Για να είμαι ειλικρινής, αυτού του είδους τις “εξαγγελίες” τις υποδέχομαι με μισό καλάθι, καθώς είναι σύνηθες για τους πολιτικούς αρχηγούς να υπόσχονται εύκολα και πολλά και στο τέλος να κάνουν μια τρύπα στο νερό. Ο πρώτος χρόνος της νέας θητείας του Κυριάκου Μητσοτάκη υπήρξε «στριφνός» από πολλές απόψεις. Οι επιδόσεις της κυβέρνησης σε μια σειρά ζητημάτων, από την ακρίβεια στα τρόφιμα, στα καύσιμα και την ενέργεια, μέχρι την ασφάλεια της χώρας και την εξωτερική πολιτική έγιναν αντικείμενο ανελέητης κριτικής από το σύνολο της αγοράς και από ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας.
Η δημοτικότητα της κυβέρνησης που είχε εκτιναχτεί στη στρατόσφαιρα τους πρώτους μήνες από το ξέσπασμα της πανδημίας του Covid 19, ξέφτισε.
Οι δημοσκοπήσεις της κοινής γνώμης ήταν ο καθρέφτης αυτής της αιφνίδιας (;) μεταστροφής του κλίματος στην κοινή γνώμη, έστω και αν τούτο δεν έχει αποφέρει, ακόμη, απτά οφέλη για τα κόμματα της αντιπολίτευσης που πασχίζουν να βγουν από την εσωστρέφεια στην οποία εγκλωβίστηκαν τα τελευταία χρόνια.
Γιατί όμως, παραδοσιακοί ψηφοφόροι της κεντροδεξιάς παράταξης και φανατικοί οπαδοί του Κυριάκου Μητσοτάκη να έχουν ανέβει «στα κάγκελα» και να ξιφουλκούν εναντίον του;
Το καλοκαίρι που μας πέρασε βρήκε απάντηση ένα μέρος αυτής της απορίας που με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι η “εκτίμηση”, του κυβερνητικού στελέχους ίσως να είχε, τελικά βάση…
Η προφανής απάντηση είναι, μεταξύ άλλων, η παρατεταμένη ακρίβεια και η υψηλότερη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών.
Για πρώτη φορά στα χρονικά, ο μέσος φόρος εισοδήματος που θα κληθούν οι ελεύθεροι επαγγελματίες να καταβάλουν για το 2024 υπερβαίνει τον μέσο φόρο των μισθωτών και των συνταξιούχων που αποτελούν τους μόνιμους αιμοδότες της φορολογίας. Έτσι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα πληρώσουν μέσο φόρο 2.472 ευρώ, ενώ οι μισθωτοί 1.816 ευρώ!
Αυτό συμβαίνει χάρη στον τεκμαρτό τρόπο φορολόγησης με την κατανομή των φορολογικών βαρών να γίνεται πιο δίκαιη αφού ο σχεδιασμός στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κατατείνει στο να φορολογούνται τα πραγματικά εισοδήματα των ελεύθερων επαγγελματιών.
Σημειώνουμε ακόμη ότι προτού ψηφιστεί ο νέος νόμος, το 71% των ελεύθερων επαγγελματιών δήλωνε εισόδημα κάτω από τον κατώτατο μισθό, ενώ ένας στους δύο δήλωσε μηνιαίο εισόδημα… 268 ευρώ στην εφορία!
Τέλος, το 4% των ελευθέρων επαγγελματιών (μόλις 29.000 άτομα) πλήρωνε το 50% των φόρων που αναλογούσαν στην κατηγορία, ενώ 172.000 ελεύθεροι επαγγελματίες πλήρωναν φόρο λιγότερο από 500 ευρώ το χρόνο!!!
Δεν σας φαίνεται επαρκής λόγος για τον «λαϊκό ξεσηκωμό» απέναντι στην «ανάλγητη» κυβέρνηση της «δεξιάς»;
Η οικονομία…
Για να δούμε όμως τα πράγματα πίσω από τη θορυβώδη επιφάνεια της ελληνικής πολιτικής σκηνής… Το 2024 που αφήνουμε, σύντομα, πίσω μας, η ελληνική οικονομία συνέχισε να αναπτύσσεται, παρά τις αβεβαιότητες στο διεθνές περιβάλλον.
Σύμφωνα με τελευταία οικονομική ανάλυση μεγάλης συστημικής τράπεζας της χώρας, το πρώτο εννεάμηνο του έτους, το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,3% σε ετήσια βάση, ήτοι, ρυθμός σημαντικά υψηλότερος του μέσου όρου της Ευρωζώνης που ήταν μόλις 0,6%. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, οι βραχυχρόνιοι δείκτες οικονομικής δραστηριότητας και προσδοκιών υποδεικνύουν ότι η ελληνική οικονομία θα διατηρήσει την αναπτυξιακή της δυναμική της μεσοπρόθεσμα, με έναν σταθερό ρυθμό κοντά στο 2%.
Όπως τονίζεται δε, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος παραμένει υψηλότερος από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και στηρίζεται στην ενίσχυση των επιχειρηματικών προσδοκιών.
Ακόμη, η ανεργία υποχωρεί σταθερά και η απασχόληση αυξάνεται, παρά το γεγονός ότι η χώρα υπολείπεται του ευρωπαϊκού μέσου όρου από άποψης ποσοστού συμμετοχής του πληθυσμού στο εργατικό δυναμικό. Αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί, μεσοπρόθεσμα, γεγονός που θα ενισχύσει το συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και την κατανάλωση.
Ο γενικός δείκτης τιμών υποχωρεί, επίσης, σταθερά και διαμορφώθηκε στο 2,8% την περίοδο Ιανουάριος-Νοέμβριος 2024, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εξέλιπαν και οι αιτίες (κυρίως λόγω της επίδρασης του τομέα υπηρεσιών) για την αύξηση του κόστους ζωής των καταναλωτών.
Όπως εκτιμούν οι αναλυτές, η ιδιωτική κατανάλωση παραμένει η κύρια συνιστώσα του ΑΕΠ και της αναπτυξιακής πορείας της χώρας και θα συνεχίσει να διαδραματίζει το βασικότερο ρόλο.
Βασικός μοχλός για την εδραίωση της οικονομικής επέκτασης (ανάπτυξη του ΑΕΠ) θα είναι, όμως, η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων για την υλοποίηση των φιλόδοξων επενδυτικών σχεδίων και την τόνωση της επιχειρηματικότητας.
Σημειώνουμε ότι έως το 2027, η χώρα θα έχει εξασφαλίσει περίπου 78,6 δισεκ. ευρώ από ευρωπαϊκούς πόρους και περίπου ακόμη 17 δισεκ. ευρώ από εθνικούς πόρους, ενώ οι επενδύσεις αναμένεται να επιταχυνθούν τα επόμενα χρόνια.
Τα εθνικά…
Στο έτερο «καυτό» μέτωπο της «κατακραυγής» προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ήτοι, τα εθνικά θέματα και τις επιδόσεις της κυβέρνησης, η - ας την χαρακτηρίσουμε «κριτική» - από την αντιπολίτευση (με έμφαση στην σκληρότατη εσωκομματική κριτική από τα «ιστορικά» στελέχη της παράταξης, ιδίως από τον πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά που επέφερε, τελικά και τη διαγραφή του από την κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ) βρίσκει ευήκοα ώτα σε ένα τμήμα της κοινωνίας που χειραγωγείται, είτε από τα κόμματα της λαϊκής δεξιάς, είτε από εκείνα που βρίσκονται στα αριστερά του πολιτικού φάσματος. Η κατηγορία προς τον Πρωθυπουργό είναι ότι έχει σχεδόν δώσει γη και ύδωρ στον Ερντογάν και επομένως, είναι εθνικός μειοδότης.
Αναρωτιέμαι, όμως, πώς γίνεται να έχει χαθεί το μέτρο στην ελληνική κοινωνία –επειδή σίγουρα έχει χαθεί σε ένα μεγάλο κομμάτι της πολιτικής ζωής. Προσωπικά, καταλαβαίνω απολύτως όλους όσοι έχουν περάσει από το Μαξίμου, δεξιοί, κεντροδεξιοί, σοσιαλιστές, κεντροαριστεροί και αριστεροί, οι οποίοι αποφεύγουν να δώσουν λαβή για ένα «θερμό» επεισόδιο με ένα κράτος που μοιάζει να επιζητεί τη σύγκρουση.
Και το αναφέρω ενώ θεωρώ πως η Τουρκία θα το σκεφτόταν διπλά και τρίδιπλα να αποφασίσει μια πολεμική περιπέτεια με ένα συντεταγμένο, αρκετά αναπτυγμένο και ισχυρό στρατιωτικά, κράτος. Οι πολεμικές περιπέτειες στις οποίες αποδύεται ο κακόβουλος γείτονας, αφορούν χώρες υπό διάλυση ή με μεγάλα εσωτερικά προβλήματα (από την εισβολή στην Κύπρο, μέχρι την εισβολή στην Συρία και τον πόλεμο δι’ αντιπροσώπων στην Λιβύη και στην Αρμενία).
Από την άλλη, θεωρώ εύλογη την απορία του Κυριάκου Μητσοτάκη, σε πρόσφατη συνέντευξή του, για το πώς είναι δυνατό να κατηγορείται για εθνική μειοδοσία την ώρα που “τρέχει” ένα από τα μεγαλύτερα προγράμματα εξοπλισμού της χώρας, ιδίως με …state of the art πολεμικά αεροσκάφη και πολεμικά πλοία –και όχι μόνο. Ή για το πώς απόκρουσε την made in Turkey, απόπειρα εισβολής δεκάδων χιλιάδων παράτυπων μεταναστών στον Έβρο, το 2020.
Και ασφαλώς, η αξιοποίηση της Αλεξανδρούπολης και η ανάδειξή της σε στρατηγικό asset τόσο για το ΝΑΤΟ όσο και για την εθνική ασφάλεια.
Θεωρώ πως η αναφορά του Πρωθυπουργού στην Ελλάδα που είναι σήμερα μια χώρα πιο ισχυρή οικονομικά, γεωπολιτικά, που έχει προχωρήσει στην ενίσχυση παραδοσιακών συμμαχιών αλλά και στην οικοδόμηση νέων και της οποίας η γνώμη μετράει πολύ περισσότερο στην Ευρώπη, «διότι δεν συζητά πια μόνο για τα θέματα τα υπαρξιακά τα οποία αφορούν την ίδια, αλλά συμμετέχει και συνδιαμορφώνει την ευρωπαϊκή ατζέντα του μέλλοντος» είναι ειλικρινής και απηχεί την πραγματικότητα.
Η γνωστή ρήση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, «έξω πάμε καλά» έχει εφαρμογή και στις ημέρες μας. Σε αντίθεση με τα όσα καταμαρτυρούν στον Κυριάκο Μητσοτάκη, για «ανεπαρκείς επιδόσεις» στο εσωτερικό μέτωπο, είναι πολλοί εκείνοι –και όχι κατ΄ ανάγκη “νεοδημοκράτες”- που του πιστώνουν την οικοδόμηση της εικόνας μιας εντελώς διαφορετικής χώρας στο εξωτερικό.
Η ενέργεια…
Οι επιδόσεις της κυβέρνησης στον τομέα της ενέργειας υπήρξαν αμφιλεγόμενες όλο το προηγούμενο διάστημα. Από την στροφή 180 μοιρών στο θέμα των ερευνών υδρογονανθράκων, μέχρι την αναποτελεσματικότητα στον έλεγχο και τη διαχείριση μιας ολιγοπωλιακού χαρακτήρα αγοράς στην ηλεκτρική ενέργεια, ο δρόμος που έχει διανυθεί δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ικανοποιητικός.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι ηγεσίες του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, διατείνονται ότι είχαν να αντιμετωπίσουν έναν ορυμαγδό κρίσεων από το ξέσπασμα της πανδημίας του Covid 19 μέχρι το “ράλι” των τιμών του φυσικού αερίου που επέφερε το άλμα των τιμών στον ηλεκτρισμό και τον πόλεμο στην Ουκρανία και την Γάζα που επιδείνωσαν το κλίμα και έβαλαν φρένο στις επενδύσεις σε όλο το φάσμα της ενέργειας.
Ισχύει σε μεγάλο βαθμό. Η πρώτη διακυβέρνηση Μητσοτάκη πέτυχε να αντιπαρέλθει σε ικανοποιητικό βαθμό τις σεισμικές επιπτώσεις αυτών των κρίσεων. Πότε με τις επιδοτήσεις των λογαριασμών του ρεύματος και του φυσικού αερίου για σχεδόν όλο το φάσμα της κατανάλωσης, πότε με την επιβολή πλαφόν και τη φορολόγηση των υπερκερδών των εταιρειών της ενέργειας –μια εντελώς αμφιλεγόμενη πολιτική απόφαση έναντι της οποίας, όμως, οι θιγόμενοι, αντέδρασαν υποτυπωδώς…- η κυβέρνηση επέδειξε πυγμή για να προστατεύσει ιδίως τους πιο αδύναμους και να αποτρέψει την επέκταση της ενεργειακής φτώχειας.
Παρά το γεγονός ότι προσφεύγει τακτικά στα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. με προτάσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου των πολύ υψηλών τιμών στο ρεύμα, εν τούτοις, φαίνεται ότι η επικράτηση της ενεργειακής πολιτικής που εκπορεύεται από συγκεκριμένα κέντρα εξουσίας, δεν επιτρέπουν την παρέκκλιση από τις πράσινες νόρμες.
Θα μπορούσε, ενδεχομένως, να προτείνει το "πάγωμα" των διαπραγματεύσεων CO2 στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ρύπων, προκειμένου να μπορέσει η χώρα να κάψει φθηνό λιγνίτη έως ότου εξέλειπε η απειλή για την ενεργειακή μας ασφάλεια, αλλά δεν το αποτόλμησε.
Τουλάχιστον, υπάρχει σαφής πρόοδος στις ηλεκτρικές διασυνδέσεις, τόσο στο εσωτερικό, με την ηλέκτριση των καλωδίων με τις Κυκλάδες, και την Κρήτη, όσο και στο εξωτερικό, έστω και με το αγκάθι του Great Sea Interconnector.
Ομοίως, η χώρα έχει εξασφαλίσει, επί του παρόντος, επάρκεια φυσικού αερίου και συνεχίζει να επενδύει στην ανάπτυξη FSRU και σε χερσαίες υποδομές με έμφαση στους διασυνδετήριους αγωγούς με τις γειτονικές χώρες της ΝΑ Ευρώπης.
Προχωρά, ακόμη, το έργο του εξηλεκτρισμού των μεταφορών, με την ηλεκτροκίνηση να κάνει αισθητή -αν και όχι σε απόλυτους αριθμούς- την παρουσία της στην ελληνική αγορά, χάρη στα γενναιόδωρα προγράμματα επιδότησης αγοράς Η/0 από το ΥΠΕΝ.
Η εντυπωσιακή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμα έργα δεν αρκεί για να συμπιέσει τις τιμές. Κανένας δεν έχει προσφέρει έως τώρα, μια εύλογη εξήγηση για τις αιτίες πίσω από την ακρίβεια. Η αγορά λειτουργεί με τους δικούς της κανόνες και οι καταναλωτές με τις δικές τους προτεραιότητες.
Οι στόχοι στο νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα που «παραήταν» φιλόδοξοι, έχουν μετριαστεί στην επικαιροποιημένη εκδοχή του. Οι έρευνες υδρογονανθράκων που είχαν εκπαραθυρωθεί από την ατζέντα, επί υπουργίας Κωστή Χατζηδάκη και υφυπουργίας Γεράσιμου Θωμά, επανέρχονται δειλά-δειλά στο προσκήνιο.
Συμπέρασμα…
Θεωρώ πως ένα από τα πιο στρατηγικά ελλείματα της παρούσας κυβέρνησης είναι οι μέτριες επιδόσεις της στον τομέα της επικοινώνησης του έργου της προς τους πολίτες. Αποτελεί διαχρονικό πρόβλημα των κυβερνήσεων της κεντροδεξιάς παράταξης.
Επί πρωθυπουργίας, Κώστα Μητσοτάκη, στην αρχή της δεκαετίας του ΄90, ενθυμούμαι, στενό πρόσωπο της οικογενείας μου που ανήκε στο χώρο της “ανανεωτικής αριστεράς”, να μου εκμυστηρεύεται, ύστερα από επίσκεψή του στην Θράκη, ότι συντελείται οικονομική «κοσμογονία» στην περιοχή και κανείς από την –τότε- κυβέρνηση δεν ομιλούσε γι΄αυτό (δεν μπορώ να αναφέρω το χαρακτηρισμό που …επιδαψίλευσε προς τα κυβερνητικά στελέχη της περιόδου για την αβελτηρία τους σε αυτό το κομμάτι…)
«Τα καλά νέα είναι ότι η οικονομία μας πάει καλά και τα κακά νέα είναι ότι ένα ευμέγεθες κομμάτι της κοινωνίας μας δεν το έχει αντιληφθεί», ήταν το απαύγασμα των όσων είπε ο πρωθυπουργός στο υπουργικό συμβούλιο.
Ο πρωθυπουργός επέρριψε την ευθύνη για αυτό σε ορισμένους «αριθμολάγνους», όπως του χαρακτήρισε υπουργούς οι οποίοι, είτε από επαγγελματική διαστροφή είτε από ιδεοληψίες, δεν το έχουν καταλάβει. Πιστεύουν ότι τα νούμερα από μόνα τους διαμορφώνουν τις πολιτικές συνειδήσεις.
Για αυτό και τους υπενθύμισε πως δεν είναι τεχνοκράτες αλλά πολιτικοί και στο τέλος της ημέρας, στον απολογισμό τους, θα πρέπει να υπάρχει ένα θετικό πολιτικό πρόσημο. Το πώς θα τα καταφέρουν ώστε οι πολίτες να διαπιστώσουν ότι δεν ευημερούν μόνον οι αριθμοί, είναι ζήτημα της πολιτικής δεξιότητας του κάθε υπουργού!
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι βέβαιο ότι διαθέτει μεγαλύτερο επικοινωνιακό χάρισμα από τον πατέρα του, όμως αυτό δεν αρκεί για να κατακαθίσει ο “κουρνιαχτός” και οι “οιμωγές” μιας αντιπολίτευσης που είναι φυσιολογικό να παίζει το χαρτί των δημόσιων εντυπώσεων για να φαίνεται ότι δίνει το παρών στην κοινωνία.
Από την άλλη, μια κυβέρνηση δεν μπορεί να καλλιεργεί αποκλειστικά το χωράφι με τις καλές επιδόσεις της στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής.
Ο Έλληνας ψηφοφόρος δεν θα εντυπωσιαστεί από τα επιτυχημένα ταξίδια του πρωθυπουργού στον Λίβανο, στην Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και την Ουάσιγκτον.
Ούτε από τα μεγάλα deals για την άμυνα, τις επιχειρήσεις και την ενέργεια.
Θα εκτιμήσει, όμως, μια πιο συνεπή πολιτική στην αντιμετώπιση της ακρίβειας. Τις καλύτερες τιμές για τη θέρμανση και την μετακίνησή του. Τις πιο αποτελεσματικές υπηρεσίες για την υγεία και την κοινωνική ασφάλιση. Το καλύτερο επίπεδο παιδείας. Την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης. Το πιο καθαρό περιβάλλον στις πόλεις. Πάνω απ’ όλα, τους πιο υψηλούς μισθούς και συντάξεις!
«Βρισκόμαστε σε μια τροχιά διαρκούς αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας. Αυτό δεν είναι αδιάφορο για τα ελληνικά νοικοκυριά. Είμαστε ευχαριστημένοι από αυτή την πρόοδο; Ναι, αν σκεφτούμε ότι είναι τα θεμέλια μιας σταθερά ανοδικής πορείας. Δεν είμαστε ευχαριστημένοι αν αυτά τα αριθμητικά δεδομένα δεν μεταφράζονται σε πιο άνετη καθημερινότητα. Θα γίνει αυτό. Γίνεται ήδη σε ένα βαθμό», δήλωσε πρόσφατα ο πρωθυπουργός.
Η ελληνική κοινωνία ωρίμασε χωρίς καν να το ξέρει από τα χρόνια των Μνημονίων. Ωρίμασε θεσμικά, πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά.