Η Υπηρεσία Ενέργειας της Δανίας ανακοίνωσε πως έλαβε μηδέν αιτήσεις για τον μεγαλύτερο διαγωνισμό ανάπτυξης υπεράκτιων αιολικών στην ιστορία της χώρας. Ο διαγωνισμός αποτελούσε το πρώτο στάδιο για τον τριπλασιασμό του υφιστάμενου δυναμικού μέχρι το 2030 με την προσθήκη τριών υπεράκτιων αιολικών πάρκων στη Βόρεια Θάλασσα. Ο διαγωνισμός για τρία επιπλέον πάρκα θα διαρκέσει μέχρι τον Απρίλιο, με τις προοπτικές να είναι εξίσου απαισιόδοξες. Συνολικά, η Δανία επιθυμεί να προσθέσει 6 GW υπεράκτιας αιολικής ενέργειας μέχρι το τέλος της δεκαετίας ώστε να επιτύχει τον στόχο των μηδενικών εκπομπών μέχρι το 2045.
Ο Υπουργός Κλίματος και Ενέργειας, Λαρς Άαγκαρντ δήλωσε πως τα αποτελέσματα είναι «πολύ απογοητευτικά». Οι αρμόδιες αρχές θα ξεκινήσουν ανοιχτό διάλογο με την εγχώρια αγορά ώστε να κατανοήσουν τι ακριβώς ευθύνεται για αυτή την έλλειψη ενδιαφέροντος. Η Δανία είναι η έδρα ορισμένων από τις μεγαλύτερες εταιρείες αιολικής ενέργειας, μεταξύ αυτών η Vestas και η Orsted. Εντούτοις, τόσο αυτές οι επιχειρήσεις, όπως και πολλοί άλλοι σημαντικοί παίκτες του κλάδου βρίσκονται αντιμέτωποι με σωρεία προβλημάτων.
Ένα από αυτά είναι η μειωμένη κερδοφορία των ΑΠΕ, κάτι που αποθαρρύνει τους δυνητικούς επενδυτές. Στη γειτονική Σουηδία, η αιολική ενέργεια είναι τόσο φθηνή που πλέον οι επενδυτές δεν είναι διατεθειμένοι να αναπτύξουν νέα έργα χωρίς υψηλές κρατικές επιδοτήσεις. Από την άλλη πλευρά, οι επενδύσεις καθίστανται ακόμα πιο δυσχερείς εξαιτίας του μεγάλου αρχικού κόστους και του αυξανόμενου κόστους ασφάλισης. Επιπροσθέτως, οι ευρωπαίοι κατασκευαστές έργων ΑΠΕ είναι αντιμέτωποι με τους εντεινόμενους περιορισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την προμήθεια υλικών, με τους φθηνότερους και γρηγορότερους κινέζους προμηθευτές να βρίσκονται στο μικροσκόπιο για λόγους ανταγωνισμού και ασφαλείας. Αντίστοιχα, η αγορά στις ΗΠΑ αναμένεται να “παγώσει” για τα επόμενα χρόνια, καθώς η κυβέρνηση Τραμπ θα σταματήσει να παρέχει άδειες και κίνητρα στους επενδυτές. Εντός αυτού του πλαισίου, οι άνθρωποι της αγοράς έχουν επισημάνει και τις εντεινόμενες κοινωνικές αντιδράσεις που συχνά οδηγούν σε καθυστερήσεις ή και ακυρώσεις νέων έργων.