O κ. Μανουσάκης αναφέρει στη δήλωσή του:
«Η απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου που ανακοινώθηκε χθες στον ΑΔΜΗΕ καθιστά το έργο του Great Sea Interconnector, μη βιώσιμο. Η απόφαση αυτή ανατρέπει την προηγούμενη απόφαση μεθοδολογίας εσόδου (ΡΑΕΚ 022/2023, 25/1/2023, Παράρτημα 1), η οποία είχε ληφθεί όταν το έργο είχε ο προηγούμενος φορέας υλοποίησης και βάσει αυτής ο ΑΔΜΗΕ έλαβε την επενδυτική απόφαση να γίνει φορέας υλοποίησης του έργου, τον Οκτώβριο του 2023. Αυτή η ανατροπή δημιουργεί αρνητική παρούσα αξία άνω των 100 εκατ. ευρώ για το έργο. Δημιουργεί θέμα ασφάλειας δικαίου για την επένδυση και θέμα εμπιστοσύνης στις διοικητικές αποφάσεις και πρέπει να αναθεωρηθεί άμεσα προκειμένου να συνεχιστεί το έργο. Είμαστε σε συνεννόηση με τη ΡΑΕΚ για να κατατεθεί αίτηση αναθεώρησης τις αμέσως επόμενες ημέρες. Η Ελλάδα έχει ήδη δεσμευτεί μέσω της απόφασης της ΡΑΑΕΥ ώστε οι Έλληνες καταναλωτές να πληρώσουν το μερίδιο που τους αναλογεί στην ηλεκτρική διασύνδεση κατά τη διάρκεια της κατασκευής της ώστε να είναι το έργο βιώσιμο. Αναμένουμε μία αντίστοιχη απόφαση και από την κυπριακή πλευρά. Το ποσό που καλούνται να πληρώσουν οι Κύπριοι καταναλωτές κατά την κατασκευή της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης-Κύπρου είναι μόλις 0,6 λεπτά του ευρώ ανά KWh, κόστος το οποίο θα ανακτηθεί από τη μείωση που θα προκαλέσει στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, ήδη από τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της. Θέλω επίσης να ξεκαθαρίσω ότι ο ΑΔΜΗΕ έχει την οικονομική ευρωστία να κατασκευάσει το έργο, αλλά υπό τα δεδομένα που δημιουργεί αυτή η ρυθμιστική απόφαση κανένας επενδυτής δεν θα γινόταν μέτοχος. Συνεπώς αν η απόφαση δεν αλλάξει τις αμέσως επόμενες ημέρες, το έργο θα σταματήσει. Η εξέλιξη αυτή θα ήταν ιδιαίτερα αρνητική για τους καταναλωτές της Κύπρου, καθώς θα χαθεί η ευκαιρία να μειωθεί το πολύ υψηλό κόστος ενέργειας που πληρώνουν σήμερα.»
Η τοποθέτηση του επικεφαλής του Ανεξάρτητου Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας προσδίδει δραματικό τόνο στην υπόθεση και ξυπνά δυσάρεστες μνήμες από ανάλογες υποθέσεις που αφορούν στις σχέσεις με την Λευκωσία κατά το παρελθόν.
Τα ήξεις-αφίξεις της κυπριακής πλευράς με αφορμή τα επίμαχα ζητήματα της μεθοδολογίας εσόδου καθώς και της μελέτης κόστους -οφέλους του έργου που είχε ζητηθεί από τον ΑΔΜΗΕ κορυφώθηκαν όταν στις 20 Ιουνίου, με επιστολή του προς τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΑΔΜΗΕ, ο Κύπριος Υπουργός Ενέργειας, Γιώργος Παπαναστασίου εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι τα προβλήματα είχαν επιλυθεί και ότι ανοίγει, επιτέλους, ο δρόμος για τη συμμετοχή της Λευκωσίας στο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας - Κύπρου – Ισραήλ.
Στην επιστολή του ο κ. Παπαναστασίου δήλωνε ξεκάθαρα την πρόθεση της κυβέρνησής του να συμμετάσχει στο έργο, και μάλιστα προτού καν παραδώσει ο ΑΔΜΗΕ το πλήρες κείμενο της μελέτης κόστους -οφέλους του έργου, που είχε ζητήσει η κυπριακή κυβέρνηση προκειμένου να λάβει τις τελικές αποφάσεις της.
Το μόνο που απέμενε, μετά εκείνη την εξέλιξη ήταν ο τρόπος με τον οποίο θα επέλεγε να συμμετέχει η Λευκωσία στο project, ήτοι, στο εάν θα γίνει υπό τη μορφή επιδότησης του έργου με κονδύλια από το ταμείο ανάκαμψης, ή θα έχει τη μορφή μετοχικής συμμετοχής στον φορέα υλοποίησης του έργου με 100 εκατ. ευρώ, που σημαίνει και συμμετοχή στα έσοδα και τα κέρδη του.
Έξι ημέρες αργότερα, στις 26 Ιουνίου, ο κ. Παπαναστασίου με νέα δημόσια τοποθέτησή του επανήλθε στο θέμα καθώς είπε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα λάβει την όποια απόφασή της για τον αγωγό αφού παραλάβει και αξιολογήσει, πρώτα, τη μελέτη κόστους – οφέλους από τον φορέα υλοποίησης, δηλαδή τον ΑΔΜΗΕ. Μάλιστα, ο ίδιος πήγε ένα βήμα παραπέρα όταν εκτίμησε ότι «η χρέωση θα είναι πολύ μικρότερη από το όφελος που θα δει ο Κύπριος καταναλωτής».
Ο Κύπριος Υπουργός μιλώντας στη διάρκεια της συνεδρίασης της Επιτροπής Ενέργειας που συζητούσε την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Ελλάδας – Ισραήλ είπε ότι η Λευκωσία , αν αποφασίσει τελικά, να συμμετάσχει στο έργο, τα 100 εκ. ευρώ της συμμετοχής της θα χρησιμοποιηθούν ως μετοχικό κεφάλαιο.
Ο κ. Παπαναστασίου, σχολίασε μάλιστα και τις «ανησυχίες» που εξέφρασαν οι βουλευτές που συμμετέχουν στην Επιτροπή για τις χρεώσεις που θα επιβαρύνουν τον Κύπριο καταναλωτή κατά την φάση εκτέλεσης του έργου, λέγοντας ότι αυτό θα πρέπει να το απαντήσει η ΡΑΕΚ και ο αντίστοιχος ρυθμιστής της Ελλάδας.
«Εμείς ως πολιτεία πιστεύουμε πως αυτή η χρέωση θα πρέπει να είναι όσο το δυνατό πιο κοντά στη λειτουργία του έργου, οπότε και ο Κύπριος καταναλωτής θα δει και το όφελος», είχε αναφέρει.
Την Τρίτη 2 Ιουλίου, η ΡΑΑΕΥ εξέδωσε την απόφασή της για τη μεθοδολογία υπολογισμού του ρυθμιζόμενου εσόδου του Great Sea Interconnector, με την οποία αναγνωρίζει την ανάγκη καταβολής του εσόδου από την έναρξη της κατασκευαστικής περιόδου, σε εναρμόνιση με τη ρυθμιστική αρχή της Κύπρου (ΡΑΕΚ) και κυρίως, προσδιορίζει επιπλέον τον επιμερισμό των λειτουργικών δαπανών σε ποσοστό 50-50%, υιοθετώντας την πρόταση του ΑΔΜΗΕ να αναληφθεί μεγαλύτερο μερίδιο του λειτουργικού κόστους, από το 37% που προβλεπόταν αρχικά.
Σημειώνουμε ότι η πρώτη συμφωνία υπολογισμού του κόστους κατασκευής του έργου και κατανομής του κόστους στους καταναλωτές των δύο χωρών επιτεύχθηκε από την ΡΑΕΚ και την τότε, ΡΑΕ, τον Οκτώβριο του 2017. Το 2023 υπήρξε επικαιροποίηση της πρώτης απόφασης με το αναθεωρημένο κόστος να συμφωνείται σε 1,94 δισ. ευρώ, δίχως να υπάρξει τροποποίηση όσον αφορά στο ποσοστό κατανομής του.
Η απόφαση της ΡΑΕΚ και η αντίδραση του προέδρου και CEO του ΑΔΜΗΕ, επαναφέρει στο προσκήνιο της «ασυνεννοησία» μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου στα θέματα της ενέργειας που τείνει να προσλάβει θεσμικές διαστάσεις.
Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με ασφάλεια εάν οι παλινωδίες σε αυτά τα θέματα, από πλευράς Κυπρίων, έχουν οικονομικό ή περισσότερο πολιτικό πρόσημο.
Αυτό που γίνεται όμως σαφές για άλλη μια φορά, είναι ότι η Αθήνα κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να προωθήσει αυτά τα ζωτικής σημασίας έργα διασυνδέσεων, κάτι που δεν μπορεί να το ισχυριστεί κανείς ότι συμβαίνει και από πλευράς Λευκωσίας…
Ήδη ο κ. Παπαναστασίου δήλωσε ότι η απόφαση της ΡΑΕΚ αν και αποτελεί καλό νέο για τον Κύπριο καταναλωτή, «πιθανόν να μην είναι για το ίδιο το έργο». Όπως υποστήριξε ο ίδιος, η απόφαση ελήφθη με το σκεπτικό πως το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας είναι ήδη υψηλό στο νησί και πως μία πρόσθετη επιβάρυνση για τα επόμενα 4 με 5 χρόνια θα δημιουργούσε περαιτέρω δυσκολίες στα κυπριακά νοικοκυριά.
Το energia.gr με συνεχή αρθρογραφία καλύπτει όλες τις πτυχές των σχέσεων Ελλάδας-Κύπρου στα θέματα της ενέργειας, εδώ και εδώ