Ποια η «Επόμενη Μέρα» της Διαφαινόμενης Πτώσης Άσαντ για τη Μέση Ανατολή, την Ελλάδα και τον Κόσμο;

Ποια η «Επόμενη Μέρα» της Διαφαινόμενης Πτώσης Άσαντ για τη Μέση Ανατολή, την Ελλάδα και τον Κόσμο;
του Δημήτρη Φάρου
Παρ, 6 Δεκεμβρίου 2024 - 17:09

Ανατροπές με κολοσσιαίες επιπτώσεις για το γεωπολιτικό τοπίο στην Ανατολική Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή αλλά και τις ευρύτερες παγκόσμιες ισορροπίες φέρνει η εν εξελίξει προέλαση των τζιχαντιστών στη Συρία, ιδίως αν αυτή καταλήξει στην κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ. Ήδη, το μεσημέρι της Παρασκευής, 6 Δεκεμβρίου, έγινε γνωστό ότι τα στρατεύματα του Άσαντ υποχωρούν και από την πόλη Χομς, γεγονός που ίσως προδιαγράφει και το μέλλον της ίδιας της πρωτεύουσας, Δαμασκού

Είναι ευνόητο ότι από το αναδυόμενο σκηνικό δεν μένει ανεπηρέαστη η χώρα μας, ιδίως αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι οι ισλαμιστές αντάρτες της Βορειοδυτικής Συρίας ενισχύονται στρατιωτικά και χρηματικά από την Άγκυρα.

Ειδικότερα, για τη χώρα μας, οι τρέχουσες εξελίξεις φαίνεται να καταλήγουν στην εξολόθρευση των Ελληνορθοδόξων και λοιπών Χριστιανών της Συρίας και, γενικά, της Μέσης Ανατολής. Είναι τραγική ειρωνεία ότι, ενώ οι πληθυσμοί αυτοί εδώ και πάνω από έναν αιώνα – και με ρωσική ώθηση – τόνιζαν την αραβικότητά τους, αποκοπτόμενοι από την Ελληνορθοδοξία, τα τελευταία δέκα και πλέον χρόνια, δίνουν έμφαση στην ελληνική τους (θρησκευτική αλλά, συχνά, και εθνοτική) καταγωγή τους. Η ειρωνεία έγκειται στο ότι η Αθήνα κωφεύει στις εκκλήσεις τους για βοήθεια και, ακόμη χειρότερα, ακολουθεί μία τακτική που απλώς ακολουθεί την στρατηγική της Δύσης, η οποία φαίνεται ότι θα ανεχθεί ακόμη και την εξαφάνιση των ελληνορθοδόξων πληθυσμών της περιοχής, αν αυτό σημαίνει ένα σύμμαχο λιγότερο για την Μόσχα και την Τεχεράνη. Βέβαια, αυτό σημαίνει ότι η χώρα μας γίνεται όχι κάποιο «προκεχωρημένο φυλάκιο» της Δύσης εναντίον του ακραίου σουνιτικού Ισλάμ, αλλά, μάλλον, ένας βολικός και τρωτός κυματοθραύστης.

Η Άγκυρα, αντίθετα, στηρίζει από το 2011 τουλάχιστον τους τζιχαντιστές – «παρακλάδι» της Αλ-Κάιντα στη Συρία, με στόχο την ανατροπή του Άσαντ και την εγκατάσταση ενός φιλικού προς αυτή  σουνιτικού καθεστώτος στη Δαμασκό. Ακόμη και αν δεν πετύχει κάτι τέτοιο, η Τουρκία υπολογίζει ότι οι φιλικές προς αυτήν (και σιτιζόμενες από αυτήν) ομάδες των ακραίων Σουνιτών ανταρτών θα διαμορφώσουν μία ζώνη επιρροής με επίκεντρο το Χαλέπι, φιλοδοξία που εδράζεται στον «Εθνικό Όρκο» του 1920, και τον οποίο ο Ερντογάν επιχειρεί σταδιακά να υλοποιήσει. Αν υλοποιηθεί ο στόχος αυτός, στη μία ή την άλλη εκδοχή, δεν θα έχουν «ξηλωθεί» μόνο κάποιοι πολιτισμικά ή εθνικά συγγενείς προς την Ελλάδα πληθυσμοί ή ακόμη και οι Αλαουίτες – παραδοσιακοί αντίπαλοι των Σουνιτών και των Τούρκων, ήδη από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατόρίας. Θα έχει συμπληρωθεί ακόμη ένα κομμάτι σε ένα τουρκικό «παζλ» που σταδιακά περικυκλώνει την χώρα μας: κατεχόμενα της Κύπρου, φιλικές σχέσεις με την κυβέρνηση Ράμα και ενισχυμένη στρατιωτική παρουσία στην Αλβανία, και, φυσικά, η παρουσία της στη Λιβύη, η οποία δεν περιορίζεται σε ενίσχυση τζιχαντιστών αλλά διαθέτει αεροπορική βάση, «προστατεύει» πολιτικά και στρατιωτικά την κυβέρνησης της Τρίπολης, ενώ με το παράνομο τουρκολιβυκό σύμφωνο επιχειρεί να ακυρώσει τα ελληνικά επιχειρήματα όσον αφορά το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Και, φυσικά, όλα αυτά ενισχύουν τις απευθείας διεκδικήσεις ενάντια στη χώρα μας…

Η Δύση, για άλλη μια φορά, θεωρεί ότι η ανάσχεση της Ρωσίας μπορεί να δικαιολογήσει ακόμη και την πτώση της Συρίας στο τζιχαντιστικό Ισλάμ. Ούτε η ανάδυση μιας νέο-οθωμανικής Τουρκίας, σε ρόλο ρυθμιστή – «γενικού δερβέναγα» της περιοχής, ούτε η καταστροφή των τελευταίων κοσμικών στοιχείων στην Μέση Ανατολή, ούτε καν το ζοφερό ενδεχόμενο να γίνει η Συρία «σφηκοφωλιά» τζιχαντιστών τρομοκρατών που θα οργανώνουν επιθέσεις ενάντια σε ευρωπαϊκές – και όχι μόνο – χώρες μοιάζει να είναι αντίτιμα τόσο σημαντικά ώστε να ανατρέψουν την προτεραιότητα τού να στερηθεί ο Πούτιν ενός πολύτιμου συμμάχου στην περιοχή. Αυτό δείχνει, άλλωστε, και η παραδοχή των – ενισχυόμενων από τη Δύση - Ουκρανών ότι απέστειλαν drones αλλά και εκπαιδευτές στους Σύρους τζιχαντιστές, ώστε να ανοίξει ένα νέο μέτωπο κατά της Μόσχας ως αντιπερισπασμός στον πόλεμο στην Ουκρανία, στο οποίο οι Ρώσοι πραγματοποιούν σταθερά βήματα προόδου.

Το Ισραήλ, από την πλευρά του - και μετά και την «τακτοποίηση» του μετώπου στο Λίβανο, χάρη στην πρόσφατη εκεχειρία - αρκείται να θεωρεί ότι μία ανατροπή Άσαντ στερεί από την Τεχεράνη άλλον ένα σύμμαχο και, μάλιστα, τον κρίσιμο «ενδιάμεσο κρίκο» του διαδρόμου της επιρροής της προς τη Μεσόγειο. Το βράδυ της Πέμπτης, 5 Δεκεμβρίου, η αεροπορία του Ισραήλ βομβάρδισε αποθήκες προηγμένων όπλων των δυνάμεων του Άσαντ νοτιοανατολικά του Χαλεπίου. Και στον συριακό εμφύλιο, άλλωστε, το Τελ Αβίβ δεν παρέλειπε να βομβαρδίζει θέσεις κοντά στη Δαμασκό. Από ό, τι φαίνεται, η πρόκληση μίας χαώδους κατάστασης στη Συρία, όπου θα κανοναρχούν διάφορες τζιχαντιστικές ένοπλες ομάδες, είναι μια κατάσταση πιο ανεκτή και, πάντως, πιο διαχειρίσιμη για το Ισραήλ από ό, τι η παραμονή στην εξουσία του Άσαντ, ο οποίος θα τελεί υπό την ενίσχυση και την πατρωνία της Τεχεράνης (και, βέβαια, και από τη Μόσχα).

Ας κάνουμε μία αναφορά, στο σημείο αυτό, και στους Κούρδους αντάρτες της Συρίας, οι οποίοι φαίνεται ότι έχουν χτυπήσει, σε κάποια σημεία, τις δυνάμεις του Άσαντ. Μπορεί η πτώση του καθεστώτος να αναζωπυρώσει σενάρια διαμελισμού της χώρας και, άρα τη δημιουργία ενός κουρδικού κρατιδίου, πιθανόν με τις ευλογίες ΗΠΑ και Ισραήλ. Ωστόσο, αν το νέο καθεστώς αποτελέσει βραχίονα της Άγκυρας, οι Κούρδοι πιθανόν να καταλήξουν απλώς αναλώσιμα εργαλεία στα χέρια του Ερντογάν. Μην ξεχνάμε, εξάλλου, ούτε τις διαιρέσεις ανάμεσα στις διάφορες κουρδικές φατρίες ούτε το ότι κανένα από τα κράτη της περιοχής δεν βλέπει με καλό μάτι ένα «μεγάλο Κουρδιστάν».

Τέλος, ο μεγάλος χαμένος από την εξίσωση, όπως αυτή φαίνεται να σχηματοποιείται, είναι η Ρωσία, η οποία χάνει το βασικό της – ή, καλύτερα, το τελευταίο της - έρεισμα στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Μάλιστα, η κατάσταση φαίνεται απόλυτα ζοφερή για την διατήρηση της παρουσίας της στην περιοχή, αν αληθεύουν οι ειδήσεις ότι  το Ρωσικό Ναυτικό εγκαταλείπει τη ναυτική βάση της Ταρτούς (η Μόσχα διατηρεί αεροπορική βάση στην Λαττάκεια). Αν η βάση αυτή εγκαταλειφθεί, η Ρωσία δεν θα μπορεί να μεταφέρει στρατεύματα διά θαλάσσης στην Συρία (κάτι, άλλωστε, ήδη δύσκολο καθώς η Τουρκία έχει επιβάλει δραστικό περιορισμό στη διέλευση πολεμικών πλοίων μέσω των Στενών μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία), η ενίσχυση του Άσαντ και η εξάλειψη των τζιχαντιστών αντιπάλων του θα είναι δύσκολη έως αδύνατη.

Σε περίπτωση, όμως, πτώσης του Άσαντ, η ρωσική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο εκλείπει σε στρατιωτικό αλλά και γεωπολιτικό επίπεδο και «μαρκάρεται», πλέον, στενά από τη Δύση στην Κριμαία. Στο πλαίσιο αυτό, η Τουρκία δεν έχει κανένα κίνητρο να επιτρέψει τη διέλευση πλοίων από το Βόσπορο, τα οποία θα πάνε να χτυπήσουν τους δικούς της πολεμικούς «αντιπροσώπους», δηλαδή τους προελαύνοντες τζιχαντιστές της Συρίας. Ακόμη χειρότερα, αυτό μπορεί να αναζωπυρώσει μέτωπα στον Καύκασο, όχι μόνο ανάμεσα σε Τουρκία-Αζερμπαϊτζάν και Αρμενία, αλλά ακόμη και σε …διά πυρός και σιδήρου «τακτοποιημένες» (ως τώρα) εστίες ακραίου Ισλάμ μέσα στη Ρωσική Ομοσπονδία (βλ. Τσετσενία). Εξάλλου, σε μία Ρωσία που δεν θα μπορεί να έχει «προβολή ισχύος» (projection of power) στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, αλλά θα δίνει, ουσιαστικά, «μάχη οπισθοφυλακών» κάποιες εκατοντάδες χιλιόμετρα από τη Μόσχα στο Ντονμπάς αλλά, πλέον, και στο Κουρσκ, ο Πούτιν θα κινδυνεύει ή να ανατραπεί ή να μετατραπεί σε …Γέλτσιν!

Μπορούν να διατυπωθούν στο σημείο αυτό κάποια καταληκτικά ερωτήματα για όσα συμβαίνουν τώρα, καθώς και για το μακρινό αλλά και για το πιο άμεσο μέλλον:

  • Η προσπάθεια διάσωσης του Άσαντ εκ μέρους της Ρωσίας, θα καθιστούσε πιθανό το ενδεχόμενο ακόμη και ενός πολέμου με την Τουρκία, ενώ θα την έφερνε σε αντιπαράθεση και με το Ισραήλ. Είναι, μήπως, ο φόβος ότι, μετά την Ουκρανία, πιθανόν να εμπλακεί σε ένα δεύτερο πολεμικό μέτωπο στην Συρία, που την αναγκάζει – όπως όλα δείχνουν – σε άρον-άρον απόσυρση;
  • Τι θα σημάνει αυτό για την πορεία του πολέμου στην Ουκρανία;
  • Τι θα σημάνει αυτό για την σταθερότητα του καθεστώτος Πούτιν;
  • Η διαφαινόμενη κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ προδιαγράφει εξελίξεις και για την τύχη του καθεστώτος του Ιράν και, αν ναι, με τι ταχύτητες;
  • Είναι ικανή συνθήκη για την ασφάλεια του κράτους του Ισραήλ μία Συρία που θα έχει ξεφύγει από την επιρροή της Τεχεράνης αλλά θα έχει μετατραπεί σε εστία τζιχαντιστικών ομάδων; Και ποια η ισορροπία στη σχέση Τελ Αβίβ – Άγκυρας στο σκηνικό αυτό;
  • Μπορεί η Δύση να αντέξει να έχει στον περίγυρό της μία Μέση Ανατολή με διάσπαρτους πυρήνες τζιχαντιστών; Και, μάλιστα, όταν αυτοί θα διευθύνονται ή, έστω, θα πατρονάρονται από την νέο-οθωμανική Τουρκία; Και ποια η μοίρα της Ελλάδας στις συνθήκες αυτές;
  • Τέλος, θα δούμε, άραγε, και άλλες καταιγιστικές εξελίξεις μέχρι να αναλάβει εκ νέου Πρόεδρος των ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ, στα τέλη του ερχόμενου Ιανουαρίου;