Ο ενεργειακός τομέας της Κίνας χαρακτηρίζεται από μία μεγάλη παραδοξότητα: Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός άνθρακα, παράγοντας πάνω από το μισό του παγκόσμιου όγκου του καυσίμου. Η Κίνα είναι και ο μεγαλύτερος ρυπαντής διεθνώς, εκπέμποντας πάνω από τις διπλάσιες ποσότητες CO2 συγκριτικά με τον μακρινό δεύτερο, δηλαδή τις ΗΠΑ. Την ίδια στιγμή, η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός ανανεώσιμης ενέργειας, με ισχύ ΑΠΕ 3.749 TWh για το 2023, ενώ ο ρυθμός σύνδεσης αυτών των τεχνολογιών στο κινεζικό δίκτυο είναι τόσο υψηλός ώστε καταφέρνει να αντισταθμίσει τις καθυστερήσεις που σημειώνονται σε παγκόσμια κλίμακα. Η Κίνα ελέγχει και την κατασκευή εξαρτημάτων για τα έργα ΑΠΕ, με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις παραγωγής φωτοβολταϊκών και ανεμογεννητριών να εδρεύουν στη χώρα.
Οι εκπομπές CO2 ανά χώρα για το 2022. Πηγή: Investopedia.
Οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές ανεμογεννητριών διεθνώς. Πηγή: GWEC.
Με αυτά τα δεδομένα, δεν είναι τυχαίο ότι η Κίνα έχει καταφέρει να αναδειχθεί σε έναν κρίσιμο παίκτη για την κλιματική δράση. Από τη μία πλευρά, η Κίνα μοιράζεται τις επιτυχίες και τα σχέδιά της προς την πράσινη μετάβαση, μία εικόνα που λειτουργεί ως παράδειγμα για τα αναπτυσσόμενα κράτη που εξαρτώνται από τα ορυκτά καύσιμα σε μεγάλο βαθμό. Από την άλλη πλευρά, η Κίνα αποτελεί ένα αναπόσπαστο κομμάτι των διεθνών εφοδιαστικών αλυσίδων πράσινων τεχνολογιών, ελέγχοντας όχι μόνο την κατασκευή τους, αλλά και πολλές από τις πρώτες ύλες. Επί του παρόντος, η κυριαρχία της Κίνας είναι αναμφισβήτητη.
Αξίζει να αναφερθεί και ένας άλλος παράγοντας. Η προσπάθεια απανθρακοποίησης της Κίνας δεν στοχεύει μόνο στην παραγωγή καθαρής ενέργειας, αλλά και στην απαγκίστρωσή της από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων. Μολονότι η αχανής αυτή χώρα διαθέτει αποθέματα υδρογονανθράκων, ο ρυθμός εξόρυξής τους δεν επαρκεί για να καλύψει τις εγχώριες ανάγκες, κάτι που σημαίνει ότι η οικονομία της Κίνας βασίζεται στο εμπόριο με άλλες χώρες, λιγότερο ή περισσότερο φιλικά προσκείμενες.
Όσο για το αντίπαλο δέος; Παρά την τεχνολογική και οικονομική τους ισχύ, οι ΗΠΑ βρίσκονται στη δεύτερη θέση με μεγάλη απόσταση. Αυτό συνδέεται περισσότερο στην πολιτική βούληση, παρά στην αδυναμία των αμερικανικών επιχειρήσεων. Η θέση κατέστη ακόμα πιο εμφανής κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Μπάϊντεν, όταν η αμερικανική κυβέρνηση έδωσε μία σειρά κινήτρων και επέβαλε μία σειρά περιορισμών ώστε να επιταχύνει την πράσινη μετάβαση. Ο Μπάϊντεν κατάφερε να κλείσει την ψαλίδα ως ένα βαθμό, κυρίως μέσω της εμβληματικής νομοθεσίας IRA που κατάφερε να περάσει. Ωστόσο, οι όποιες επιτυχίες των ΗΠΑ στον κλάδο της πράσινης οικονομίας βρίσκονται στον αέρα μετά την επανεκλογή Τραμπ.
Οι επενδύσεις σε ΑΠΕ ανά χώρα για το 2023. Πηγή: Statista.
Το ενδεχόμενο επιστροφής του Τραμπ θεωρούταν το πιο εφιαλτικό σενάριο για τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις ΑΠΕ ή στις πράσινες τεχνολογίες, με τις μετοχές τους να βιώνουν μία έντονη ύφεση τους τελευταίους μήνες και να καταρρέουν μετά τις εκλογές. Οι ανησυχίες αυτές είναι βάσιμες. Ο Τραμπ αποτελεί τον πιο ένθερμο υποστηρικτή των ορυκτών καυσίμων, κάνοντας ακόμα και ορισμένους από τους Τεξανούς CEOs των πετρελαϊκών κολοσσών να φαίνονται μετριοπαθείς δίπλα του. Πέρα από την αγάπη του για τις εξορύξεις, ο Τραμπ απεχθάνεται τις πράσινες τεχνολογίες, έχοντας δεσμευτεί να απαγορεύσει τα υπεράκτια αιολικά πάρκα από την πρώτη του ημέρα στο Οβάλ Γραφείο και χαρακτηρίζοντας τον IRA ως «πράσινη απάτη». Η βεβαιότητα ότι ο Τραμπ θα πολεμήσει οτιδήποτε σχετίζεται με την καθαρή ενέργεια είναι τόσο μεγάλη, ώστε ακόμα και το λόμπι των υδρογονανθράκων προσπαθεί να τον πείσει να διατηρήσει ορισμένες από τις πρωτοβουλίες που συνεπάγονται τη δική τους χρηματοδότηση.
Εκτός από τα σχέδια του Τραμπ για το εσωτερικό των ΗΠΑ, αν κρίνει κανείς από την προηγούμενη θητεία του, πιθανότατα θα αξιοποιήσει τη θέση του προκειμένου να αναγκάσει τους στενότερους συμμάχους των ΗΠΑ να μειώσουν το εμπόριό τους με την Κίνα. Αυτό θα προκαλούσε αλυσιδωτές αντιδράσεις στις διεθνείς διαδικασίες για την πράσινη μετάβαση. Αφενός, τα κράτη αυτά θα καθυστερούσαν την εγχώρια ανάπτυξη πράσινων τεχνολογιών καθώς δεν θα είχαν πρόσβαση στην έτοιμη παραγωγή της Κίνας. Αφετέρου, η πράσινη μετάβασή τους θα γινόταν πολύ πιο ακριβή, καθώς θα αναγκάζονταν να αγοράσουν από άλλους κατασκευαστές ή να διαμορφώσουν τις δικές τους γραμμές παραγωγής. Επιπροσθέτως, ένας κόσμος με υψηλές γεωπολιτικές εντάσεις είναι ένας κόσμος με δυσκολότερες διπλωματικές πρωτοβουλίες. Αν τα κράτη, και ειδικά τα πιο πλούσια ή πολυπληθή, δεν έχουν μία διάθεση συνεννόησης, δεν πρόκειται να υπάρξει καμία ουσιώδης διεθνής συνεργασία για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι προσπάθειες της Κίνας στην καθαρή ενέργεια θα πάνε χαμένες. Αντιθέτως, η απανθρακοποίηση θα υλοποιηθεί αργά ή γρήγορα, ασχέτως τι επιθυμούν ορισμένες κυβερνήσεις, καθώς τα ορυκτά καύσιμα είναι πεπερασμένοι πόροι. Παράλληλα, η καθαρή ενέργεια καθίσταται όλο και πιο φθηνή, εν αντιθέσει με τις γεωπολιτικά ευάλωτες αγορές υδρογονανθράκων. Σταδιακά, η πλειοψηφία των κυβερνήσεων θα υιοθετήσει την πράσινη μετάβαση, όχι τόσο λόγω της κλιματικής αλλαγής, αλλά εξαιτίας των οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων που θα διαμορφωθούν. Και καθώς η Κίνα θα είναι παρούσα για να οδηγήσει αυτή τη νέα εποχή, οι ΗΠΑ θα πρέπει να αποφασίσουν τι ρόλο επιθυμούν να διαδραματίσουν.