φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν πιθανότατα θα οδηγούσε σε εισαγωγή ρωσικού φυσικού αερίου με άλλη ‘ετικέτα’. Το πρόβλημα αυτό έχει επισημανθεί από αρκετούς αναλυτές και καθίσταται όλο και πιο κρίσιμο καθώς το συμβόλαιο διαμετακομισμού μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας φτάνει στη λήξη του.
Ακόμα και μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ορισμένα κράτη της κεντρικής Ευρώπης συνεχίζουν να εισάγουν ρωσικά φυσικό αέριο μέσω αγωγών που περνούν από τα εδάφη του Κιέβου, φτάνοντας το 5% των συνολικών προμηθειών. Ωστόσο, το συμβόλαιο διαμετακομισμού φυσικού αερίου μεταξύ Gazprom και Naftogaz λήγει στις 31 Δεκεμβρίου, μία εξέλιξη που θα αλλάξει τον ενεργειακό χάρτη της Ευρώπης.
Μετά από τη ρητή άρνηση της Ουκρανίας να ανανεώσει το συμβόλαιο, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι είχαν επιδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου για να εντοπίσουν μία εναλλακτική παροχή καυσίμου, προκειμένου να αποφευχθεί μία ενεργειακή κρίση ανάλογη με του 2022. Η πιο «λογική» λύση ήταν η αύξηση των ποσοτήτων που εισάγονται από το Αζερμπαϊτζάν, με τις αρχές του Κιέβου και του Μπακού να έχουν συμμετάσχει σε διαπραγματεύσεις τους προηγούμενους μήνες.
Αυτό το σχέδιο φαίνεται να έχει ναυαγήσει όμως, με την Ουκρανία να τίθεται στο περιθώριο. Αντιθέτως, οι άμεσα ενδιαφερόμενες κυβερνήσεις, όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία φαίνονται να στρέφονται πως τον διαμετακομισμό μέσω Τουρκίας και Βαλκανίων. Εντούτοις, αυτό δεν λύνει το μεγαλύτερο ζήτημα, ότι δηλαδή το Αζερμπαϊτζάν θα μπορούσε θεωρητικά να επανεξάγει ρωσικό φυσικό αέριο προς την Ευρώπη, με την Ουκρανία να είναι η μόνη χαμένη της υπόθεσης.
Ως εκ τούτου, η Κάντρι Σίμσον πρότεινε την απευθείας αγορά ρωσικού φυσικού αερίου από τις ευρωπαϊκές εταιρείες κατόπιν συνεννόησης με τις ουκρανικές αρχές. Η Ουκρανία αποκομίζει περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια από τα συμβόλαια διαμετακομισμού, όμως μόλις το 20% είναι καθαρά κέρδη. Παράλληλα, ο βομβαρδισμός των ουκρανικών ενεργειακών υποδομών αποτελεί την πιο συνήθη επιθετική τακτική των ρωσικών δυνάμεων, παρόλο που οι αγωγοί φυσικού αερίου έχουν προς το παρόν γλιτώσει τα χειρότερα.
Από την άλλη πλευρά, η βούληση της ευρωπαϊκής ηγεσίας για αύξηση των εισαγωγών LNG από τις ΗΠΑ ως ένα μέσο αποφυγής των δασμών Τραμπ θα μπορούσε να αποδειχθεί μία άλλη λύση στο πρόβλημα που θα προκύψει μετά τις 31 Δεκεμβρίου. Αξίζει, πάντως, να αναφερθεί πως η εξάρτηση από έναν ενεργειακό προμηθευτή (ΗΠΑ) για να μειωθεί η εξάρτηση από έναν άλλον (Ρωσία), δεν λύνει το πραγματικό πρόβλημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή τη μη ενεργειακή της αυτονομία.