που διοργανώνει το διήμερο 19-20 Ιουνίου στην Θεσσαλονίκη, το ΙΕΝΕ. Ο κ. Lorkowski αναφέρθηκε στην ανάγκη ενοποίησης των περιφερειακών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας, του εκσυγχρονισμού και της εναρμόνισης των κανόνων λειτουργίας τους με τις απαιτήσεις του Πακέτου της Ενεργειακής Κοινότητας.
Η μεταφορά και εφαρμογή του πακέτου για την ενοποίηση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας, η ενεργειακή μετάβαση και οι επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές αποτελούν κύριο μέλημα της Energy Community Secretariat. Σε αυτές τις απαιτήσεις περιλαμβάνεται η αναγκαιότητα για ρυθμιστικές μεταρρυθμίσεις, η εφαρμογή χρηματοοικονομικών μηχανισμών, όπως οι Συμφωνίες Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (PPA’s), οι Συμβάσεις Επί Διαφορών (CfD) και το διαζωνικού εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας.
Στις υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων μερών προστίθενται ορισμένες προϋποθέσεις για το coupling της αγοράς καθώς και δράσεις για τον εξορθολογισμό της ενσωμάτωσής τους στην ενιαία ημερήσια σύζευξη της ΕΕ (SDAC) και την ενδοημερήσια σύζευξη (SIDC).
Όπως τόνισε, το κανονιστικό πλαίσιο για την ενοποίηση όλων των αγορών ηλεκτρισμού είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία του όλου σχεδίου.
Σημείωσε ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο είναι δεσμευτικό για όλα τα συμβαλλόμενα μέρη και παρέχει για πρώτη φορά, την δυνατότητα σε αυτά, να ενσωματωθούν πλήρως στην ενιαία ενδοημερήσια αγορά της ΕΕ.
Αυτή τη δυνατότητα θα εκμεταλλευτεί, αναμφισβήτητα, όπως είπε, η Ελβετία σε αντίθεση με το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο αποκόπηκε από την ενιαία αγορά μετά το Brexit.
Αυτός ο μηχανισμός που έχει πλέον επικαιροποιηθεί, είναι βασικό εργαλείο για την ενσωμάτωση της αποδοτικότητας των ενεργειακών συστημάτων σε όλη την περιοχή, με το αντίστοιχο της ΕΕ και επιτρέπει ένα πιο αποτελεσματικό διασυνοριακό εμπόριο ενέργειας που αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό συστατικό της ενοποίησης των συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας καθώς την οικονομική αποδοτικότητα της πορείας προς την Ενεργειακή Μετάβαση, καθώς είναι σχεδιασμένος για να εξαλείφει όλες τις αδυναμίες των τοπικών αγορών ηλεκτρισμού, από τη στιγμή που ενσωματωθούν στην μεγάλη «οικογένεια», όπως τη χαρακτήρισε, της Ενεργειακής Κοινότητας.
Η μεταφορά και εφαρμογή του Πακέτου για την Ενοποίηση της Ηλεκτρικής Ενέργειας, η ενεργειακή μετάβαση και οι επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές. εξέτασαν την αναγκαιότητα για ρυθμιστικές μεταρρυθμίσεις, την εφαρμογή χρηματοοικονομικών μηχανισμών όπως οι Συμφωνίες Αγοράς Ενέργειας (PPA) και οι Συμβάσεις για Διαφορά (CfD) και τη σημασία του διαζωνικού εμπορίου ηλεκτρικής ενέργειας για την αποτελεσματικότητα της αγοράς. Επιπλέον, υπογραμμίστηκαν οι προϋποθέσεις για τη σύζευξη της αγοράς και τα απαραίτητα βήματα εφαρμογής ως μέσο για τον εξορθολογισμό της ενσωμάτωσης των Συμβαλλόμενων Μερών της Ενεργειακής Κοινότητας στην ενιαία ημερήσια σύζευξη της ΕΕ (SDAC) και την ενδοημερήσια σύζευξη (SIDC) και την ενίσχυση της περιφερειακής συνεργασίας. Οι συζητήσεις υπογράμμισαν επίσης την ανάγκη για ενσωμάτωση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και βελτίωση των διαδικασιών σύνδεσης στο δίκτυο για την υποστήριξη της ενεργειακής μετάβασης.
Ο κ. Lorkowski αφού εξήρε το ρόλο της Ελλάδας στις προσπάθειες ολοκλήρωσης του coupling με τις γειτονικές αγορές της Αλβανίας, του Κοσόβου και της Βόρειας Μακεδονίας, εστιάζοντας στο ρόλο που διαδραματίζει το SEleNe CC (Southeast Electricity Network Coordination Center) που ιδρύθηκε το 2020 και στο οποίο συμμετέχουν ο ΑΔΜΗΕ, η ESO-EAD της Βουλγαρίας, η TERNA SpA της Ιταλίας και η Transelectrica της Ρουμανίας, ενώ υπογράμμισε ότι το κλειδί για την επιτυχία αυτού του σχεδίου είναι το πόσο στιβαρή θα αποδειχτεί η περιφερειακή συνεργασία πέραν εκείνης μεταξύ των κυβερνήσεων των χωρών της περιοχής, προσδίδοντας έμφαση στη συνεργασία μεταξύ των Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς και των Διαχειριστών Δικτύων.
*Η Energy Community Secretariat είναι ο Οργανισμός της ΕΕ που δημιουργήθηκε με σκοπό την προσαρμογή των Δυτικών Βαλκανίων και της ευρύτερης ΝΑ Ευρώπης στο κοινοτικό κεκτημένο στον χώρο της ενέργειας, και εδρεύει στην Βιέννη. Ο οργανισμός ιδρύθηκε με τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ενεργειακής Κοινότητας, που υπογράφηκε στην Αθήνα, τον Οκτώβριο του 2005, και τέθηκε σε ισχύ τον Ιούλιο του 2006. Βασικός στόχος της Ενεργειακής Κοινότητας είναι να επεκτείνει τους κανόνες και τις αρχές της εσωτερικής αγοράς ενέργειας της ΕΕ στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης, της Μαύρης Θάλασσας και πέραν αυτής, βάσει ενός νομικά δεσμευτικού πλαισίου.
Η Ενεργειακή Κοινότητα αποτελείται από εννέα συμβαλλόμενα μέρη. Την Αλβανία, την Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Κόσοβο*, την Βόρεια Μακεδονία, την Γεωργία, την Μολδαβία, το Μαυροβούνιο, την Σερβία και την Ουκρανία.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης για την Ενεργειακή Κοινότητα που εκπροσωπείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και είναι μόνιμος αντιπρόεδρος του οργανισμού. Επίσης, η Αρμενία, η Νορβηγία και η Τουρκία συμμετέχουν στον Οργανισμό, ως παρατηρητές.