σταματήσει τις πράσινες επενδύσεις, αλλά ότι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις αντιλαμβάνονται πλέον πως οι ΑΠΕ είναι ένα μόνο κομμάτι του παζλ.
Οι λόγοι για αυτή την επιβράδυνση ποικίλουν: Αρχικά, το υψηλό κόστος δανεισμού σε Ευρώπη και Αμερική καθιστά πιο δύσκολη τη χρηματοδότηση των έργων ΑΠΕ, με ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη να υιοθετούν και μία πολιτική hands-off, μειώνοντας ή παύοντας εντελώς τις σχετικές επιδοτήσεις. Παράλληλα, η παρατεταμένη κρίση στην παγκόσμια εφοδιαστική κρίση σε συνδυασμό με τον διεθνή ανταγωνισμό για τις πρώτες ύλες, αυξάνουν το κόστος κατασκευής. Εξάλλου, οι πρώτες ύλες που σχετίζονται με την πράσινη μετάβαση βρίσκονται στο επίκεντρο του εμπορικού πολέμου μεταξύ Βρυξελλών, Ουάσιγκτον, και Πεκίνου.
Από την άλλη πλευρά, οι ασφαλιστικές εταιρείες αυξάνουν σημαντικά τα ασφάλιστρα των έργων ΑΠΕ, καθώς τον τελευταίο καιρό καταγράφονται πολλά περιστατικά βλαβών εξαιτίας κακής κατασκευής και συντήρησης των υποδομών. Τέλος, και μάλλον πιο κρίσιμα, οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας συνεχίζουν να βυθίζονται, με αρκετούς επενδυτές να νιώθουν ήδη τις επιπτώσεις. Οι ΑΠΕ είναι η πηγή αυτού του προβλήματος, καθώς η πλεονάζουσα προσφορά ενέργειας δεν αντιστοιχεί στη μειούμενη ζήτηση, γεγονός που οδηγεί στην ελεύθερη πτώση των τιμών, σε εθνικό και διακρατικό επίπεδο.
Αυτό το προβληματικό «κοκτέιλ» αναπόφευκτα δημιουργεί τάσης φυγής σε αρκετούς επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων και μεγάλων παικτών της αγοράς. Η Statkraft, ο μεγαλύτερος παραγωγός ΑΠΕ στην Ευρώπη, ανακοίνωσε ότι επανεξετάζει τους ετήσιους στόχους της για την εγκατάσταση επιπρόσθετης ισχύος. Η Ørsted, που κυριαρχεί στον τομέα των υπεράκτιων αιολικών παγκοσμίως, παραδέχτηκε ότι μειώνει τους στόχους της για το 2030 κατά 10GW, μετά την έξοδό της από δύο μεγάλα έργα στις ΗΠΑ.
Άλλες επιχειρήσεις προτιμούν να στρέψουν το ενδιαφέρον τους σε διαφορετικές προτεραιότητες. Η Iberdrola δήλωσε ότι δεν στοχεύει πλέον σε ισχύ 80GW μέχρι το 2030, αλλά θα επενδύσει το 60% των 41 δις ευρώ του επενδυτικού της πλάνου στο ηλεκτρικό δίκτυο. Παρόμοιο είναι το σκεπτικό και της Enel, η οποία μείωσε τις επενδύσεις της σε ΑΠΕ σχεδόν κατά 4 δις ευρώ. Υπάρχουν βέβαια και οι αισιόδοξοι: Η RWE αύξησε τους στόχους της σε ΑΠΕ για το 2030 από 50GW σε 65GW.
Παρά την εικόνα αβεβαιότητας, οι αναλυτές τονίζουν ότι αυτό το φαινόμενο είναι αναμενόμενο και παροδικό. Η πράσινη μετάβαση σε σταματά, αλλά μάλλον επιβραδύνεται προς το παρόν. Ωστόσο, υπάρχουν και απρόβλεπτοι παράγοντες: Για παράδειγμα, η προθυμία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να ενισχύσουν τις επενδύσεις σε ΑΠΕ συνδέεται με την αποδοχή τους για την ιδέα της κλιματικής αλλαγής. Μία πιθανή ενδυνάμωση των αρνητών της κλιματικής αλλαγής στις ερχόμενες Ευρωεκλογές, αλλά και στις εκλογές εντός των κρατών-μελών, πιθανότατα θα λειτουργούσε ως τροχοπέδη στις περαιτέρω πράσινες επενδύσεις.