προϊόντων μαζί (JBS, Marfrig, Minerva, Cargill και Dairy Farmers of America) ξεπερνούν τις συνδυασμένες αναφερόμενες εκπομπές μεθανίου των 5 μεγάλων κολοσσών ορυκτών καυσίμων όπως η ExxonMobil, η Shell, η Total Energies, η Chevron και η BP[2].
Η έκθεση του σκανδιναβικού γραφείου της Greenpeace “Turning down the heat: Pulling the Climate Emergency Brake on Big Meat and Dairy” δείχνει ότι είναι εφικτό να επιβραδύνουμε σημαντικά την υπερθέρμανση άμεσα, μέσω μιας δίκαιης μετάβασης του συστήματος διατροφής μακριά από τη βιομηχανική παραγωγή κρέατος και γαλακτοκομικών, και με αύξηση των φρούτων, των λαχανικών και των οσπρίων στη διατροφή μας. Οι συστηματικές αλλαγές στην παραγωγή και την κατανάλωση κρέατος και γαλακτοκομικών στις χώρες υψηλού και μεσαίου εισοδήματος θα μπορούσαν να φέρουν σημαντική επιβράδυνση της υπερθέρμανσης μέχρι το 2050, με κάποια θετικά αποτελέσματα ήδη από το 2030. Αντίθετα, αν δεν ληφθούν μέτρα, η βιομηχανία του κρέατος και των γαλακτοκομικών αναμένεται να θερμάνει τον κόσμο κατά επιπλέον 0,32°C μέχρι το 2050[2]. Αυτές οι νέες εκτιμήσεις βασίζονται στο σενάριο του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO) για μια πορεία με βάση τα σημερινά δεδομένα για τα τρόφιμα και τη γεωργία μέχρι το 2050[3].
Η έκθεση προβλέπει μείωση της υπερθέρμανσης κατά 0,12°C έως το 2050 μέσω της μείωσης στην υπερπαραγωγή και υπερκατανάλωση κρέατος και γαλακτοκομικών. Αυτό θα ισοδυναμούσε με μείωση κατά 37% της αναμενόμενης θέρμανσης στα μέσα του αιώνα κατά 0,32°C μόνο από το κρέας και τα γαλακτοκομικά, σύμφωνα με την τρέχουσα προβλεπόμενη παραγωγή και κατανάλωσή τους. Ακόμη και ένα κλάσμα βαθμού θέρμανσης που θα αποτραπεί, θα μείωνε τις σημαντικές, βλαβερές επιπτώσεις. Για παράδειγμα, κάθε 0,3°C προβλεπόμενης αύξησης της θερμοκρασίας που θα αποτραπεί μέχρι το τέλος του αιώνα, θα μπορούσε να μειώσει την έκθεση σε ακραία ζέστη για 410 εκατομμύρια ανθρώπους, σύμφωνα με μελέτη[4].
“Αυτά είναι πραγματικά ελπιδοφόρα ευρήματα. Για πολύ καιρό, οι μεγάλες εταιρείες κρέατος και γαλακτοκομικών, και η αχαλίνωτη ανάπτυξή τους, απαλλάσσονται κατά κάποιο τρόπο από τις δραστικές αλλαγές που όλοι στον πλανήτη πρέπει να κάνουν. Είναι πάντα είτε ο αγρότης είτε ο καταναλωτής που πρέπει να αλλάξει, ενώ αυτές οι εταιρείες αποφασίζουν τι καλλιεργούν οι αγρότες, τι μισθό έχουν και τι τελικά τρώμε εμείς. Αποδείξαμε ότι ο δρόμος είναι σαφής”, δήλωσε η Shefali Sharma, υπεύθυνη εκστρατείας για τη γεωργία στο σκανδιναβικό γραφείο της Greenpeace. “Οι κυβερνήσεις πρέπει να αναλάβουν δράση και να προωθήσουν τις επενδύσεις και τους κανόνες που θα μας οδηγήσουν σε αυτή τη νέα, ελπιδοφόρα πορεία, η οποία θα διορθώσει κάποια από τα λάθη στον αγροδιατροφικό τομέα, εξαλείφοντας την υπερπαραγωγή και την υπερκατανάλωση κρέατος και γαλακτοκομικών. Απαιτεί από τις κυβερνήσεις να στηρίξουν τους αγρότες και τους εργαζόμενους σε μια δίκαιη μετάβαση και δίνει σε όλους μας μια ευκαιρία για να περιορίσουμε την υπερθέρμανση, σώζοντας παράλληλα εκατομμύρια ζωές και δουλειές”, συμπλήρωσε η Shefali Sharma.
Ενόψει της Διάσκεψης για το Κλίμα COP29, ακτιβιστές σε όλο τον κόσμο ανέλαβαν δράση κατά της βιομηχανίας κρέατος και γαλακτοκομικών, ώστε να αναδείξουν το πρόβλημα των εκπομπών μεθανίου των εταιρειών[5]. Οι εταιρείες αυτές κάνουν “πράσινο ξέπλυμα” σχετικά με τις επιπτώσεις της δραστηριότητάς τους στο κλίμα με ψεύτικες λύσεις και ρηχές δεσμεύσεις, ενώ οι κυβερνήσεις τους δίνουν συγχωροχάρτι για την καταστροφή που προκαλούν.
Οι επιστήμονες συμφωνούν ότι το μεθάνιο, ένα αέριο του θερμοκηπίου 80 φορές ισχυρότερο από το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) σε βάθος 20 ετών, πρέπει να μειωθεί ραγδαία και άμεσα ώστε να αποφευχθούν οι χειρότερες επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Παρά το γεγονός ότι η επιστήμη υποδεικνύει την κτηνοτροφία ως τη μεγαλύτερη ανθρωπογενή πηγή μεθανίου, η Παγκόσμια Δέσμευση για το μεθάνιο (GMP) – η οποία δρομολογήθηκε στην COP26 το 2021 – επικεντρώνεται στη δραστική και γρήγορη μείωση του μεθανίου μόνο από τον τομέα των ορυκτών καυσίμων και δεν ζητά δραστική μείωση των εκπομπών μεθανίου από τη βιομηχανία κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων[6] [7].
[1] Η έκθεση “Turning down the heat: Pulling the Climate Emergency Brake on Big Meat and Dairy” είναι διαθέσιμη στα αγγλικά. Δείτε επίσης μια σύνοψη και έναν αναλυτικό πίνακα με τις εκπομπές μεθανίου των εταιρειών.
[2] Σύμφωνα με την έκθεση, οι εκτιμώμενες εκπομπές μεθανίου των 5 μεγαλύτερων εταιρειών κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων μαζί (JBS, Marfrig, Minerva, Cargill και Dairy Farmers of America) ξεπερνούν τις συνδυασμένες αναφερόμενες εκπομπές μεθανίου των 5 μεγάλων κολοσσών ορυκτών καυσίμων όπως η ExxonMobil, η Shell, η Total Energies, η Chevron και η BP (εικόνα 6).
Η έκθεση διαπιστώνει ότι η JBS, το μεγαθήριο της κτηνοτροφικής βιομηχανίας, θα κατατασσόταν στην 5η θέση, αν βρισκόταν σε έναν κατάλογο μαζί με τις μεγαλύτερες εταιρείες που εκπέμπουν μεθάνιο (πίνακας 1), και ανταγωνίζεται τις εκπομπές μεθανίου για τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες ExxonMobil και Shell μαζί.
Η έκθεση βασίζεται στους 100 κορυφαίους εταιρικούς φορείς εκπομπής μεθανίου από: Influence Map (2024) Carbon Majors Database. Σημείωση: Τα δεδομένα εκπομπών που αναφέρονται στις βάσεις δεδομένων Carbon Majors για τις εταιρείες ορυκτών καυσίμων υπερβαίνουν κατά πολύ τις εκπομπές που αναφέρουν οι ίδιες οι εταιρείες στις δημοσιεύσεις τους. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι οι πετρελαϊκές εταιρείες δεν συμπεριλαμβάνουν πλήρως τις εκπομπές Scope 3 στην αναφορά τους.
[3] FAO (2018). The future of food and agriculture – Alternative pathways to 2050. Summary version. Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών, Ρώμη. 60 σελίδες.
[4] Lenton et al (2023). Quantifying the human cost of global warming. Nature Sustainability 6, 1237-1247.
[5] Δείτε οπτικοακουστικό υλικό από τις παγκόσμιες διαμαρτυρίες.
[6] UNEP IMEO (2022).An Eye on Methane: International Methane Emissions Observatory 2022. Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον, Ναϊρόμπι. Εικόνα 1, σελίδα 8.
[7] 158 κυβερνήσεις έχουν υπογράψει την Παγκόσμια Δέσμευση για το μεθάνιο, δεσμευόμενες να μειώσουν συλλογικά το μεθάνιο κατά 30% αυτή τη δεκαετία, ενώ τα Ηνωμένα Έθνη προτείνουν ότι οι εκπομπές μεθανίου από όλους τους τομείς πρέπει να μειωθούν κατά 45% έως το 2030.