Η Κίνα θα στρέψει τα τεχνολογικά όπλα της Ουάσιγκτον εναντίον των γειτόνων της στη Νοτιοανατολική Ασία το 2025. Οι περιορισμοί των ΗΠΑ στις εισαγωγές ημιαγωγών και άλλων αγαθών εμπόδισαν την πρόοδο της τεχνητής νοημοσύνης στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Το Πεκίνο, όμως, αρχίζει να αντεπιτίθεται και πρωτίστως στο στόχαστρό της μπαίνουν οι επιχειρηματικοί κολοσσοί στην Ιαπωνία και στη Νότια Κορέα. Το 2022 ο σήμερα απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν εφάρμοσε σαρωτικά μέτρα για να εμποδίσει την πρόσβαση της Κίνας σε ημιαγωγούς (τσιπ) αιχμής και στη συναφή τεχνολογία κατασκευής τους. Εκτοτε η Ουάσιγκτον επέκτεινε τους ελέγχους της για να καλύψει μια ευρύτερη σειρά υλικών και εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένων μηχανών και εργαλείων που κατασκευάζονται από τον ολλανδικό γίγαντα ASML και την Tokyo Electron της Ιαπωνίας. Τον Δεκέμβριο η κυβέρνηση Μπάιντεν πρόσθεσε περισσότερες από 100 κινεζικές εταιρείες στον κατάλογο εμπορικών περιορισμών ως μέρος του νέου πακέτου μέτρων της. Οπως ήταν αναμενόμενο, η Κίνα αντέδρασε. Στα μέσα του 2023 η κυβέρνηση άρχισε να απαιτεί άδειες εξαγωγής για τα κάτωθι ζωτικής σημασίας υλικά που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή μπαταριών, ημιαγωγών, οπτικών ινών και όπλων: γάλλιο, γερμάνιο, γραφίτη και αντιμόνιο.
Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ματιά στις εμπορικές ροές δεν έδειξε ότι οι κινεζικές Αρχές αρνούνται συστηματικά τις άδειες εξαγωγών, σύμφωνα με τον Κόρι Κομπς, ερευνητή από την εταιρεία ανάλυσης Trivium China. Αυτό, εντούτοις, δεν θα μείνει ως έχει, διότι μετά τις τελευταίες κινήσεις της Ουάσιγκτον η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε την πλήρη απαγόρευση εξαγωγών προς τις ΗΠΑ ορισμένων εξ αυτών των υλικών. Πρόκειται για τα σκληρότερα μέχρι τώρα μέτρα του Πεκίνου, ενώ δεν μπορούν να αποκλειστούν περαιτέρω αντίποινα επειδή η Κίνα μένει πιο πίσω στην τεχνητή νοημοσύνη. Τοπικοί κολοσσοί τεχνολογίας, όπως η Tencent και η Baidu, εξαντλούν τα αποθέματά τους σε νέους ημιαγωγούς της πλέον απαγορευμένης Nvidia και δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να στραφούν σε εγχώριες εναλλακτικές για να εκπαιδεύσουν τα γλωσσικά μοντέλα τους τεχνητής νοημοσύνης. Ωστόσο, το πιο πρόσφατο τσιπ της κινεζικής Huawei, λ.χ., είναι τρεις γενιές πίσω, όπως ανέφερε το Bloomberg.
Μέσα σε αυτό το τοπίο, το Πεκίνο θέτει αθόρυβα τις βάσεις για να εξοπλίσει το σχεδόν μονοπώλιο που έχει εδραιώσει σε σπάνιες γαίες και κρίσιμης σημασίας για την υψηλή τεχνολογία ορυκτά. Τον Ιούνιο η κυβέρνηση ανακοίνωσε σειρά κανονισμών με στόχο την προστασία των προμηθειών σπάνιων γαιών της χώρας. Αυτοί οι κανόνες καλύπτουν την εξόρυξη, την τήξη και το εμπόριο, ενώ θεσπίζουν την κρατική ιδιοκτησία των σπάνιων γαιών ως πολύτιμων πόρων. Η δε τελευταία απαγόρευση εξαγωγών από το υπουργείο Εμπορίου της Κίνας ακολουθεί μια γενικότερη αναθεώρηση. Αν και οι προηγούμενοι περιορισμοί για το γάλλιο και το γερμάνιο ήταν αποσπασματικοί, το νέο ενοποιημένο καθεστώς προβλέπει αυστηρότερη κυβερνητική εποπτεία σε τεχνολογίες και αγαθά που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για πολιτικούς και στρατιωτικούς σκοπούς. Ειδικότερα, οι κινήσεις του Πεκίνου έχουν σοβαρό αντίκτυπο και στις συμμάχους των ΗΠΑ στην Ασία. Η Ιαπωνία, π.χ., βασίζεται στην Κίνα για το σχεδόν ένα τρίτο των εισαγωγών της σε σύγκριση με το 13% από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτά τα προϊόντα ποικίλλουν από μηχανήματα έως οργανικές χημικές ουσίες και ηλεκτρικό εξοπλισμό. Η δε εξάρτηση της Νότιας Κορέας από την Κίνα για πέντε από τις έξι πρώτες ύλες που είναι απαραίτητες για την κατασκευή τσιπ αυξήθηκε πράγματι το 2023. Οπερ σημαίνει, τέλος, ότι οι εταιρικές πρωταθλήτριες των δύο χωρών βρίσκονται σε ευάλωτη θέση. Η Toyota έχει εκφράσει κατ’ ιδίαν τις ανησυχίες της μήπως η Κίνα διακόψει την πρόσβασή της σε καίριας σημασίας μεταλλεύματα.
(από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)