Οι μαζικές επενδύσεις στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας θα μπορούσαν να επιτρέψουν την ανάδυση μιας βιομηχανίας με ετήσιο κύκλο εργασιών ύψους 360 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με μελέτη της Greenpeace που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα στο Βερολίνο. Σύμφωνα με το σχέδιο δράσης για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, μια τέτοια βιομηχανία ΑΠΕ θα μπορούσε να παράγει το ήμισυ της ηλεκτρικής ενέργειας παγκοσμίως και θα επέτρεπε την εξοικονόμηση 18 τρισ. δολαρίων από τις μελλοντικές δαπάνες για πετρέλαιο, προστατεύοντας παράλληλα το κλίμα.

Οι μαζικές επενδύσεις στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας θα μπορούσαν να επιτρέψουν την ανάδυση μιας βιομηχανίας με ετήσιο κύκλο εργασιών ύψους 360 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με μελέτη της Greenpeace που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα στο Βερολίνο. Σύμφωνα με το σχέδιο δράσης για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, μια τέτοια βιομηχανία ΑΠΕ θα μπορούσε να παράγει το ήμισυ της ηλεκτρικής ενέργειας παγκοσμίως και θα επέτρεπε την εξοικονόμηση 18 τρισ. δολαρίων από τις μελλοντικές δαπάνες για πετρέλαιο, προστατεύοντας παράλληλα το κλίμα.

Οι επενδύσεις για την προστασία του κλίματος είναι επικερδείς σε οικονομικό επίπεδο, διαβεβαιώνει η Greenpeace, σε μια περίοδο που υψώνονται οι φωνές που αμφισβητούν τα σχέδια δράσης κατά της υπερθέρμανσης του πλανήτη, μεσούσης της διεθνούς οικονομικής κρίσης.

«Η παγκόσμια αγορά Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας μπορεί να αναπτυχθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε μέχρι το 2050 να έχει το μέγεθος της βιομηχανίας ορυκτών», τονίζει ο Όλιβερ Σέφερ, διευθυντής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, εκ των συγγραφέων του σχεδίου μαζί με τη Greenpeace International. «Σήμερα, η αγορά των ΑΠΕ είναι ύψους 70 δισ. δολαρίων και διπλασιάζεται κάθε τριετία», προσθέτει.

Εξαιτίας των οικονομιών κλίμακας, οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, όπως η αιολική, είναι ήδη σε θέση να ανταγωνισθούν τις συμβατικές μορφές ενέργειες, τονίζει ο Σέφερ, διαβεβαιώνοντας ότι δεν υπάρχουν τεχνικοί φραγμοί στην ανάπτυξη αυτή, αλλά μόνο πολιτικοί.