτονικές χώρες μεταξύ 3-7 Μαΐου.
Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό εδώ και χρόνια, με πολλούς αναλυτές και ανθρώπους της αγοράς να το έχουν επισημάνει επανειλημμένα. Η “πηγή του κακού” είναι η μειούμενη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας που καταγράφεται στην Ελλάδα, η οποία εντείνεται την άνοιξη και το φθινόπωρο καθώς εκλείπει η ανάγκη για θέρμανση ή κλιματισμό. Από την άλλη, οι ευνοϊκές καιρικές συνθήκες, δηλαδή η αυξημένη ηλιοφάνεια και οι άνεμοι, συνεπάγονται μία σταθερά υψηλή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, η οποία όμως δεν μπορεί να καταναλωθεί από την εσωτερική αγορά, να αποθηκευτεί αποτελεσματικά, ή ακόμα και να εξαχθεί σε ανταγωνιστικές τιμές. Όπως γίνεται αντιληπτό, η λύση σε αυτό το πρόβλημα θα ήταν είτε η αύξηση της ζήτησης— κάτι μάλλον δύσκολο— ή η ανάπτυξη κατάλληλων αποθηκευτικών μέσων. Η δεύτερη εναλλακτική αποτελεί και την προτεραιότητα της ΡΑΑΕΥ, η οποία έχει ανακοινώσει ότι οι επόμενοι διαγωνισμοί για έργα ΑΠΕ θα έχουν ως υποχρεωτικό κριτήριο και τις μεθόδους αποθήκευσης.
Ωστόσο, το ελληνικό δίκτυο παραμένει προς το παρόν ευάλωτο, κάτι που σημαίνει ότι οι έκτακτες περικοπές φορτίων και οι προληπτικές διακοπές ηλεκτροδότησης δεν θα σταματήσουν. Ο Μάϊος, ένας μήνας με αυξημένη ηλιοφάνεια αλλά χαμηλή κατανάλωση ρεύματος, προβλέπεται ιδιαίτερα δύσκολος.