ΗΠΑ: Τι Σημαίνει η Δέσμευση του Τραμπ για «Αμερικανική Ενεργειακή Κυριαρχία»;

ΗΠΑ: Τι Σημαίνει η Δέσμευση του Τραμπ για «Αμερικανική Ενεργειακή Κυριαρχία»;
της Αρχοντίας Γ. Καλλιτέρη
Δευ, 2 Δεκεμβρίου 2024 - 19:12

Οι προεδρικές εκλογές του 2024 ήταν μία από τις αναμετρήσεις όπου το ζήτημα της ενέργειας βρέθηκε στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης. Με τον Ντόναλντ Τραμπ να επιστρέφει σύντομα στον Λευκό Οίκο, οι αγορές, αλλά και οι καταναλωτές περιμένουν κατά πόσο θα καταφέρει να υλοποιήσει όσα υποσχέθηκε

Ο Τραμπ είχε επενδύσει στο θέμα της ενέργειας από την αρχή της εκστρατείας του, όντας έτσι κι αλλιώς ένας ένθερμος υποστηρικτής της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων και χρόνιος πολέμιος των πράσινων μορφών ενέργειας. Οι θέσεις του αυτές μάλιστα μετουσιώθηκαν σε δύο φράσεις κλειδιά της εκστρατείας του: «εξορύξεις, μωρό μου, εξορύξεις!» για την πρώτη και «νέα πράσινη απάτη» για τις δεύτερες. Έχοντας περάσει πλέον το στάδιο της εκστρατείας και βρισκόμενος στο στάδιο της μετάβασης της εξουσίας, ο Τραμπ επέλεξε δύο πρόσωπα που ενστρερνίζονται απολύτως τις απόψεις του για τις θέσεις-κλειδιά. Ο Κρις Ράιτ θα είναι Υπουργός Ενέργειας και ο Νταγκ Μπέργκαμ θα είναι Υπουργός Εσωτερικών. Παραδόξως, ο δεύτερος μάλλον θα διαδραματίσει σημαντικότερο ρόλο από τον πρώτο, καθώς θα είναι υπεύθυνος για τις άδειες εξορύξεων σε ομοσπονδιακή γη, ενώ θα ηγείται και του νέου Εθνικού Συμβουλίου Ενέργειας.

Το Εθνικό Συμβούλιο Ενέργειας, το οποίο είναι πιθανότατα εμπνευσμένο από το αντίστοιχο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας, θα ηγηθεί της προσπάθειας του Τραμπ για μία «αμερικανική ενεργειακή κυριαρχία», συντονίζοντας τις λειτουργίες όλων των ομοσπονδιακών οργανισμών που σχετίζονται με τις ενεργειακές επενδύσεις, ειδικά στους υδρογονάνθρακες. Ωστόσο, η δέσμευση του Τραμπ για κυριαρχία ακούγεται ιδιαίτερα ειρωνική όταν αναλογίζεται κανείς τα πραγματικά μεγέθη της σημερινής ενεργειακής βιομηχανίας των ΗΠΑ.

Η χώρα ήδη αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό πετρελαίου και φυσικού αερίου, χάρη στη σχιστολιθική επανάσταση των προηγούμενων ετών. Παράλληλα, η κυβέρνηση Μπάϊντεν αξιοποίησε το κενό που άνοιξαν οι κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας ώστε να αναδειχθεί στον μεγαλύτερο εξαγωγέα φυσικού αερίου και έναν από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς πετρελαίου. Η σημερινή ισχύς των ΗΠΑ στον ενεργειακό τομέα καθίσταται ακόμα πιο σαφής στην περίπτωση των τιμών του πετρελαίου: Η αυξημένη αμερικανική παραγωγή έχει καταφέρει να συγκρατήσει τις τιμές για αρκετούς μήνες παρά τις προσπάθειες του ΟΠΕΚ+ να πιέσει την τιμή του βαρελιού προς τα 100 δολάρια και τις συνεχείς γεωπολιτικές εντάσεις.

Από την άλλη πλευρά, αυτή η συγκράτηση των τιμών σημαίνει μειωμένα κέρδη για τους πετρελαϊκούς κολοσσούς, οι οποίοι υποστήριξαν έμπρακτα τον Τραμπ με δωρεές εκατομμυρίων δολαρίων. Η επιμονή του Τραμπ για μείωση του κόστους στα καύσιμα που αγοράζουν οι Αμερικανοί καταναλωτές μπορεί να τον φέρει σε τροχιά σύγκρουσης με τους πετρελαιοπαραγωγούς, καθώς μία περαιτέρω πτώση των κερδών τους θα δημιουργούσε σοβαρά ζητήματα στην πληρωμή των μερισμάτων τους. Άρα, η αύξηση της παραγωγής μέσω των νέων επενδύσεων είναι μάλλον απίθανη, ακόμα και αν οι διαδικασίες διαγωνισμών και αδειοδοτήσεων επιταχυνθούν. 

Εξάλλου, δεδομένου ότι οι ΗΠΑ είναι μία πραγματικά «ελεύθερη αγορά»— τουλάχιστον για τις αμερικανικές επιχειρήσεις— η επιβολή περιοριστικών μέτρων εκ μέρους του Τραμπ θα ήταν αντίθετη με τις παραδοσιακές αρχές των Ρεπουμπλικάνων. Οφείλει, βέβαια, κανείς να θυμάται και ότι ο έτερος Ρεπουμπλικάνος Ρίτσαρντ Νίξον ήταν ο τελευταίος Πρόεδρος που επέβαλε πάγωμα τιμών το 1971, οδηγώντας στην ενεργειακή κρίση που κλιμακώθηκε το 1973.

Μένοντας στο θέμα των περιορισμών, ένας άλλος σκόπελος στα σχέδια του Τραμπ για ενεργειακή κυριαρχία είναι η επιβολή δασμών που έχει υποσχεθεί, ειδικά προς τα άλλα δύο κράτη της Βόρειας Αμερικής. Για το 2024, οι ΗΠΑ εισήγαγαν περίπου 5,2 εκατομμύρια βαρέλια αργού την ημέρα από τον Καναδά και το Μεξικό, με αρκετά αμερικανικά διυλιστήρια να εξαρτώνται από τις συγκεκριμένες εισαγωγές. Ως εκ τούτου, η επιβολή δασμών θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των τιμών περί το 10%, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι επιπτώσεις των δασμών σε άλλα κράτη. Παρά τις ανησυχίες των ανθρώπων της αγοράς, το επιτελείο του Τραμπ δεν έχει προσφέρει περισσότερες πληροφορίες για το ζήτημα, με μία εξαίρεση για τα ενεργειακά προϊόντα να φαίνεται απίθανη. 

Ένα τρίτο εμπόδιο στην ατζέντα του Τραμπ είναι οι θέσεις του σχετικά με την πράσινη ενέργεια. Ασχέτως των προτιμήσεων του Τραμπ, η πράσινη μετάβαση δεν έχει απλώς ξεκινήσει, αλλά ήδη αποτελεί πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ των μεγαλύτερων οικονομιών. Με την Κίνα να κατέχει την αδιαμφισβήτητη πρωτοκαθεδρία, τόσο σε επίπεδο παραγωγής, όσο και επίπεδο ανάπτυξης των ΑΠΕ, μία οπισθοχώρηση των ΗΠΑ θα σηματοδοτούσε ακόμα μεγαλύτερο άνοιγμα της ψαλίδας. Δεδομένου ότι ο Τραμπ και πολλά μέλη της κυβέρνησής του θεωρούν την Κίνα ως τη μεγαλύτερη απειλή για τις ΗΠΑ, η άνευ όρων παράδοση στον τομέα της καθαρής ενέργειας μοιάζει με μία παράλογη κίνηση.

Πέραν αυτού, οι ΑΠΕ έχουν ήδη αποδείξει πως μειώνουν το κόστος ενέργειας στις περισσότερες αγορές, με αρκετές πολιτείες που δεν έχουν αποθέματα ορυκτών καυσίμων να τις θεωρούν απαραίτητες. Φυσικά, δεν πρέπει κανείς να υποτιμά και τα οφέλη των πράσινων επενδύσεων για τις τοπικές κοινωνίες. Όπως έχουν δείξει πολλές έρευνες, οι πιο κερδισμένες πολιτείες από την κλιματική πολιτική του Προέδρου Μπάϊντεν είναι οι παραδοσιακά Ρεπουμπλικανικές. Αν ο Τραμπ ξηλώσει τα νομοσχέδια του προκατόχου του, δεν θα δημιουργήσει προβλήματα μόνο στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αλλά και στην ανάπτυξη της αμερικανικής επιχειρηματικότητας. Δυστυχώς για τον Τραμπ, οι απειλές του προς τις πράσινες επιχειρήσεις έχουν ήδη οδηγήσεις αρκετές αμερικανικές εταιρείες σε φυγή προς τρίτα κράτη.