Πόντιση Καλωδίων Από Ιταλικό Πλοίο στο Αιγαίο

Πόντιση Καλωδίων Από Ιταλικό Πλοίο στο Αιγαίο
του δρος Γιώργου Ανθρακέως*
Σαβ, 6 Ιουλίου 2024 - 13:34

Η μη εφαρμογή από την Ελλάδα της ευρωπαϊκής οδηγίας 2014/89/EΕ της 23ης Ιουλίου 2014 για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό σε σχέση με την πόντιση καλωδίου υποθαλάσσιων οπτικών ινών από ιταλικό πλοίο στο Αιγαίο και οι νομικές προεκτάσεις

Σχετικά με το παραπάνω ζήτημα θα πρέπει να αναφερθούν τα ακόλουθα:

H Ελλάδα ως χώρα μέλος της ΕΕ εκτός από σημαντικά δικαιώματα έχει ταυτοχρόνως και σημαντικές νομικές υποχρεώσεις έναντι του άμεσα εφαρμοστέου και υπερισχύοντος ενωσιακού δικαίου. Η Ελλάδα δυστυχώς από την 21η Δεκεμβρίου 2023 έχει επισήμως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή παραπεμφθεί στο δικαστήριο της ΕΕ στο Λουξεμβούργο βάσει του άρθρου 258 της Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ περί παραβιάσεως του ενωσιακού δικαίου λόγω της μη έγκαιρης ενσωμάτωσης της ευρωπαϊκής οδηγίας 2014/89/EΕ της 23ης Ιουλίου 2014 στην εσωτερική έννομή της τάξη και αυτή η υποχρέωση ενσωμάτωσης της εν λόγω οδηγίας υφίσταται χρονικά από την 1η/1/2017.

Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι ενώ αυτή η ευρωπαϊκή οδηγία ουσιαστικά υποχρεώνει επιτακτικά την Ελλάδα να «ορίσει» την ιδιοκτησία της στη θάλασσα με τον ισχυρό νομικό μανδύα του ενωσιακού δικαίου και κατ’ επέκταση της νομικής υποστήριξης της ΕΕ αλλά και χωρών μελών της ΕΕ, εντούτοις η Ελλάδα κατά τρόπο αδικαιολόγητο κωλυσιεργεί ακόμη και σήμερα στη νομική διαδικασία αυτή, με αποτέλεσμα να επιτρέπει νομικά στην Τουρκία να έχει νομικές διεκδικήσεις στη θαλάσσια επικράτεια της Ελλάδας, που βάσει του διεθνούς αλλά και του ενωσιακού δικαίου θα ανήκει στην Ελλάδα. Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 που εμπεριέχει τη νομική έννοια της ΑΟΖ και συμπεριλαμβάνει και την υφαλοκρηπίδα έχει καταστεί ενωσιακό δίκαιο από τον Ιούνιο του 1998.

Το κυρίαρχο ερώτημα που τίθεται είναι μήπως η μη ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής αυτής οδηγίας, η οποία είναι άκρως ευνοϊκή για την Ελλάδα για τον καθορισμό της θαλάσσιας επικράτειάς της, έχει να κάνει με τη μη αποδοχή κοινής ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, διότι ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός σε αυτό το νομικό αποτέλεσμα θα κατέληγε; Επίσης μήπως η Ελλάδα επιθυμεί μέσω τέτοιων τεχνητών εντάσεων αλλά και κρίσεων με την Τουρκία (βλέπε επίσης γεγονότα του Αυγούστου 2020 στη θαλάσσια επικράτειά της) να «νομιμοποιήσει» διεκδικήσεις της Τουρκίας μέσω υποχρεωτικού πολιτικού διαλόγου ή ακόμη και με προσφυγή βάσει συνυποσχετικού οριοθέτησης ΑΟΖ στο μη αρμόδιο διεθνές δικαστήριο της Χάγης.

Το άρθρο 282 της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας αλλά και τα άρθρα 213 και 344 της Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ δεν αναγνωρίζουν την αρμοδιότητα του δικαστηρίου αυτού ενώ αναφέρουν ξεκάθαρα την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο, διότι χώρα μέλος της ΕΕ οφείλει να επιλύει διαφορές της εντός της ΕΕ.

Ωστόσο, ένα ζήτημα φαίνεται πλέον να είναι ξεκάθαρο από την ελληνική πλευρά, δηλαδή, η πλήρης προσκόλλησή της στη Συμφωνία των Αθηνών στις 7 Δεκεμβρίου 2023 μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, όπου επισήμως η Ελλάδα δέχθηκε γραπτώς να μην εφαρμόζει το άμεσα εφαρμοστέο και υπερισχύον ενωσιακό δίκαιο έναντι της Τουρκίας. Η δήλωση του υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας κυρίου Γεραπετρίτη, στις 3 Ιουλίου 2024 στην Αθήνα, στην εκδήλωση του περιοδικού «Economist», αναφορικά με την πόντιση υποθαλάσσιων οπτικών ινών στο Αιγαίο αυτό επιβεβαίωσε, δηλαδή, σύμφωνα με τον κύριο Γεραπετρίτη «…πρέπει να έχουμε και είναι αν θέλετε και ένα χρέος που έχουμε απέναντι στις επόμενες γενιές, να δημιουργήσουμε τις συνθήκες εκείνες έτσι ώστε να μπορούμε να συζητούμε, να αποσυμπιέζουμε τις εντάσεις, να δημιουργούμε έναν δρόμο διαλόγου, διπλωματίας, δημοκρατίας. Και αυτό πράττουμε, βήμα βήμα, χωρίς να έχουμε κάποιες υπερβολικές αξιώσεις». 

Με τη δήλωση αυτή του κυρίου Γεραπετρίτη συνάγεται ότι θεωρεί υπερβολική αξίωση ακόμη και την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό με σκοπό να «δημιουργούμε έναν δρόμο διαλόγου, διπλωματίας και δημοκρατίας». Είναι βέβαιο ότι η ενσωμάτωση της οδηγίας θα απέτρεπε τέτοιες διακρατικές εντάσεις με την Τουρκία και θα αποτελούσε ταύτιση της Ελλάδας με το άμεσα εφαρμοστέο και υπερισχύον ενωσιακό δίκαιο σε σχέση με τον υποτιθέμενο «δρόμο του διαλόγου, της διπλωματίας και της δημοκρατίας»! 

Είναι επίσης λανθασμένο η ελληνική κυβέρνηση να θεωρήσει ως υποχρέωση του ελληνικού λαού να πληρώσει το χρηματικό πρόστιμο που σίγουρα θα επιβληθεί από το δικαστήριο της ΕΕ στο Λουξεμβούργο κατά της Ελλάδας για τη μη ενσωμάτωση της άνω αναφερθείσας οδηγίας με σκοπό να τηρεί η Ελλάδα μονομερώς έναντι της Τουρκίας τα παραπάνω.

 

*Λίγα λόγια για τον δρ. Γέωργιο Ανθρακέα:

Ο Γιώργος Ανθρακεύς είναι Δρ. Νομικής, Δικηγόρος Αθηνών και Μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών.

(από την εφημερίδα "Rolitical", 05.07.2024)