Μεγαλύτερο Δεν Σημαίνει και Καλύτερο: Γιατί οι Ανεμογεννήτριες Χαλάνε Συχνότερα

Μεγαλύτερο Δεν Σημαίνει και Καλύτερο: Γιατί οι Ανεμογεννήτριες Χαλάνε Συχνότερα
της Αρχοντίας Γ. Καλλιτέρη
Πεμ, 16 Μαΐου 2024 - 08:11

«Ουκ εν τω πολλώ το ευ»: Η σοφία του ελληνικού ρητού αποδεικνύεται για ακόμη μία φορά στην περίπτωση των ανεμογεννητριών. Καθώς η βιομηχανία αιολικής ενέργειας αναπτύσσεται ταχύτατα, οι κατασκευαστές επιχειρούν να κυριαρχήσουν στην αγορά μέσω της ταχείας παραγωγής όλο και μεγαλύτερων μοντέλων. Ως αποτέλεσμα, οι βλάβες στις 

ανεμογεννήτριες αποτελούν ένα συχνότερο φαινόμενο, ενώ οι ασφαλιστικές εταιρείες επιχειρούν να προστατευθούν από τις αυξανόμενες ζημίες.

Τον προηγούμενο Ιανουάριο, ένα δικαστήριο της Ταϊλάνδης έκρινε ότι η κατασκευάστρια εταιρεία, και όχι η ασφαλιστική, όφειλε να καλύψει το κόστος από την πτώση μίας ανεμογεννήτριας το 2018. Η σχετική έρευνα είχε αποκαλύψει ότι ο υπεργολάβος δεν είχε συναρμολογήσει σωστά τον εξοπλισμό, ενώ ο διαχειριστής του αιολικού πάρκου είχε αγνοήσει τις προειδοποιητικές ενδείξεις πριν την κατάρρευση. Η υπόθεση θεωρήθηκε διεθνές προηγούμενο για τον τομέα των ΑΠΕ, με τις μεγάλες ασφαλιστικές εταιρείες να νιώθουν ανακούφιση. Ο λόγος; Τα συνεχώς αυξανόμενα περιστατικά βλαβών ή καταστροφών που σημειώνονται στα αιολικά πάρκα.

Μολονότι η βιομηχανία δεν ανακοινώνει ακριβείς αριθμούς, τα τελευταία χρόνια έχουν καταγραφεί αρκετά περιστατικά δυσλειτουργίας σε αιολικές εγκαταστάσεις σε όλο τον κόσμο. Ευτυχώς, πολλά από αυτά δεν προκάλεσαν ανθρώπινες απώλειες ή τραυματισμούς. Αυτό που σίγουρα προκάλεσαν ήταν απώλεια της εγκαταστημένης ισχύος και έντονους πονοκεφάλους για τους διαχειριστές ΑΠΕ. Το 2023, η εγκατεστημένη αιολική ενέργεια ξεπέρασε το 1 TW, ένα ορόσημο που ανέδειξε την ταχύτατη ανάπτυξη της βιομηχανίας.

Εντούτοις, οι βλάβες στις αιολικές μονάδες φαίνονται να αποτελούν ένα σύνηθες φαινόμενο, το οποίο εντείνεται πολύ γρηγορότερα από την εγκατάσταση των υποδομών. Ο βασικός «ύποπτος» αυτών των προβλημάτων φαίνεται να είναι το συνεχώς αυξανόμενο μέγεθος των ανεμογεννητριών. Οι κατασκευάστριες εταιρείες προσπαθούν να βγάλουν στην αγορά μοντέλα που είναι πολύ μεγαλύτερα— και επομένως ισχυρότερα— σε πολύ πιο σύντομο χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι τα μοντέλα αυτά δεν έχουν περάσει μακροχρόνιες δοκιμές ασφαλείας ή έλεγχο ποιότητας.

Με αρκετούς γνώστες της αγοράς να μιλούν για την ανάγκη ενός μορατόριουμ στο μέγεθος των ανεμογεννητριών, ο ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων, ειδικά με το βλέμμα στραμμένο στην Κίνα, δεν φαίνεται να κοπάζει. Ωστόσο, οι κατασκευαστές νιώθουν ήδη το κόστος αυτής της επιλογής: Σύμφωνα με τους αναλυτές της Wood Mackenzie, τέσσερις από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές διεθνώς— οι Goldwind and Mingyang από την Κίνα και οι Vestas και Nordex από την Ευρώπη— απέδωσαν το 5,4% των κερδών τους κατά μέσο όρο για αποπληρωμή εγγυήσεων το 2023. Αν και ο αριθμός αυτός μειώθηκε από το ρεκόρ 5,7% του 2022, είναι αισθητά υψηλότερο από το 2,8% του 2018.

 

Το κόστος της πληρωμής εγγυήσεων αυξάνεται παράλληλα με το μέγεθος των ανεμογεννητριών. Πηγή: The Financial Times.

 

Ένας άλλος λόγος για τις αυξανόμενες βλάβες, ενδεχομένως αναπόφευκτος, είναι οι ακραίες καιρικές συνθήκες. Οι ανεμογεννήτριες κατασκευάζονται ώστε να λειτουργούν υπό έντονη πίεση μεν, αλλά δεν μπορούν πάντα να ανταποκριθούν στα πρωτοφανή φαινόμενα που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή. Καύσωνες-ρεκόρ που προκαλούν διαστολή των υλικών, ακραίες πλημμύρες που πλήττουν τις επίγειες εγκαταστάσεις, πανίσχυροι τυφώνες που απειλούν τη δομική ασφάλεια των ανεμογεννητριών, είναι μερικοί μόνο από τους περιβαλλοντικούς κινδύνους οι οποίοι απειλούν τα αιολικά πάρκα. Όσο για τις υπεράκτιες εγκαταστάσεις, οι πιθανότητες βλάβης αυξάνονται εξαιτίας των υποθαλάσσιων καλωδίων.

Με την εύρεση ανταλλακτικών και τις επισκευές να διαρκούν μήνες, αν όχι χρόνια, η ευαλωτότητα των αιολικών εγκαταστάσεων υπονομεύει την επενδυτική βιωσιμότητα αυτής της μορφής ΑΠΕ. Ειδικά η Ελλάδα, η οποία έχει αρκετά γεωγραφικά πλεονεκτήματα για να καταστεί κυρίαρχος στην αιολική ενέργεια στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Ανατολικής Μεσογείου, οφείλει να επιδείξει ιδιαίτερη προσοχή σε αυτό το ζήτημα.