Νέα έρευνα του Ινστιτούτου Ενεργειακής Οικονομίας και Χρηματοοικονομικής Ανάλυσης (IEEFA) δείχνει ότι πάνω από 800 σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα θα μπορούσαν να αντικατασταθούν κερδοφόρα από ηλιακή ενέργεια στις αναδυόμενες οικονομίες, αρχής γενομένης από το τέλος αυτής της δεκαετίας. Πρόκειται για μια ιδέα που ανοίγει το δρόμο για τις χώρες με περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες να υλοποιήσουν πράσινα έργα και να εκπληρώσουν τους στόχους της πράσινης μετάβασης.

Η σταδιακή κατάργηση του άνθρακα είναι ένα από τα πιο κρίσιμα και επείγοντα βήματα για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Αλλά ενώ η μετάβαση από τον άνθρακα αναγνωρίζεται ευρέως ως διεθνής προτεραιότητα, μόλις το ένα δέκατο των σταθμών άνθρακα που λειτουργούν σήμερα προβλέπεται να παροπλιστούν έως το 2030. Αυτό οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στο γεγονός ότι οι αναπτυσσόμενες οικονομίες δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά μια τέτοια μετάβαση ενώ έχουν άλλες, πιο άμεσες και πιεστικές πολιτικές και οικονομικές προτεραιότητες.  

Επί του παρόντος, ο άνθρακας αντιπροσωπεύει το 35% της παγκόσμιας παροχής ηλεκτρικής ενέργειας. Και για πολλές χώρες, είναι μια ζωτικής σημασίας πηγή αξιόπιστης και οικονομικά προσιτής ενέργειας σε μια εποχή που πολλές αναδυόμενες οικονομίες προσπαθούν να επεκτείνουν τα δίκτυά τους. Παγκοσμίως, περίπου 774 εκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να ζουν χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, και ο άνθρακας θεωρείται από πολλές αναπτυσσόμενες χώρες ως βασική πηγή για την κάλυψη αυτού του κενού. «Στερούμενες τον άνθρακα ως κύρια πηγή ενέργειας, οι αναπτυσσόμενες χώρες θα μπορούσαν να βρουν πρακτικά αδύνατο να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους με σημαντικό τρόπο», ανέφερε πρόσφατα το Politico. 

Ωστόσο, ο αναπτυσσόμενος κόσμος είναι αυτός που θα υποφέρει περισσότερο από την κλιματική αλλαγή. Είναι τουλάχιστον ειρωνικό ο αναπτυσσόμενος κόσμος να «πνίγεται» από τις αναθυμιάσεις της εκβιομηχάνισης του πλούσιου Βορρά, αλλά να μην μπορεί να στηρίξει τη δική του οικονομική ανάπτυξη με τον ίδιο τρόπο! Αντ' αυτού, αυτά τα έθνη καλούνται να ξεπεράσουν με βίαιο τρόπο την ανάγκη τους να καταναλώνουν ορυκτά καύσιμα και να μεταβούν «εν μια  νυκτί» στην καινοτομία της καθαρής ενέργειας. Και αυτό δεν πρόκειται να είναι μια εύκολη εξίσωση.  

Ενώ η κερδοφόρα μετατροπή 800 μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με άνθρακα σε σταθμούς παραγωγής καθαρής ενέργειας είναι ένα εξαιρετικά ελπιδοφόρο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, είναι απλά μια σταγόνα στον ωκεανό, σε σύγκριση με το είδος της μετάβασης μεγάλης κλίμακας που χρειάζεται ο αναπτυσσόμενος κόσμος για να παραμείνει σε τροχιά εκπλήρωσης των στόχων για τον μετριασμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. 

Τα περισσότερα από αυτά τα 800 εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρισμού λειτουργούν για περισσότερα από 30 έτη και συνεπώς είναι σε μεγάλο βαθμό απαλλαγμένα από τις δανειακές υποχρεώσεις τους και από τις μακροχρόνιες και δεσμευτικές συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Σε συνδυασμό με τα αυξανόμενα περιθώρια κέρδους που συνοδεύουν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ιδίως την ηλιακή ενέργεια, αυτό σημαίνει ότι θα μπορούσαν να παροπλιστούν και να μετασχηματιστούν περιβαλλοντικά, και να αποφέρουν, παράλληλα, σημαντικά οικονομικά οφέλη για τις χώρες όπου εδρεύουν.  

Αυτές οι συνθήκες, ωστόσο, ισχύουν για πολύ λίγους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα σε όλο τον κόσμο. Η εξεύρεση εναλλακτικών τρόπων χρηματοδότησης του παροπλισμού και του οικολογικού μετασχηματισμού των νεότερων ανθρακικών σταθμών θα είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη των κλιματικών στόχων χωρίς να διακυβεύονται η ενεργειακή ασφάλεια, τα οικονομικά κέρδη και η ανθρώπινη ανάπτυξη. Οι πλουσιότερες χώρες έχουν από καιρό υποσχεθεί να βοηθήσουν τις φτωχότερες χώρες να χρηματοδοτήσουν τη μετάβασή τους στην καθαρή ενέργεια, στο πλαίσιο της πολιτικής γνωστής ως «χρηματοδότηση του κλίματος». Όμως, δεν τήρησαν ποτέ αυτές τις υποσχέσεις και οι αναδυόμενες οικονομίες έχουν απομείνει να αναζητούν εναλλακτικές επιλογές. 

Το γεγονός ότι η κερδοφορία της ηλιακής ενέργειας έχει σημειώσει τόσο σημαντικά κέρδη ώστε να αξίζει πλέον να παροπλιστούν ορισμένες μονάδες άνθρακα μόνο και μόνο για λόγους που αφορούν στο τελικό αποτέλεσμα, είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικό. Αλλά αυτό από μόνο του δεν είναι αρκετό για να οδηγήσει στον αφανισμό της χρήσης άνθρακα. Οι συντονισμένες πολιτικές προσπάθειες και η εκ νέου δέσμευση για τη χρηματοδότηση του κλίματος θα είναι το κλειδί για να διασφαλιστεί ότι ο παροπλισμός αυτών των πρώτων 800 σταθμών δεν θα είναι απλώς ένα τυχαίο γεγονός, αλλά η αρχή μιας δίκαιης μετάβασης από τον άνθρακα.