Μία πρόσφατη έρευνα της Aurora Energy Research προειδοποιεί πως η συνεχιζόμενη πτώση των τιμών χονδρικής εξαιτίας της υπερπαραγωγής από φωτοβολταϊκά μπορεί να οδηγήσει στην ακύρωση νέων έργων στην Ισπανία. Το πλεόνασμα ενέργειας μάλιστα είναι τόσο μεγάλο που η ανάπτυξη αποθηκευτικών μονάδων με μπαταρίες μπορεί να μην αρκεί ώστε να το απορροφήσει.
Το φαινόμενο αυτό δεν είναι μεμονωμένο στην Ισπανία, αντιθέτως καταγράφεται σε πολλές περιοχές όπου η εισροή της ηλιακής ενέργειας στο δίκτυο ήταν πολύ ταχύτερη από την αύξηση της ζήτησης. Μία χαρακτηριστική περίπτωση είναι η Καλιφόρνια, μία αγορά αρκετά πιο ώριμη. Τόσο στην Ισπανία, όσο και στην Καλιφόρνια, το 50% της ενέργειας που καταναλώνεται προέρχεται από ΑΠΕ.
Η Καλιφόρνια έχει καταφέρει να διαμορφώσει αποθηκευτικές μονάδες που ξεπερνούν τα 11 GW, σε αντίθεση με τις περιορισμένες αποθηκευτικές ικανότητες της Ισπανίας. Εντούτοις, η ενεργειακή αγορά της Καλιφόρνια ταλανίζεται από το ίδιο ζήτημα, με τις τιμές χονδρικής να βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση. Η Ισπανία έχει προαναγγείλει αποθηκευτικά έργα 12,5 GW μέχρι το τέλος της δεκαετίας, κάτι που ενδέχεται να αμβλύνει αλλά όχι να επιλύσει το πρόβλημα.
Οι παραλληλισμοί δεν σταματούν εδώ: Και η Ισπανία και η Καλιφόρνια σχεδιάζουν να προσθέσουν ακόμα περισσότερα έργα ηλιακής ενέργειας μέχρι το τέλος του 2024, αγγίζοντας τα 35 GW ισχύος. Ωστόσο, αυτός ο αριθμός ξεπερνά κατά πολύ την παρούσα ζήτηση, η οποία κυμαίνεται στα 26 GW για την Ισπανία και στα 25 GW για την Καλιφόρνια. Η είσοδος νέων μονάδων στο δίκτυο σίγουρα δεν θα επιβραδύνει την πτώση των τιμών χονδρικής, αντιθέτως θα την επιταχύνει κατά πάσα πιθανότητα.
Ο ανεπαρκής αυτός σχεδιασμός μπορεί να λειτουργεί θετικά για τους καταναλωτές σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, μειώνοντας το ενεργειακό κόστος, αλλά θα οδηγήσουν σε σοβαρές επιπτώσεις μεσοπρόθεσμα. Καθώς τα έσοδα των διαχειριστών ΑΠΕ μειώνονται, το κίνητρο για νέες επενδύσεις εξανεμίζεται, θέτοντας σε κίνδυνο τον ευρύτερο κλάδο. Αυτό απειλεί τόσο τις θέσεις εργασίας στον τομέα, όσο και την αποτελεσματική πράσινη μετάβαση.
Όπως προαναφέρθηκε, η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα παρόμοιο πρόβλημα. Παρόλο που οι καταναλωτές δεν βλέπουν μεγάλες διαφορές στους λογαριασμούς τους, οι τιμές χονδρικής της ηλιακής ενέργειας τείνουν προς το μηδέν αρκετά συχνά, και κατά πάσα πιθανότητα θα περνούσαν σε αρνητικούς αριθμούς αν αυτό δεν απαγορευόταν από την ελληνική νομοθεσία. Ως εκ τούτου, αρκετοί παράγοντες της αγοράς έχουν προειδοποιήσει για την αλόγιστη κατασκευή νέων φωτοβολταϊκών μονάδων, η οποία δεν επηρεάζει μόνο το ενεργειακό κόστος, αλλά τη λειτουργία των δικτύων. Η κατάσταση αναμένεται να χειροτερέψει τις επόμενες εβδομάδες, καθώς το φθινόπωρο είναι παραδοσιακά μία εποχή με μειωμένη ζήτηση, αλλά υψηλή παραγωγή.