Η πρόσφατη απόφαση του διαδόχου της κ. Ολαφ Σολτς να ανακοινώσει ότι «προσωρινώς» κλείνει τα σύνορα της Γερμανίας –κατά παράβασιν και πάλι των Κανονισμών Δουβλίνου– αποτελεί απλώς ομολογία ότι «η Γερμανία δεν τα κατάφερε». Δεν έχει σημασία εάν ο καγκελάριος Σολτς υπεραντέδρασε μετά την εκλογική συντριβή των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού στη Θουριγγία και στη Σαξονία και την άνοδο της ισχύος του ταυτοτικού ή «ακροδεξιού» κόμματος AfD. Το ουσιώδες είναι ότι αντιμετώπισε το όλο θέμα ως μείζονα στρατηγική απειλή για τη σταθερότητα της γερμανικής πολιτικής τάξεως πραγμάτων και ενήργησε μονομερώς.
Κατανοητές και οι αντιδράσεις κάποιων κρατών-μελών της Ε.Ε. –μεταξύ των οποίων και η Ελλάς– για τη μονομερή απόφαση της Γερμανίας. Μόνον που ακόμη και στους πλέον δημοκρατικούς συνασπισμούς υπάρχει πάντα μία δύναμη ηγετική, από τη σταθερότητα της οποίας εξαρτάται η συνοχή εάν όχι η ύπαρξη της συμμαχίας.
Αυτή η αρχή ισχύει από αρχαιοτάτων χρόνων έως σήμερα. Δεν διαβουλεύθηκε ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν –ακόμη και με τους ισχυρότερους ηγέτες των Ευρωπαίων συμμάχων των ΗΠΑ– όταν απαίτησε την άμεση αναθεώρηση της ενεργειακής πολιτικής της Γερμανίας και όλης της Δυτικής Ευρώπης με τη Ρωσία του προέδρου Πούτιν. Στον βάναυσο ισχυρισμό του κ. Μπάιντεν πως θα κατέστρεφε αυτός τον ενεργειακό αγωγό Ρωσίας – Γερμανίας ο καγκελάριος δεν αντέδρασε. Οχι διότι είναι δειλός. Αλλά επειδή αναγνώριζε δικαίωμα αυτενεργείας στον ισχυρότερο ηγέτη της συμμαχίας του ΝΑΤΟ. Κάτι ανάλογο, σε ήσσονα κλίμακα ασφαλώς, έκανε το 2015 η κ. Μέρκελ για το προσφυγικό. Και η Ιστορία επαναλαμβάνεται, απλώς με καγκελάριο τον Ολαφ Σολτς.
(του Κώστα Ιορδανίδη, από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 19-09-2024)