Ο στόχος του net zero μέχρι το 2050, ο οποίος είχε οριστεί στο πλαίσιο της Συμφωνίας των Παρισίων και αποτελεί την “πυξίδα” για την κλιματική στρατηγική αρκετών κρατών, χρειάζεται διπλασιασμό των επενδύσεων στην πράσινη ενέργεια, φτάνοντας τα 3,5 τρις δολάρια σε ετήσια βάση. Επί του παρόντος, κανένα μεγάλο κράτος δεν βρίσκεται σε τροχιά επίτευξης των κλιματικών στόχων για το 2030. Αυτή η διαπίστωση, σε συνδυασμό με τις λοιπές πιέσεις που δέχεται η διαδικασία πράσινης μετάβασης, όπως για παράδειγμα ο εντεινόμενος προστατευτισμός, θέτουν σε κίνδυνο τον διεθνή στόχο για τους μηδενικούς ρύπους μέχρι το μέσο του αιώνα.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Wood Mackenzie, η επίτευξη των μηδενικών ρύπων το 2050 θα σήμαινε 20,7 TW σε ισχύ ΑΠΕ παγκοσμίως, 306 GW από SMRs, και 4,6 TW σε μονάδες αποθήκευσης ενέργειας. Όσον αφορά τον κλάδο των μεταφορών, το 91% της ενέργειας που απαιτείται θα προέρχεται από τον ηλεκτρισμό. Παράλληλα, οι αναλυτές προβλέπουν πως το 2025 θα είναι το έτος κορύφωσης για τη ζήτηση πετρελαίου, κάτι που αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε περαιτέρω πτώση τις τιμές του καυσίμου.
Το σενάριο για την επίτευξη του net zero μέχρι το 2050. Πηγή: Wood Mackenzie.
Η Wood Mackenzie δεν είναι ο πρώτος οργανισμός που προειδοποιεί για τη βιωσιμότητα των κλιματικών στόχων. Μία σειρά άλλων διακυβερνητικών, εθνικών, και ανεξάρτητων μελετών έχει ταυτοποιήσει τα κενά που υπάρχουν στον τρέχοντα κλιματικό σχεδιασμό. Η χρηματοδότηση συνιστά ένα από τα βασικότερα, ενώ οι διεθνείς εντάσεις καταγράφονται ως ένας παράγοντας κινδύνου. Σε γενικές γραμμές, η κλιματική δράση απαιτεί μεγαλύτερη συνεργασία, κάτι που φαντάζει μάλλον υπερβολικά ιδεαλιστικό σε έναν κόσμο γεμάτο συγκρούσεις και ανταγωνισμό.