«αμόρφωτοι», «σκουπίδια» και «deplorables» (αλαζονικό τσιτάτο της Χίλλαρυ Κλίντον το τελευταίο, που σημαίνει τουλάχιστον «άθλιος» και ήταν από τα φάουλ που της στέρησαν την νίκη έναντι του Τραμπ σε κρίσιμες πάλαι ποτέ βιομηχανικές Πολιτείες το 2016, που, αν και παλιά προπύργια των Δημοκρατικών, πέρασαν στον «απρόβλεπτο» ανθυποψήφιό της).
Αντί να ειπωθεί η ωμή αλήθεια, πως, δηλαδή, η ίδια η παγκοσμιοποίηση, «παιδί» των πολιτικών Ρέηγκαν και Κλίντον, ήτοι των μαίηνστρημ Ρεπουμπλικανών και των μεταψυχροπολεμικών Δημοκρατικών, οδήγησε στην αποβιομηχάνιση τις ΗΠΑ χάριν του χρηματοπιστωτικού τους κεφαλαίου αλλά και των «τίγρεων» της Άπω Ανατολής (με προεξάρχουσα την Κίνα), στιγματίζονται και υβρίζονται τα θύματα των πολιτικών αυτών. Αλήθεια, γιατί τα ίδια λαϊκά στρώματα δεν χαρακτηρίζονταν «αμόρφωτα» κ.ο.κ., όταν, στις προηγούμενες δεκαετίες, ψήφιζαν μαζικά Δημοκρατικούς;
Μάλιστα, εφευρέθηκε και η «αιτιολογία» για την εκλογική συμπεριφορά της πλειοψηφίας των Αμερικανών εκλογέων: οι άνθρωποι που δεν ζουν στις πόλεις δεν ψηφίζουν σωστά γιατί δεν έχουν πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες και δεν ενημερώνονται επαρκώς – ίσως να μην έχουν, φανταζόμαστε, ούτε καν …φωνόγραφο στα χωριά και τις κωμοπόλεις τους ή να περνά μόνο κάθε Πάσχα και Χριστούγεννα κάποιος πλανόδιος θίασος να παίξει καμιά αμερικανική βερσιόν της «Γκόλφως»!
Επίσης, από κάποιους θεωρήθηκε «μικρή» η διαφορά, σε απόλυτους αριθμούς ψήφων, με την οποία ο Τραμπ επικράτησε της Κάμαλα Χάρρις, αν και ήταν μεγαλύτερη από εκείνην με την οποία η Χίλλαρυ είχε νικήσει τον Τραμπ σε ψήφους – αλλά έχασε σε εκλέκτορες – το 2016. Ακούσαμε, επίσης, και την «εύλογη» (λέει…) απορία «πώς μπορεί να ψηφίζουν οι μάζες έναν άνθρωπο των ελίτ για να στείλουν μήνυμα αντίθεσης στις ίδιες τις ελίτ;». Δεν έχει νόημα να αναλύσουμε «εις ώτα μη ακουόντων» τη σχάση που παρατηρείται εδώ και αρκετό καιρό στο εσωτερικό των ελίτ στις ΗΠΑ. Θα αρκεστούμε να υπενθυμίσουμε πως, ήδη πολύ πριν τον Λένιν, άνθρωποι που ανήκαν σε πτέρυγες των ελίτ ηγούνταν λαϊκών επαναστάσεων, αλλά, κυρίως, ότι το Ρεπουμπλικανικό κόμμα είναι, πολύ πριν την εμφάνιση του Τραμπ, το κόμμα των ΗΠΑ όπου η βάση παίζει πιο σημαντικό ρόλο σε σχέση με τους Δημοκρατικούς, που στις δικές τους προκριματικές για την εκλογή προεδρικού υποψηφίου υπάρχει ο θεσμός των mega-εκλεκτόρων, ενώ στη δομή τους κανοναρχούν διαχρονικά μεγάλες οικογένειες με προοδευτικό πολιτικό πρόσημο (κάτι σαν τα δεξιά ημεδαπά «τζάκια», θα λέγαμε, αλλά με αντίστροφη πολιτική γενεαλογία).
Γενικά, οι δημοσιογραφικές και πολιτικές αναλύσεις στην χώρα μας χωλαίνουν – αλλιώς, δεν θα έπεφταν από τα σύννεφα π.χ. στο δημοψήφισμα του 2015 όσοι προεξοφλούσαν πως «όλες οι κοινωνικές ομάδες είναι με το ‘ΝΑΙ’». Φυσικά το φαινόμενο είναι, πλέον, παγκόσμιο αλλά η Ελλάδα είναι κατεξοχήν «ένα μικρό χωριό όπου όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους» και είναι, οπωσδήποτε, τραγελαφικό κάποιοι να «πουλάνε» ελιτισμό στους …συγχωριανούς τους! Και είναι, ασφαλώς, τραγελαφικότερο όταν το κάνουν για τις ΗΠΑ, το ...«κεφαλοχώρι» του πλανήτη ή, έστω, της Δύσεως!
Συμπεραίνει, άραγε, κανείς από τα παραπάνω πως θα πρέπει οι Έλληνες να δώσουμε «λευκή επιταγή» στον Τραμπ; Ελπίζουμε πως όχι! Άλλωστε, είναι μακριά η εποχή – αλλά τόσο κοντινή η επίγευσή της – κατά την οποία χτυπούσαν καμπάνες στην Κύπρο όταν είχε εκλεγεί ο Κάρτερ. Η διάψευση των προσδοκιών για λύση του Κυπριακού δεν άργησε να έρθει...
Απλώς όλα τα παραπάνω γράφονται ώστε να αποκτήσουμε, επιτέλους, στη χώρα μας μη μανιχαϊστικό «βλέμμα» όσον αφορά τις ΗΠΑ και το πώς πρέπει να αντιμετωπίζουμε το κατεστημένο της. Ό, τι ακριβώς, δηλαδή, κάνει η Άγκυρα, πολλές δεκαετίες τώρα, που φροντίζει να έχει καλές σχέσεις και με τις δύο πολιτικές πτέρυγες στην «πέραν του Ατλαντικού» υπερδύναμη!