Στα Ύψη η Χονδρική Ηλεκτρισμού Παρά την Ευεργετική " Ένεση" των ΑΠΕ

Στα Ύψη η Χονδρική Ηλεκτρισμού Παρά την Ευεργετική  Ένεση των ΑΠΕ
Του Αδάμ Αδαμόπουλου
Δευ, 12 Αυγούστου 2024 - 17:17

Την ώρα που στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας σχεδιάζουν τον χάρτη των φθηνότερων τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας με ορόσημα το 2025, το 2045 και το 2050, τα όσα συμβαίνουν σήμερα, μας προσγειώνουν σε μια απείρως πιο σκληρή πραγματικότητα. Από τα 70,39 ευρώ/MWh και την υποχώρηση κατά -36,5% την Κυριακή, η Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς της Αγοράς Επόμενης Ημέρας στο ΕΧΕ, εκτινάχτηκε στα 109,07 ευρώ/MWh με άλμα +54,9% την Δευτέρα, 12 Αυγούστου και «πέταξε» στα 145,93 ευρώ/MWh για αύριο Τρίτη, 13/8, με ποσοστιαία άνοδο +34%.  Τουλάχιστον η υψηλότερη τιμή του τελευταίου 24ώρου “περιορίστηκε” στα 353,23 ευρώ/MWh, με τη συνολική ζήτηση να φθάνει στις 419,57 GWh. 

Και τούτο, παρά το γεγονός ότι στα μερίδια καυσίμου στο ενεργειακό μείγμα κυριάρχησαν οι “φθηνές” AΠΕ με 44,3% που άφησαν στη δεύτερη το ακριβότερο αυτή την περίοδο φυσικό αέριο με ποσοστό 35,8% -η τιμή των futures φυσικού αερίου στο TTF κυμαίνονται ενδοσυνεδριακά στα 41,600 με άνοδο +3%- για να ακολουθήσουν οι εισαγωγές με 9,2%, τα μεγάλα υδροηλεκτρικά με 6% ενώ το μερίδιο του λιγνίτη μηδενίστηκε.

Είναι ενδεικτικό της ραγδαίας αναστροφής τάσης στη χρήση των καυσίμων στο ενεργειακό μείγμα ότι στις 16:00 ώρα Ελλάδος, σύμφωνα με τον ΑΔΜΗΕ, το μερίδιο των ΑΠΕ φθάνει σε ωριαία βάση στο 66% (3.365 MWh) και του φυσικού αερίου στο μόλις 30% (1.526 MWh). Aκόμη, οι εξαγωγές ανήλθαν στις 20,804 MWh και οι εισαγωγές στις 19,342 MWh. 

Τί προβλέπει το νέο ΕΣΕΚ 

Το επικαιροποιημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα προβλέπεται ακόμη πιο φιλόδοξο από τα προηγούμενα που είχε παρουσιάσει η ελληνική κυβέρνηση και σε κάθε περίπτωση ακόμη πιο τολμηρά σε σύγκριση με τις υπόλοιπές χώρες-μέλη της ΕΕ, τόσο όσον αφορά στο θέμα της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (στο 59% έως το 2030, από τον ευρωπαϊκό στόχο του 55%), όσο και στην διείσδυση των ΑΠΕ στην ακαθάριστη κατανάλωση ενέργειας (στο 42,8% από 42,5% του αντίστοιχου ευρωπαϊκού αν και μειωμένη από το προηγούμενο ΕΣΕΚ που ήταν στο 44%. 

Όσον αφορά στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση ΑΠΕ ο στόχος τίθεται στο 75,9% για το 2030, έναντι μόλις 69% από το στόχο της ΕΕ αν και μειωμένη από το 80% του προηγούμενου Σχεδίου. 

Το τελικό ΕΣΕΚ θα οδηγήσει σε μείωση κόστους κατά τουλάχιστον 30% έως το 2030 συγκριτικά με τα 200 δισ. που προβλέπονταν προηγουμένως, και επιπλέον κατά τουλάχιστον 40% για την περίοδο 2030-2050. 

Ταυτόχρονα, υπάρχει μια σαφώς αισιόδοξη προσέγγιση στο ζήτημα της ακρίβειας στις τιμές της ενέργειας, καθώς το νέο ΕΣΕΚ προβλέπει ότι αυτές θα κινηθούν πτωτικά. 

Σύμφωνα με το σχέδιο που επεξεργάστηκαν τα αρμόδια στελέχη του ΥΠΕΝ οι τιμές στην προημερησία αγορά ηλεκτρισμού της χώρας θα αποκλιμακώνονται σταδιακά με ορίζοντα το έτος 2050. 

Πιο συγκεκριμένα, την εξαετία 2025 – 2030 η ΤΕΑ θα διατηρηθεί σε σχετικά υψηλά επίπεδα (145 ευρώ/MWh το 2025 και 139 ευρώ/MWh το 2030), όμως έως το 2035 θα υπάρξει μια ταχεία αποκλιμάκωση που υπολογίζεται στα 125 ευρώ/MWh, για εκείνο το έτος, 116 ευρώ/MWh, τo 2040, στα 109 ευρώ/MWh το 2045 και στα 96 ευρώ/MWh το 2050. 

Η πρόβλεψη εδράζεται στο συμπέρασμα ότι όσο περισσότερες ΑΠΕ διεισδύουν στο σύστημα, τόσο περισσότερο θα βαίνει μειούμενο το μέσο κόστος του ηλεκτρισμού. 

Σημειώνουμε ότι η μέση ετήσια χονδρική τιμή ηλεκτρισμού στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε 119,16 ευρώ ανά MWh, το 2023, επίπεδο που την έφερε στις πιο ακριβές αγορές στην Ευρώπη μαζί με την  Ιταλία (127,27 ευρώ/MWh ), την Μάλτα (126,11 ευρώ/MWh και την Ιρλανδία (122,14 ευρώ/MWh), όταν οι τιμές στην Βουλγαρία ήταν 104,22 ευρώ/MWh, στην Ισπανία 87,31 ευρώ/MWh με τον μέσον όρο στην ΕΕ να διαμορφώνεται στα 98,38 ευρώ/MWh.  

Η μείωση των τιμών χονδρικής ηλεκτρισμού στη χώρα θα επιτευχθεί μέσω της ισόρροπης και προγραμματισμένης ανάπτυξης των ΑΠΕ (Φ/Β, αιολικά, υδροηλεκτρικά) με στόχο να περιοριστούν τα φαινόμενα των περικοπών, με παράλληλη ανάπτυξη συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας. 

Ακόμη, μέσω της μετατόπισης της ζήτησης στις ώρες υπερπροσφοράς των ΑΠΕ, της συγκράτησης του κόστους των ρυθμιζόμενων χρεώσεων που αφορούν στην ανάπτυξη δικτύων σε συνδυασμό με τη σταδιακή μείωση και μελλοντική εξάλειψη των ρυθμιζόμενων χρεώσεων που σχετίζονται με τις ΑΠΕ (πχ ΕΤΜΕΑΡ) και την επιδότηση των καταναλώσεων στα νησιά (ΥΚΩ). 

Τέλος, μέσω της μεταφοράς του χαμηλού κόστους ΑΠΕ στον τελικό καταναλωτή με PPAs και ανάπτυξη της αυτοπαραγωγής, καθώς επίσης και μέσω της εγκατάστασης των ψηφιακών μετρητών σε όλους τους καταναλωτές ηλεκτρισμού που θα συμβάλει, αφενός στην επίτευξη της απόκρισης ζήτησης σύμφωνα με τη χρονική διακύμανση των τιμών ηλεκτρισμού, και αφετέρου στην εξάλειψη του φαινομένου των ρευματοκλοπών.