Είδαμε, σε πρόσφατο άρθρο του energia.gr (εδώ) το πώς οι ΗΠΑ είναι περισσότερο εξαρτημένες από τα ορυκτά καύσιμα και από την Κίνα και το πώς το μερίδιο του φυσικού αερίου στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής στη χώρα, αυξήθηκε στο πρώτο εννεάμηνο του έτους που διανύουμε, στο 43%, από 38% το 2019. Σήμερα κλείνουμε αυτόν τον μικρό κύκλο ενημέρωσης για την εικόνα της αγοράς ενέργειας στις ΗΠΑ, με μια πιο ενδελεχή εξέταση

της πραγματικότητας που θέλει το φυσικό αέριο να κυριαρχεί στο δίκτυο της χώρας. Το φυσικό αέριο που αντικατέστησε ως καύσιμο για την ηλεκτροπαραγωγή τον άνθρακα, έχει εδραιωθεί, πλέον, ως η κυρίαρχη πηγή για την παροχή αξιόπιστης ηλεκτρικής ενέργειας στις ΗΠΑ, καθώς η ζήτηση αυξάνεται ραγδαία, γεγονός που πυροδοτεί έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για τον τομέα.

«Η παραγωγή με καύση φυσικού αερίου γίνεται όλο και πιο ελκυστική για τους επενδυτές λόγω του καίριου ρόλου που παίζει στην εξισορρόπηση του δικτύου, εν μέσω των αυξημένων προσδοκιών για αύξηση των φορτίων βάσης, των επιταχυνόμενων αποσύρσεων μονάδων άνθρακα, καθώς και των υψηλότερων επιπέδων διαλείπουσας παραγωγής από ΑΠΕ», αναφέρεται, μεταξύ άλλων, σε σχόλια σχετικά με την έκδοση νέας έκθεσης που εξετάζει το ρόλο του φυσικού αερίου στην ασφάλεια και την αξιοπιστία του δικτύου των ΗΠΑ. 

Πράγματι, η ώθηση για τη στροφή από τους υδρογονάνθρακες σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας και προκειμένου να επιταχυνθεί ο εξηλεκτρισμός της οικονομίας και για να απομακρυνθεί από τα υγρά καύσιμα, έχει αναδείξει σε κυρίαρχο παράγοντα τη χρήση φυσικού αερίου. Όταν τελικά, το ορυκτό καύσιμο, έγινε η κυρίαρχη πηγή ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα των ΗΠΑ, αυτό οφειλόταν στην άφθονη προσφορά που δημιούργησε η έκρηξη του σχιστολιθικού άνθρακα, αλλά και χάρη στο ότι το φυσικό αέριο είναι πιο καθαρή πηγή από τον άνθρακα. 

Έως σήμερα, παρά τη σημαντική ανάπτυξη της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας στη χώρα, το φυσικό αέριο παραμένει η κυρίαρχη πηγή ενέργειας αφού παρέχει, αξιόπιστα, το 43% της ηλεκτρικής ενέργειας των ΗΠΑ, με την αιολική, την ηλιακή και την υδροηλεκτρική ενέργεια να καταλαμβάνουν, από κοινού, την δεύτερη θέση, με ποσοστό 21,4%. 

Αυτό το πλεονέκτημα του φυσικού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας έγινε ακόμη πιο φανερό όταν η Big Tech έσπευσε να εξασφαλίσει την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας για τα κέντρα δεδομένων (data center) που χρειάζεται για τα προϊόντα της στην τεχνητή νοημοσύνη. 

Ο άνεμος και η ηλιακή ενέργεια ενώ είναι σαφές ότι είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος για ένα πιο καθαρό περιβάλλον, εν τούτοις δεν μπορούν να παρέχουν σταθερή ενέργεια καθ’ όλο το 24ωρο, με αποτέλεσμα η Big Tech να στραφεί στο φυσικό αέριο και την πυρηνική ενέργεια. 

«Ποτέ δεν έχω δει τόσο ισχυρές προοπτικές για την αύξηση της ζήτησης φυσικού αερίου στη Βόρεια Αμερική», δήλωσε τον Αύγουστο ο διευθύνων σύμβουλος της TC Energy. «Βλέπουμε τη ζήτηση φυσικού αερίου να φθάνει σε επίπεδα ρεκόρ και αναμένουμε να αυξηθεί κατά σχεδόν 40 δισεκατομμύρια κυβικά πόδια ημερησίως (Bcf/d), έως το 2035». 

Η κατάσταση αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει. Είναι ενδεικτική η δήλωση στην οποία προέβη προ ημερών, ο διευθύνων σύμβουλος της BP, ο οποίος υποστήριξε ότι η κούρσα της τεχνητής νοημοσύνης μεταξύ των μεγάλων εταιρειών της τεχνολογίας θα πυροδοτήσει ένα άλμα στη ζήτηση φυσικού αερίου στις ΗΠΑ για να προσθέσει ότι είναι αρκετά αισιόδοξος για τις τιμές του φυσικού αερίου μέσα στη δεκαετία. 

Aλλά ο CEO της ΒΡ δεν είναι ο μόνος ο οποίος αισιοδοξεί για τις τιμές του φυσικού αερίου. Τα περισσότερα στελέχη της βιομηχανίας εμφανίζονται επίσης αισιόδοξα, χάρη στην αύξηση της ζήτησης που οφείλεται στην τεχνολογική βιομηχανία, όπως και στην αύξηση του πληθυσμού. Σημειώνουμε ότι αυτή η ανατροπή των δεδομένων αιφνιδίασε, στην αρχή του έτους, τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας καθώς ανέμεναν ότι η αύξηση της ζήτησης είχε κορυφωθεί ήδη από την δεκαετία του 2010 και έκτοτε είχε βαλτώσει. 

Ωστόσο, η ραγδαία ανάπτυξη των data centers, η αναζωπύρωση του ενεργοβόρου μεταποιητικού τομέα των ΗΠΑ και ο επιταχυνόμενος εξηλεκτρισμός των μεταφορών και της θέρμανσης, έχουν πυροδοτήσει αυτή την εντυπωσιακή αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, που είχε να παρατηρηθεί από την δεκαετία του 1990, σύμφωνα με τους αναλυτές της Wood Mackenzie. 

Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με καύση φυσικού αερίου στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά +20% το πρώτο εννεάμηνο του έτους που διανύουμε, σε σύγκριση με την αντίστοιχη χρονική περίοδο, το 2019. Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η παραγωγή του ορυκτού καυσίμου ακολουθεί πτωτική πορεία, εξαιτίας των επίμονα χαμηλών τιμών αγοράς για το αγαθό. 

Πράγματι, αυτό υποδηλώνουν τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων, καθώς η τιμή του συμβολαίου του TTF για παραδόσεις επόμενου μήνα διαπραγματεύεται σταθερά πάνω από τα 40 ευρώ/MWh (στις 13:00 ώρα Ελλάδας σήμερα, Πέμπτη, διαπραγματεύεται ενδοσυνεδριακά, στην περιοχή των 40,100 ευρώ/MWh, με ποσοστιαίες απώλειες, ύψους -3,09%). Αξίζει να σημειωθεί ότι τα futures του TTF για παραδόσεις Μαρτίου 2025, κυμαίνονται αυτή την ώρα, σε αντίστοιχα επίπεδα (40,105 ευρώ/MWh).   

Όπως αναφέρουν οι ειδήμονες της αγοράς, αυτή η κατάσταση μπορεί να μοιάζει, τώρα, παράδοξη, αλλά δικαιολογείται από το γεγονός ότι μεγάλο μέρος της ραγδαία αυξανόμενης ζήτησης ηλεκτρισμού είναι προβλεπόμενη και όχι τρέχουσα, και ότι θα χρειαστεί αρκετός χρόνος έως ότου αποτυπωθεί στην πράξη, κάτι το οποίο, όπως τονίζουν, θα εξαρτηθεί από την προσθήκη νέας παραγωγικής ικανότητας στο δίκτυο.