Οι διπλωματικές υπηρεσίες της Ρωσίας, της Τουρκίας και του Ιράν στα τέλη του 2016 άρχισαν τις διεργασίες για να ξεκινήσουν άμεσες διαπραγματεύσεις για τη συριακή διευθέτηση. Αυτό κατέστη εφικτό μετά τη βελτίωση των ρωσοτουρκικών σχέσεων, οι οποίες διερράγησαν λόγω της κατάρριψης, το Νοέμβριο του 2015, του ρωσικού βομβαρδιστικού που επιχειρούσε κατά Σύριων Τουρκμένων ανταρτών στη βόρεια Συρία, από μαχητικό αεροσκάφος F-16 της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας.
Τον Δεκέμβριο του 2016, το Καζακστάν ανέλαβε την ειρηνευτική πρωτοβουλία να φιλοξενήσει τις συζητήσεις στην Αστάνα. Έτσι, τον Ιανουάριο του 2017 ξεκίνησε η Πλατφόρμα συνομιλιών της Αστάνα μεταξύ εκπροσώπων της συριακής κυβέρνησης και της συριακής αντιπολίτευσης, με τη Ρωσία, το Ιράν και την Τουρκία να λειτουργούν ως εγγυητές. Από τον Ιανουάριο του 2017 έως τον Ιούνιο του 2023, η Αστάνα φιλοξένησε 20 συνόδους κορυφής των τριών χωρών (Ρωσία, Ιράν και Τουρκία) με τη συμμετοχή παρατηρητών (Ιορδανία, Ιράκ και Λίβανος) και αντιπροσωπειών του ΟΗΕ και της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού.
Η ιδιαιτερότητα της Πλατφόρμας της Αστάνα ήταν το γεγονός ότι πραγματοποιήθηκαν ταυτόχρονα δύο διαπραγματεύσεις: Η πρώτη αφορούσε τη συμφιλίωση της συριακής κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης και η δεύτερη τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Συρίας και Τουρκίας, με τη μεσολάβηση Ρωσίας και Ιράν. Όλες οι πλευρές γνώριζαν ότι επρόκειτο μόνο για μια προσωρινή εκεχειρία, οι αντιθέσεις ήταν τόσο βαθιές που κανείς δεν περίμενε να τελειώσει η σύγκρουση, όμως οι δύο πλευρές εξαντλημένες, οδηγήθηκαν σε κατάπαυση του πυρός.
Σύμφωνα με τις συμφωνίες της Αστάνα, οι οποίες στην πραγματικότητα εμπόδισαν την απελευθέρωση του Ιντλίμπ, ο συνασπισμός Συρίας-Ρωσίας-Ιράν είχε αποδεχθεί τον περιορισμό των εναπομεινάντων τρομοκρατών σε έναν θύλακα 6.000 τ.χλμ, διαπράττοντας στρατηγικό λάθος αφήνοντας την επιχείρηση ημιτελή. Ο τρομοκρατικός θύλακας του Ιντλίμπ υπό την προστασία της Τουρκίας, μετά από αρκετά χρόνια επανεξοπλισμού και προετοιμασίας, κατέλυσε την εξουσία στη Δαμασκό.
Αυτό αποτελεί και ένα δίδαγμα για τη Ρωσία, ότι θα πρέπει να αποκλείσει το πάγωμα του πολέμου στην Ουκρανία, χωρίς να επιτύχει τους στόχους της. Διαφορετικά, το επόμενο σενάριο θα μπορούσε να είναι το ίδιο. Προς τούτο το Κρεμλίνο αποκλείει οποιαδήποτε ρητορική κατάπαυσης του πυρός της Δύσης και επιδιώκει την αναδιαμόρφωση της ασφαλούς ζώνης στην Ευρασία, με την υποχρεωτική εξέταση των συμφερόντων της Ρωσίας.
Χωρίς να εμβαθύνουμε στις λεπτομέρειες, η συμφωνία της Αστάνα ήταν μια διαδικασία που θύμιζε τις ουκρανικές Συμφωνίες του Μινσκ. Όπως το Κίεβο, έτσι και η Άγκυρα ούσα εγγυήτρια της συμφωνίας, μαχαίρωσε πισώπλατα τη Μόσχα. Ο Ερντογάν επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά τη φήμη ενός πολιτικού που προωθεί τα τουρκικά συμφέροντα παραβλέποντας αντιδράσεις ακόμη και υπερδυνάμεων. Εικάζουμε, πως αυτό το “μαχαίρι” δεν θα είναι το τελευταίο. Υπάρχουν και άλλες περιοχές, όπου θα δοκιμαστούν οι ρωσοτουρκικές σχέσεις.
Εν τω μεταξύ, οι όποιες γεωπολιτικές επιτυχίες της Άγκυρας ενισχύουν την εικόνα της στα μάτια των τουρκικών λαών της Ρωσίας και του μετασοβιετικού χώρου. Η τουρκική διείσδυση στην Ευρασία, είναι μια πολύ σοβαρή απειλή που θα αντιμετωπίσει η Ρωσία στο εγγύς μέλλον. Η Μόσχα θα πρέπει να αντικρούσει συστηματικά τις προσπάθειες της Τουρκίας, ανακτώντας το χαμένο έδαφος στον Καύκασο και την Κασπία Θάλασσα.
Το Κρεμλίνο είναι αναμφίβολα εξοργισμένο με την τουρκική υποστήριξη στη συριακή επίθεση, όμως, με το ουκρανικό μέτωπο ανοιχτό, αποφεύγει τη σύγκρουση με την Άγκυρα για όσο κριθεί απαραίτητο. Η Ρωσία θέλει να συνεχίσει να στέλνει πετρέλαιο και φυσικό αέριο προς και μέσω της Τουρκίας στους υπόλοιπους Ευρωπαίους, θέλει επίσης να διασφαλίσει ότι η Τουρκία θα συνεχίσει να κρατά τα τουρκικά Στενά κλειστά στα πολεμικά πλοία του ΝΑΤΟ, κρατώντας τα έτσι έξω από τη Μαύρη Θάλασσα. Οι δύο χώρες με ηγέτες δεινούς εξισορροπιστές, σχοινοβατούν σε μία επίπλαστη λυκοφιλία, που θα έχει ημερομηνία λήξης. Ο Ερντογάν ακολουθεί μια πολιτική που είναι σε μεγάλο βαθμό αντίθετη με τα ρωσικά συμφέροντα. Τι είδους σχέση μπορεί να έχουν αυτές οι δύο χώρες, λοιπόν;
Σε αυτό το πλαίσιο, ορισμένοι ειδικοί θεωρούν ότι είναι αναπόφευκτη η ρωσοτουρκική ρήξη. Αυτό το σενάριο είναι πολύ πιθανό μεσοπρόθεσμα, όταν δηλαδή τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Η Τουρκία διεξάγει επεκτατική πολιτική σε περιοχές που είναι εξαιρετικά σημαντικές για τη Ρωσία. Ήδη σήμερα είναι μια πολύ σοβαρή περιφερειακή δύναμη. Στο μέλλον, η ενίσχυση της Τουρκίας και ο νεοοθωμανικός αναθεωρητισμός της θα καταστήσουν αναπόφευκτη τη σύγκρουση συμφερόντων ανάμεσα στις δύο χώρες. Ο Ερντογάν είναι πιθανόν να “αγκαλιάσει” τον Υπερκαύκασο και την Κεντρική Ασία και να αναζωογονήσει τους ισλαμιστές στο εσωτερικό της Ρωσίας κ.ο.κ. Προφανώς η Ρωσία θα έχει στους σχεδιασμούς της την αντιπαράθεση με την Τουρκία.
Ο Πούτιν προς το παρόν, ως πραγματιστής, επικεντρώνεται στις οικονομικές σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας. Μετά το τσουνάμι των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, η Τουρκία έχει γίνει η βασική και προνομιακή γέφυρα μεταξύ της Μόσχας και της Δύσης. Οι δύο ηγέτες έκτισαν μια αμοιβαία επωφελή οικονομική σχέση – μια σχέση που ήταν κρίσιμη για την πολιτική επιβίωση του Ερντογάν και βοήθησε τη Μόσχα να παρακάμψει τις δυτικές κυρώσεις. Επιπλέον, οι ρωσικές επενδύσεις στην Τουρκία είναι σημαντικές: φυσικό αέριο, πυρηνικά, εισαγωγές τροφίμων. Η Ρωσία πρέπει επίσης να διατηρήσει καλούς δεσμούς με το Αζερμπαϊτζάν, το οποίο είναι δορυφόρος της Τουρκίας, για τους σκοπούς του διαδρόμου μεταφορών.
Βασική εστίαση της τολμηρής εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν είναι εάν το όφελος υπερτερεί του κόστους. Οι υπολογισμοί του Ερντογάν στη Συρία πιθανότατα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Ρωσία δεν μπορεί να ανταποδώσει πολύ σκληρά… ακόμα. Ίσως όμως η Ρωσία, να επιδιώξει να απεξαρτηθεί από την Τουρκία. Συγκεκριμένα μπορεί να αποφασίσει, οπλισμένη με τα πραγματικά ισχυρά όπλα της, ότι θα αντιμετωπίσει τις συνέπειες του ανοίγματος των τουρκικών στενών στα πολεμικά πλοία του ΝΑΤΟ. Ίσως επίσης η Μόσχα να αποφασίσει, ότι έχει αρκετούς άλλους πελάτες πετρελαίου και φυσικού αερίου και να παραιτηθεί από τις εξαγωγές προς την Τουρκία και τη νοτιοανατολική Ευρώπη.
Το τοπίο βέβαια θα αλλάξει παντελώς, όταν το Ουκρανικό τελειώσει οριστικά. Τότε τα νέα θα μπορούσαν να είναι άσχημα για τον Ερντογάν και τον στενό του κύκλο. Λέγεται ότι ο Πούτιν τίποτε δεν μισεί περισσότερο από την ξεκάθαρη προδοσία και ο περιστασιακός “σύντροφός” του, Ρετζέπ Ερντογάν, τον μαχαίρωσε στην πλάτη, και παρεμπιπτόντως, δεν ήταν η πρώτη φορά. Είναι προφανές ότι χωρίς το πράσινο φως της Άγκυρας, χωρίς τις υπηρεσίες πληροφοριών της και χωρίς την υποστήριξή της, η τρομοκρατική επίθεση στη Συρία θα ήταν αδύνατη.
Η πολύπλευρη πολιτική της Άγκυρας με τις αυξανόμενες φιλοδοξίες της σε διάφορα μέρη του κόσμου θα μπορούσε τελικά να εξελιχθεί σε μπούμερανγκ. Ανεξάρτητα από το πόσο σίγουρη είναι η Τουρκία για την ικανότητά της να κάθεται σε δύο και τρεις καρέκλες, θα πρέπει να επιλέξει κάποια στιγμή, διαφορετικά, κινδυνεύει να χάσει τα πάντα. Είναι μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά δεν ακολουθεί πάντα τις εντολές της Ουάσιγκτον, διατηρεί στρατηγικές οικονομικές-εμπορικές σχέσεις με τη Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν, δηλώνει την επιθυμία της να ενταχθεί στους BRICS. Όλες αυτές οι εμφανείς αντιφάσεις στην πολιτική της δεν μπορεί να έχουν ένα μακρύ ορίζοντα. Θα έρθει η στιγμή που η Άγκυρα θα πρέπει να κάνει τις επιλογές της, διαφορετικά θα αντιμετωπίσει τις συνέπειες αυτής της πολιτικής της.
Πηγή: SLPress