Πώς προκλήθηκε η κρίσις στις ΗΠΑ

Οι έκτακτες ανάγκες προσκαλούν σε έκτακτες λύσεις. Όταν, όμως, πρόκειται για χρηματοπιστωτικά θέματα, οι όποιες έκτακτες αποφάσεις μπορεί να διαμορφώσουν το χρηματοοικονομικό σύστημα για μία γενεά. Αν, λοιπόν, σε κάποιες περιπτώσεις απαιτείται ταχύτητα λήψεως αποφάσεων, είναι εξίσου σημαντικό και ζωτικό οι αποφάσεις αυτές –οι οποίες οδηγούν και σε νέα καθεστώτα– να είναι ορθές.
του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Τετ, 8 Οκτωβρίου 2008 - 12:35

Οι έκτακτες ανάγκες προσκαλούν σε έκτακτες λύσεις. Όταν, όμως, πρόκειται για χρηματοπιστωτικά θέματα, οι όποιες έκτακτες αποφάσεις μπορεί να διαμορφώσουν το χρηματοοικονομικό σύστημα για μία γενεά. Αν, λοιπόν, σε κάποιες περιπτώσεις απαιτείται ταχύτητα λήψεως αποφάσεων, είναι εξίσου σημαντικό και ζωτικό οι αποφάσεις αυτές –οι οποίες οδηγούν και σε νέα καθεστώτα– να είναι ορθές. Στην περίπτωση της αμερικανικής οικονομίας, αλλά και της φιλοσοφίας που διέπει την λειτουργία της, εγείρονται πολλά ερωτηματικά, διόλου ασήμαντα.

Κατ’ αρχήν, οι ζητωκραυγάζοντες για την επιστροφή του σοσιαλισμού στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σκηνικό θα πρέπει να γνωρίσουν ορισμένες αλήθειες. Πρέπει ευθύς εξ αρχής να πούμε ότι η σημερινή κρίση στις Ηνωμένες Πολιτείες κάθε άλλο παρά καπιταλιστική είναι. Όπως πολύ σωστά επισημαίνει και ο Καναδός οικονομολόγος Πιερ Λεμιέ, οι ρίζες της πρέπει να αναζητηθούν στο …new deal του προέδρου Φραγκλίνου Ρούζβελτ, το 1932.

Για όσους το αγνοούν, τους πληροφορούμε ότι η τράπεζα στεγαστικών δανείων Fannie Mae ιδρύθηκε εκείνη την εποχή από τον Αμερικανό πρόεδρο με τίτλο «κρατικά προστατευόμενη επιχείρηση» (GSE – Government Sponsored Entreprise) και με αποστολή να χορηγεί φθηνά στεγαστικά δάνεια. Όσο για την Freddie Mae, ιδρύθηκε από το αμερικανικό Κογκρέσσο το 1970 και είχε την ίδια αποστολή, δηλαδή την χορήγηση φθηνών στεγαστικών δανείων σε όποιους ήθελαν να αποκτήσουν κατοικία.

Όταν, λοιπόν, το κεφάλαιο των δύο αυτών τραπεζών ανοίχθηκε στην ιδιωτική πρωτοβουλία, οι μετοχές τους έγιναν ανάρπαστες, διότι όλοι γνώριζαν ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν θα άφηνε ποτέ αυτές τις δύο τράπεζες να πτωχεύσουν, κάτι το οποίο απεδείχθη προσφάτως. Όταν οι δύο τράπεζες –οι οποίες στην αμερικανική αγορά αντιπροσωπεύουν το 55% περίπου της στεγαστικής πίστεως– βρέθηκαν μπροστά στην πτώχευση, εξαγοράστηκαν από το κράτος έναντι 200 δισεκατομμυρίων δολλαρίων. Στο μεταξύ, όμως, είχαν γίνει το απόλυτο εργαλείο της πολιτικής Γκρήνσπαν, η οποία ενίσχυε την αμερικανική οικονομική ανάπτυξη με χαμηλά επιτόκια και υπέρμετρο καταναλωτικό και στεγαστικό δανεισμό.

Με άλλα λόγια, η αμερικανική Κεντρική Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed) εφάρμοζε μία γνήσια κεϋνσιανή πολιτική, προωθώντας την κατανάλωση και πλήττοντας την αποταμίευση, η οποία, θεωρητικά τουλάχιστον, είναι η πληγή των επενδύσεων. Η πολιτική αυτή –την οποίαν φιλελεύθεροι οικονομολόγοι όπως οι νομπελίστες Τζαίημς Μπιουκάναν και Γκάρυ Μπαίηκερ είχαν καταδικάσει– προκάλεσε σοβαρές διαρθρωτικές ανισορροπίες στην πραγματική οικονομία και δημιούργησε κυριολεκτικά μιαν εικονική νομισματική και οικονομική πραγματικότητα.

Έτσι, στην Αμερική των 220 εκατομμυρίων κατοίκων, η κατανάλωση έφθασε να αντιπροσωπεύει περίπου 9 τρισεκατομμύρια δολλάρια ετησίως –ποσό ασύλληπτο, αν αναλογιστούμε ότι 1,3 δισεκατομμύρια Κινέζοι καταναλώνουν οκτώ φορές λιγότερο. Η ετήσια κατά κεφαλήν καταναλωτική δαπάνη είχε φθάσει στις ΗΠΑ τα 40.000 δολλάρια και πλέον, ποσό μεγαλύτερο από το ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα. Ακόμα χειρότερα, το χρέος των νοικοκυριών, από 50% του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) το 1980, έφθασε το 71% το 2000 και το 100% το 2007. Το δε χρέος του χρηματοπιστωτικού τομέα, από 21% του ΑΕΠ το 1980, έφθασε να ξεπερνά το 116% το 2007.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η έκρηξη ήταν αναπόφευκτη. Και, πιθανότατα, το αποτέλεσμά της θα είναι αυτό το φαινόμενο που ο Αμερικανός οικονομολόγος Ίρβινγκ Φίσερ αποκαλεί «αντιπληθωρισμό χρέους» (debt deflation). Κατά τον Φίσερ, όταν το συνολικό απόθεμα χρέους είναι υψηλό και οι οικονομικές συνθήκες δύσκολες, οι πιθανότητες για πολλές πτωχεύσεις είναι υψηλές. Όταν ο κόσμος φοβάται μία μαζική αφερεγγυότητα, ενώ οι δανειστές παύουν να δανείζουν και οι χρεωμένοι σταματούν να δαπανούν, το αποτέλεσμα είναι ο αντιπληθωρισμός χρέους –φαινόμενο που παρατηρήθηκε στην Ιαπωνία την δεκαετία του ’90, όταν η φούσκα των ακινήτων έσκαγε και στην χώρα του ανατέλλοντος ηλίου.

Στην βάση αυτής της συλλογιστικής, η τρέχουσα χρηματοπιστωτική κρίση μάς δείχνει ότι πολλοί χρεώστες προσέγγισαν τα όριά τους σε χρέος, όρια τα οποία οι πιστωτές προσπαθούν να κατεβάσουν. Συνεπώς, θα πρέπει από τώρα, επιχειρήσεις και καταναλωτές, κυβερνήσεις και επενδυτές, να εργάζονται υπό καθεστώς πιστωτικής συρρικνώσεως. Στις δε ΗΠΑ, το περίφημο πλάνο Πώλσον θα είναι μάλλον αποτυχημένο, στο μέτρο που η αμερικανική οικονομία δεν θα μειώνει την κατανάλωση, αυξάνοντας την αποταμίευση.

Έτσι, η πρόσφατη απόφαση του αμερικανικού Κογκρέσσου να επιτρέψει, υπό αυστηρούς όρους, την έναντι 700 δισεκατομμυρίων δολλαρίων αγορά επισφαλών απαιτήσεων από τις τράπεζες, έχει ορισμένες θετικές πλευρές, αλλά στην ουσία αποτελεί κοινωνικοποίηση ζημιών. Ζημίες οι οποίες προκλήθηκαν από άπληστους τραπεζίτες, ανήθικους σε μεγάλο βαθμό, οι οποίοι θα έπρεπε να αφεθούν στην τιμωρία της αγοράς.

(Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ - 07/10/2008)