Παρά τις αμερικανικές απαγορεύσεις, συνεχίζει να έχει πρόσβαση στους ημιαγωγούς

Ενα υπόγειο αλλά πολυσχιδές δίκτυο, αποτελούμενο από πωλητές, αγοραστές, προμηθευτές και μεταφορείς, με μεθόδους που ενίοτε παραπέμπουν στον Ψυχρό Πόλεμο, προμηθεύει την Κίνα με τους πλέον προηγμένους ημιαγωγούς της Nvidia, παρακάμπτοντας τις απαγορεύσεις της Ουάσιγκτον. Εχοντας εντοπίσει τυφλά σημεία στην εφοδιαστική αλυσίδα και έχοντας βρει συνδέσμους σε διάφορες χώρες, το δίκτυο χρησιμοποιεί προμηθευτές που παραγγέλνουν τους μικροεπεξεργαστές και τους πουλούν σε νεοφυείς εταιρείες. Συχνά επιστρατεύει ακόμη και φοιτητές υπεράνω πάσης υποψίας, οι οποίοι μεταφέρουν στις αποσκευές τους τους ημιαγωγούς έναντι αμοιβής της τάξης των 100 δολ. για κάθε μικροτσίπ της Nvidia. Για την Κίνα κάθε ημιαγωγός είναι πολύτιμος, δεδομένου ότι είναι αδύνατη η απομίμηση των ημιαγωγών της Nvidia και τα τελευταία δύο χρόνια, περίπου, η Ουάσιγκτον έχει απαγορεύσει τις εξαγωγές μικροεπεξεργαστών και τεχνολογίας μικροεπεξεργαστών στην Κίνα.

Το σύνθετο δίκτυο εντόπισε η Wall Street Journal και ήρθε σε άμεση επαφή με 25 από τους περίπου 70 διανομείς του που διαφημίζουν online ότι εμπορεύονται μικροεπεξεργαστές της Nvidia. Χρησιμοποιούν, εν ολίγοις, το Ιντερνετ για να διοχετεύσουν τους μικροεπεξεργαστές σε κινεζικές εταιρείες και ερευνητικά κέντρα. Πολλοί εξ αυτών δήλωσαν πως διαθέτουν σημαντικό απόθεμα των πλέον προηγμένων μικροεπεξεργαστών. Στη σχετική έρευνά της, η αμερικανική εφημερίδα εντόπισε αγορές των μικροεπεξεργαστών από κινεζικές εταιρείες που έχουν χρησιμοποιήσει υπόγειους διαύλους. Οπως τονίζει η αμερικανική εφημερίδα, το κατά πόσον θα εφαρμοστεί η απαγόρευση στις εξαγωγές μικροεπεξεργαστών στην Κίνα εξαρτάται από το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου και τις αμέτρητες εταιρείες που εμπλέκονται στην εφοδιαστική αλυσίδα. Διεθνείς νομικοί σύμβουλοι εμπορίου διευκρίνισαν πως πολλές από αυτές τις εταιρείες ανήκουν σε χώρες που δεν δεσμεύονται νομικά να τηρήσουν την απαγόρευση και δεν αντιμετωπίζουν ως ποινικό αδίκημα την πώληση στην Κίνα.

Οι εταιρείες αυτές που πουλούν μέσω Ιντερνετ ανέφεραν επίσης ότι είναι τόσο σταθερή η ζήτηση για μικροεπεξεργαστές της Nvidia ώστε συχνά παραγγέλνουν προκαταβολικά και συνήθως περισσότερα μικροτσίπ από όσα χρειάζονται ώστε να μπορέσουν ανταποκριθούν στην περίπτωση μιας αιφνιδιαστικής ανόδου της ζήτησης ή οποιουδήποτε προβλήματος στην αγορά. Δεν πουλάνε ποτέ αρκετούς ημιαγωγούς για να καλύψουν τις ανάγκες ενός τεχνολογικού κολοσσού. Οι δυνατότητές τους επαρκούν, όμως, για τις κάπως πιο περιορισμένες ανάγκες των νεοφυών εταιρειών τεχνητής νοημοσύνης ή σχετικών ερευνητικών ινστιτούτων. Καλύπτουν, έτσι, ζωτικές ανάγκες της κινεζικής βιομηχανίας, που μετά την απόφαση της Ουάσιγκτον να απαγορεύσει τις εξαγωγές ημιαγωγών στην Κίνα αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες δεδομένης της μοναδικότητας των προϊόντων της Nvidia. Σε ό,τι αφορά το μέγεθος αυτής της άτυπης αγοράς προηγμένων τσιπ της Nvidia, προς το παρόν παραμένει άγνωστο, αλλά υπολογίζεται πως πρέπει να είναι σχετικά μικρό αν συγκριθεί με τη συνολική αγορά των μικροτσίπ. Σύμφωνα με σχετική ανάλυση του Κέντρου Νέας Αμερικανικής Ασφάλειας, δεξαμενής σκέψης στην Ουάσιγκτον, εκτιμάται πως κατά μέσον όρο το λαθρεμπόριο μικροτσίπ τεχνητής νοημοσύνης φτάνει ετησίως σε 12.500 κομμάτια.

Η Nvidia δεν πουλάει η ίδια τους μικροεπεξεργαστές της ούτε τους παρέχει απευθείας σε εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης. Προμηθεύει, αντιθέτως, τρίτες πλευρές, όπως είναι οι εταιρείες Dell Technologies και Super Micro Computer SMCI, που πουλούν στους πελάτες τους τα τελικά προϊόντα των συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης. Και όπως είπαν στους συντάκτες της WSJ, συχνά είναι δύσκολο να εντοπισθεί ο αρχικός προμηθευτής όταν ο τελικός αγοραστής επιλέγει να κατευθύνει αλλού το τελικό προϊόν στο οποίο είναι ενσωματωμένοι οι μικροεπεξεργαστές της Nvidia. Τόσο η Dell όσο και η Super Micro τόνισαν ότι συμμορφώνονται πλήρως με την απαγόρευση της Ουάσιγκτον κατά των εξαγωγών μικροεπεξεργαστών στην Κίνα και σπεύδουν μάλιστα να κινηθούν δεόντως όταν διαπιστώσουν παραβιάσεις των κανόνων. Η ίδια η Nvidia, άλλωστε, επισημαίνει πως δεν πουλάει ποτέ στην Κίνα τους προηγμένους μικροεπεξεργαστές της για τους οποίους ισχύει η απαγόρευση και ότι συνεργάζεται κατά κύριο λόγο με γνωστούς και αναγνωρίσιμους εταίρους, προκειμένου να διασφαλιστεί η τήρηση των κανόνων.

(από την εφημερίδα “ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ”)