Η πρόσφατη συμφωνία της Microsoft για την αγορά πυρηνικής ενέργειας είναι μία μόνο από τις αυξανόμενες περιπτώσεις μεταστροφής προς τους πυρηνικούς αντιδραστήρες, καθώς η δυναμική της απανθρακοποίησης δεν μπορεί να περιμένει την πλήρη ανάπτυξη των ΑΠΕ. Όλο και περισσότερες κυβερνήσεις, από τον Ειρηνικό μέχρι την Ευρώπη, υιοθετούν την πυρηνική ενέργεια ως μέρος της νέας ενεργειακής τους ατζέντας. Εντούτοις, η αυξανόμενη ζήτηση δεν μπορεί να καλυφθεί από τη διαθέσιμη προσφορά, κυρίως εξαιτίας των μειωμένων δυνατοτήτων επεξεργασίας στη Δύση.
Το ουράνιο είναι η βασική πρώτη ύλη για τη λειτουργία των πυρηνικών αντιδραστήρων. To υλικό δεν είναι ιδιαίτερα σπάνιο, ωστόσο η μεγαλύτερη παραγωγή (85%) συγκεντρώνεται σε έξι κράτη: την Αυστραλία, το Καζακστάν, τον Καναδά, τη Ρωσία, τη Ναμίμπια, και τον Νίγηρα. Από αυτά τα κράτη, η Ρωσία κατέχει μόλις το 8% των παγκόσμιων κοιτασμάτων. Όμως, τις προηγούμενες δεκαετίες, η Ρωσία είχε καταφέρει να συγκεντρώσει μεγάλο μέρος των υποδομών για την απαιτούμενη επεξεργασία του ουρανίου, ελέγχοντας το 22% της παγκόσμιας ισχύος μετατροπής του υλικού από στερεή σε αέρια μορφή και το 44% της παγκόσμιας ισχύος εμπλουτισμού του ουρανίου.
Τον περασμένο Μάϊο, οι ΗΠΑ επέβαλαν απαγόρευση στις αγορές ρωσικού ουρανίου, με σκοπό να ενισχύσουν την εγχώρια παραγωγή. Μολονότι οι ΗΠΑ είναι ένα από τα άλλα κράτη με τις ισχυρότερες υποδομές επεξεργασίας ουρανίου, προς το παρόν αδυνατεί να καλύψει τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς. Ως εκ τούτου, η Γαλλία, ο Καναδάς, και η Κίνα αποτελούν εναλλακτικούς εισαγωγείς ουρανίου. Αναμενόμενα, υπάρχουν ήδη υποψίες ότι η Κίνα εισάγει ρωσικό ουράνιο και του μεταπωλεί στις ΗΠΑ, με τους αμερικανούς αξιωματούχους να δηλώνουν ότι παρακολουθούν τις πρακτικές των κινέζων παραγωγών. Από την άλλη πλευρά, οι μονάδες στη Γαλλία αδυνατούν να λειτουργήσουν στο 100% των δυνατοτήτων τους, ένα ακόμα δείγμα της αισθμαίνουσας πυρηνικής βιομηχανίας του άλλοτε ατομικού κολοσσού.
Οι τιμές των προϊόντων ουρανίου. Πηγή: Financial Times.
Ως εκ τούτου, οι τιμές των προϊόντων ουρανίου έχουν αυξηθεί δραματικά. Το κόστος ορυκτού ουρανίου έχει σχεδόν διπλασιαστεί από την αρχή του 2022, από 45,4 δολάρια/λίβρα στα 77,3 δολάρια/λίβρα αυτή την εβδομάδα. Αντιθέτως, κατά την ίδια περίοδο, η τιμή του αέριου ουρανίου έχει τετραπλασιαστεί, αγγίζοντας τα 68 δολάρια/κιλό. Αντίστοιχα, το κόστος του εμπλουτισμένου ουρανίου έχει τριπλασιαστεί, φτάνοντας τα 176 δολάρια/μονάδες έργου διαχωρισμού (SWU). Οι αποκλίσεις στις τιμές των διαφόρων προϊόντων ουρανίου καταδεικνύουν πως οι διαδικασίες επεξεργασίας είναι εκεί όπου εντοπίζεται ο περιορισμός.
Ορισμένες ευρωπαϊκές εταιρείες έχουν δηλώσει πρόθυμες να αυξήσουν την παραγωγή τους, εντούτοις οι επενδύσεις που απαιτούνται είναι ιδιαίτερα υψηλές. Οι περισσότεροι παίκτες δεν είναι διατεθειμένοι να επενδύσουν τόσο μεγάλα ποσά αν δεν είναι σίγουροι για τη μελλοντική ζήτηση.