Μόνιμος Επιβάτης του Ρόλερ Κόστερ της Ακρίβειας η Ελληνική Χονδρεμπορική Αγορά Ηλεκτρισμού

Μόνιμος Επιβάτης του Ρόλερ Κόστερ της Ακρίβειας η Ελληνική Χονδρεμπορική Αγορά Ηλεκτρισμού
Του Αδάμ Αδαμόπουλου
Τρι, 17 Σεπτεμβρίου 2024 - 12:46

Δεν υπάρχει αμφιβολία. Κάτι το ολότελα στραβό πρέπει να πηγαίνει στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας όταν η χονδρική τιμή του ηλεκτρισμού στο εγχώριο χρηματιστήριο ενέργειας βρίσκεται, σήμερα Τρίτη, 17 Σεπτεμβρίου, στα 138,19 ευρώ/MWh, αυξημένη κατά 11,3% από χθες, Δευτέρα και η δοκιμαζόμενη από τον πόλεμο, Ουκρανία, έχει  Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς, της Αγοράς Επόμενης Ημέρας, 126, 72 ευρώ/MWh! To χειρότερο είναι πως μετά την πρόσκαιρη

–όπως γράψαμε χθες στο energia.gr, εδώ– διολίσθηση των τιμών, η υψηλότερη μέτρηση το τελευταίο 24ώρο έκανε άλμα στα 435,98 ευρώ/MWh, με τη χαμηλότερη να ανεβαίνει στα επίπεδα των 82 ευρώ/MWh. 

Η συνολική ζήτηση διαμορφώθηκε στις 329.86 GWh, ενώ στα μερίδια καυσίμου στο ενεργειακό μείγμα απέμεινε να καθοδηγεί τα πράγματα, το φυσικό αέριο, με συμμετοχή 49,1%, οι ΑΠΕ στις οποίες τόσα προσβλέπει η εγχώρια πολιτική και όχι μόνο, σκηνή, ακολουθούν ασθμαίνοντας (25,5%) με τις εισαγωγές να πλησιάζουν στο 17% και τα μεγάλα υδροηλεκτρικά στο μόλις 4%, ενώ αμετάβλητο παρέμεινε το ποσοστό συμμετοχής του λιγνίτη στο μείγμα (ήτοι ανύπαρκτο). Τέλος, οι εξαγωγές ανήλθαν στις 16,930 MWh και οι εισαγωγές στις 27,854 MWh.

Σημειώνουμε πως στις 10 το πρωί, σήμερα Τρίτη, το μερίδιο του φυσικού αερίου στην ωριαία παραγωγή φθάνει στο 78% ή  7.500 MWh και των ΑΠΕ στο μόλις 16%, ή 713 MWh – η συμμετοχή των μεγάλων υδροηλεκτρικών εμφανίζεται κάπως αυξημένη, στο 6%, ή 269 MWh. 

H διατήρηση από την Ελλάδα, των σκήπτρων της ακρίβειας στην χονδρική ηλεκτρισμού σε ολόκληρη την Ευρώπη, που προμηνύει περαιτέρω αυξήσεις των  τιμολογίων για οικιακούς και επιχειρηματικούς καταναλωτές δημιουργεί χαοτικές διαφορές με ορισμένες από τις κύριες αγορές της Ε.Ε. 

Για παράδειγμα, στην Γαλλία, η ΤΕΑ βρίσκεται σήμερα στα 21,91 ευρώ MWh (με πτώση -44,0%) στην Γερμανία στα 88,89 ευρώ/MWh και μόνο στην Ιταλία, λόγω της δομής της αγοράς της, βρίσκουμε τιμές εγγύς των υπολοίπων στην ΝΑ Ευρώπη (114,82 ευρώ/MWh). 

Το energia.gr αδημονεί να δει μια πραγματική αντίδραση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο ζήτημα ιδίως υπό τος φως της επιστολής του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη στην πρόεδρο, φον ντερ Λάιν: «Θα αναλύσουμε την επιστολή που μόλις λάβαμε», δήλωσε στις 13 Σεπτεμβρίου ο εκπρόσωπος, αρμόδιος για θέματα Ενέργειας, Τιμ Μακ Φάι, με την οποία ζητά να δοθεί ευρωπαϊκή λύση στις στρεβλώσεις της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας που δημιουργεί αυτές τις τεράστιες αποκλίσεις τιμών (φαινόμενο που στη χώρα μας κορυφώνεται κατά τις βραδινές ώρες όπου υπάρχει αιχμή της ζήτησης). 

Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας έσπευσε το τελευταίο 24ωρο να εκτονώσει την κατάσταση, καθώς εξέφρασε την πρόβλεψη- βεβαιότητα(;) ότι «κάθε εξάμηνο που περνάει, θα πηγαίνουμε και καλύτερα». 

Πιθανώς, η αισιοδοξία του να πηγάζει από την αναμενόμενη διείσδυση 2,7 GW νέας ηλιακής ισχύος από την αρχή του επομένου έτους, που όπως υποστηρίζει θα αποκλιμακώσει σε πιο μόνιμη βάση τις τιμές χονδρικής ηλεκτρισμού. Αυτό είναι όμως, κάτι μέλλει να αποδειχτεί… 

Το στοιχείο του ΕΛΑΠΕ 

Εκτός όμως από τους –μόνιμα- χαμένους της ακρίβειας των τιμών της ενέργειας, υπάρχουν και οι κερδισμένοι. Και αν αναρωτιέστε ποιοι είναι αυτοί –πλην των ηλεκτροπαραγωγών – σας απαντάμε πως πρόκειται για τον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ) που ευνοείται από το άλμα των τιμών χονδρικής ρεύματος και αναμένεται να αυξήσει σημαντικά τα έσοδά του έως το τέλος του έτους που διανύουμε. 

Σημειώνουμε πως, σύμφωνα, με τα όσα αναφέρθηκαν στην ΔΕΘ από στελέχη του Διαχειριστή, η εκτίμηση για την μέση ΤΕΑ, φέτος, έχει αναπροσαρμοστεί στα 93,5 ευρώ/MWh, από 88,5 ευρώ/MWh που ήταν η εκτίμηση του ΔΑΠΕΕΠ στο δελτίο που είχε εκδώσει για το α΄ τρίμηνο του έτους! 

Υπό το φως αυτή της σοβαρής ανατίμησης η πρόβλεψη για το έλλειμμα του ΕΛΑΠΕ υποχωρεί στα επίπεδα των -130 εκατ. ευρώ, όταν η αρχική εκτίμηση αναφερόταν σε έλλειμμα -284,49 εκατ. Παράλληλα, προβλέπεται αυξημένο πλεόνασμα της τάξης των 60 εκατ. ευρώ από  28,53 εκατ. ευρώ στο α’ τρίμηνο του 2024.