Η πρόθεση του Έλληνα Διαχειριστή προκαλεί ήδη νέες τριβές με την κυπριακή πλευρά, αν λάβει κανείς υπόψη σημερινό δημοσίευμα στον Φιλελεύθερο, στο οποίο τονίζεται πως «παρόλο που οι ρυθμιστικές αρχές Κύπρου (ΡΑΕΚ) και Ελλάδας (ΡΑΑΕΥ) είχαν πάρει και υπογράψει από κοινού τον Σεπτέμβριο την απόφαση να μην εγκριθεί η ανάκτηση από τον ΑΔΜΗΕ ποσού 36,8 εκατ. από τα 48.8 εκατ. που αξίωσε έναντι της αγοράς από τη EuroAsia του έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης, η ελληνική Αρχή φέρεται να είναι έτοιμη να εγκρίνει μονομερώς στον ΑΔΜΗΕ την ανάκτηση του συνόλου των 48.8 εκατ.»
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στο ίδιο δημοσίευμα, η πρόθεση της ελληνικής Ρυθμιστικής Αρχής αιφνιδίασε τους αρμόδιους παράγοντες στην Κύπρο καθώς, ανέμεναν ότι η ΡΑΑΕΥ δεν θα υπαναχωρούσε από τα συμφωνημένα για το ρυθμιστικό πλαίσιο της συμφωνίας και τον διασυνοριακό καταμερισμό του κόστους, που προβλέπουν την από κοινού λήψη των σχετικών αποφάσεων.
Όπως αναφέρει ο Φιλελεύθερος, αν και δημοσιεύματα στον ελληνικό Τύπο συνεχίζουν να επιρρίπτουν στην κυπριακή πλευρά την ευθύνη για τις καθυστερήσεις στην προώθηση της διασύνδεσης, αλλά και για τις συνεχείς αναβολές από πλευράς ΑΔΜΗΕ, της παραχώρησης της τελικής δεσμευτικής παραγγελίας την Nexans για το καλώδιο, «πηγές στην Κύπρο θεωρούν πως αυτό που κάνει τον ΑΔΜΗΕ να δυσφορεί και να διοχετεύει κριτική προς τη ΡΑΕΚ είναι η άρνηση της κυπριακής Κυβέρνησης να λάβει απόφαση για αγορά μετοχών στον Great Sea Interconnector πριν ολοκληρωθεί η μελέτη δέουσας επιμέλειας από αμερικανικό οίκο και πριν ολοκληρωθούν άλλες αξιολογήσεις των οικονομικών δεδομένων του έργου» και προσθέτει: «Χωρίς τη συμμετοχή της Κύπρου, ο ΑΔΜΗΕ θεωρεί πως δύσκολα θα εξασφαλίσει άλλο επενδυτικό ενδιαφέρον και θα πρέπει να αρκεστεί στις δανειοδοτήσεις που του υπόσχονται ελληνικοί και ξένοι χρηματοδότες, με υψηλά επιτόκια. Τα πράγματα ίσως γίνουν ακόμα δυσκολότερα αν η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (EIB) δεν του εγκρίνει σύντομα το χαμηλότοκο δάνειο των 500 εκατ. ευρώ.»
Εν τω μεταξύ, νέα διάσταση στο όλο πρόβλημα δημιουργεί δημοσίευμα στο newmoney.gr, σύμφωνα με το οποίο «ο ΑΔΜΗΕ έχει ήδη προσφύγει στο ΣτΕ και στο αρμόδιο δικαστήριο της Κύπρου, «ζητώντας να τροποποιηθεί ο Διασυνοριακός Καταμερισμός του Κόστους (CBCA) που προβλέπει ότι σε περίπτωση που το έργο ναυαγήσει με υπαιτιότητα του ΑΔΜΗΕ ή του αναδόχου, θα πρέπει να καταβάλει αποζημιώσεις για τα τέλη χρήσης που θα έχουν πληρώσει οι καταναλωτές αλλά και για τα διαφυγόντα κέρδη. Όπως επισημαίνεται στο newmoney.gr «πρόκειται για έναν όρο που η ελληνική πλευρά κρίνει καταχρηστικό και εκτιμά ότι στέκεται ως πρόσθετο εμπόδιο στον δρόμο για την εξεύρεση επενδυτών».
Παρά τα όσα κυκλοφορούν, όμως, είτε ως πληροφορίες, είτε ως φήμες σε Αθήνα και Λευκωσία, οι υπουργοί Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης και Γιώργος Παπαναστασίου δήλωσαν, από την Λευκωσία όπου συναντήθηκαν με αφορμή την 2η Διακυβερνητική Σύνοδο Ελλάδας-Κύπρου, πως το έργο έχει κανονική χρηματοροή ενώ δεν προέβησαν σε καμία αναφορά σε καθυστερήσεις των εργασιών.
Πιο συγκεκριμένα, ο κ. Σκυλακάκης αναφέρθηκε στις ενέργειες που καταβάλλονται από τις δύο χώρες για στην εξάλειψη του γεωπολιτικού ρίσκου που συνοδεύει τον «Great Sea Interconnector». Όπως επισημαίνεται από καλά πληροφορημένες πηγές στην Αθήνα, η πρόοδος του έργου συνδέεται πλέον με το γεωπολιτικό ρίσκο που το συνοδεύει, ενδεχομένως και όχι με τις οικονομικές και τεχνικές λεπτομέρειες που απασχολούν τις δύο πλευρές, χωρίς να παραγνωρίζεται η καίρια σημασία που έχει η πρόοδος των ερευνών για την όδευση του καλωδίου. Ωστόσο, το ζήτημα του γεωπολιτικού κινδύνου –βλέπε Τουρκία- στην κατασκευή του GSI δεν μοιάζει να προβληματίζει αυτή την περίοδο την κυπριακή πλευρά, με τον υπουργό Ενέργειας και Βιομηχανίας της μεγαλονήσου, Γιώργο Παπαναστασίου, να δηλώνει, ότι είναι «διαχειρίσιμο», με τον Έλληνα ομόλογό του, Θόδωρο Σκυλακάκη να συμφωνεί σε αυτή τη θέση και να προσθέτει ότι δεν αναμένει ιδιαίτερα προβλήματα για την ολοκλήρωση του project , καθώς «υπάρχει σαφής στήριξη από τις ΗΠΑ» για να προσθέσει ότι πρόκειται για ένα έργο καλωδίωσης που δεν επηρεάζει τα δικαιώματα του βυθού της θάλασσας, και να εκφράσει την ελπίδα ότι στο τέλος θα επικρατήσει η κοινή λογική.
«Το έργο είναι τόσο σημαντικό πολιτικά, γεωπολιτικά και ενεργειακά για την Κύπρο και την ευρύτερη περιοχή που τελικά θα προχωρήσει κανονικά και θα δώσει μία τελείως άλλη διάσταση στο ενεργειακό σύστημα και της Κύπρου και στην ευρύτερη σύνδεση με το Ισραήλ» είπε χαρακτηριστικά ο Έλληνας ΥΠΕΝ.