μην κάτσει στο τραπέζι ως ο μεγάλος χαμένος. Βέβαια σε στιγμές έντασης, δεν αποκλείεται και το μοιραίο ατύχημα που θα συμπαρασύρει σε πολεμική τροχιά και την Δύση.
Η Κίνα με αθόρυβες κινήσεις έχει καταφέρει να ενισχύσει την παγκόσμια επιρροή της και να εγκαθιδρύσει μαζί με την Ινδία την στροφή των χωρών του Κόλπου προς την Ασία, κάνοντας παράλληλα ανοίγματα και στις χώρες της Αφρικής. Σε αυτό έχει συμβάλλει βέβαια και η ενισχυμένη ομάδα των BRICS (Ρωσσία, Κίνα, Ινδία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Βραζιλία, Αίγυπτος, Ιράν, Νότιος Αφρική και Αιθιοπία), που επιδιώκει να καταστεί το αντίπαλον δέος των G7. Η δε Ινδία είναι η μόνη μεγάλη ανερχόμενη δύναμη που κρατά ισορροπημένες σχέσεις με Ανατολή και Δύση. Και δικαίως έχει μετατραπεί στο “μήλον της έριδος” μεταξύ των αντίπαλων στρατοπέδων καθώς παρουσιάζεται ώς η νέα ηγέτιδα δύναμη της Ασίας, εκθρονίζοντας ακόμη και το Πεκίνο.
Η Τουρκία από την άλλη επωφελείται τα μέγιστα από αυτό το κενό εξουσίας που παρατηρείται στην Δύση. Ήταν ένας από τους ενορχηστρωτές της ταχύτατης καθαιρέσεως του Άσαντ από την εξουσία στην Συρία και φιλοδοξεί να έχει λόγο στο νέο καθεστώς που θα διαμορφωθεί στην Συρία, διώχνοντας ταυτόχρονα τους Κούρδους από τις περιοχές που ελέγχουν στα βόρεια της χώρας αλλά και εγκλωβίζοντας Ελλάδα και Κύπρο στην Ανατολική Μεσόγειο με τυχόν συμφωνία ΑΟΖ Τουρκίας-Συρίας. Τα κέρδη της Άγκυρας από την επιχείρηση αυτή είναι σημαντικά. Κυρίως διότι έδειξε σε όλους ότι είναι μια υπολογίσιμη δύναμη στην περιοχή. Υπενθύμισε όμως παράλληλα και τα νεοοθωνικά σχέδια του Ερντογάν, τα οποία δεν αρέσουν διόλου στους επίσης ισχυρούς γείτονές του στην περιοχή, το Ισραήλ και τις Χώρες του Κόλπου. Και το ερώτημα είναι άραγε ποιός θα υπερισχύσει σε αυτή την άτυπη μάχη εξουσίας στην Μέση Ανατολή; Αλλά και γενικότερα αν οι νέοι αυτοί παίκτες θα καταφέρουν τελικά να διαρρήξουν το δυτικό μέτωπο που κυριαρχούσε επί δεκαετίες, αλλάζοντας άρδην τις παγκόσμιες ισορροπίες.