Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο Μερτς δήλωσε πως η Γερμανία πρέπει να κατασκευάσει 50 νέες μονάδες που θα λειτουργούν με φυσικό αέριο, και μάλιστα ο στόχος είναι να λειτουργήσουν όσο πιο σύντομα γίνεται. Το σχέδιο αυτό φαίνεται λογικό εκ πρώτης όψεως, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς πως οι γερμανικές εταιρείες παροχής ενέργειας έχουν αναγκαστεί να αυξήσουν δραματικά την παραγωγή μέσω φυσικού αερίου εξαιτίας της υποτονικής παραγωγής των ΑΠΕ.
Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στο φαινόμενο Dunkelflaute, δηλαδή παρατεταμένες περιόδους μειωμένης ηλιοφάνειας και διαρκούς νηνεμίας, που προκαλούν τον μηδενισμό της παραγωγής από ΑΠΕ. Η Γερμανία έχει αντιμετωπίσει τουλάχιστον δύο φορές αυτό το πρόβλημα τους περασμένους μήνες, οπότε και αναγκάστηκε όχι απλώς να φτάσει σε ποσότητες ρεκόρ για το φυσικό αέριο, αλλά να επαναφέρει ακόμα και την παραγωγή από πετρέλαιο ώστε να καλύψει την αυξημένη ζήτηση λόγω χαμηλών θερμοκρασιών.
Παράλληλα, η αύξηση των εξαγωγών LNG της Γερμανίας ευθυγραμμίζονται πλήρως με τις επιθυμίες Τραμπ, αλλά και τα σχέδια φον ντερ Λάιεν- Λαγκάρντ προκειμένου να αποφύγουν τους αμερικανικούς δασμούς. Ο Μερτς δεν είναι ο μόνος που επιχειρεί να προσεγγίσει τον Τραμπ μέσω των αυξημένων εισαγωγών ορυκτών καυσίμων, καθώς αρκετά κράτη σε Ασία και Ευρώπη επανασχεδιάζουν τις εισαγωγές ενέργειας ώστε να κατευνάσουν τον νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ.
Ωστόσο, η πολιτική Μερτς πρόκειται ουσιαστικά για μία επανάληψη των καταστροφικών λαθών επί καγκελαρίας Μέρκελ. Η Γερμανία έχει ανταλλάξει την εξάρτησή της από το φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο με το αρκετά ακριβότερο αμερικανικό ΥΦΑ. Ακόμα και αν ο νέος προμηθευτής είναι θεωρητικά πιο φιλικός από τον παλιότερο— κάτι που δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο εφόσον ο Τραμπ έχει ξεκάθαρα δηλώσει τις προθέσεις του για την Ευρώπη— το βασικό πρόβλημα, δηλαδή η εξάρτηση από τις εισαγωγές καυσίμων, παραμένει. Προς το παρόν, ο Μερτς δεν φαίνεται να έχει κάποια ρεαλιστική λύση για αυτό.
Από την άλλη, ο Μερτς ανέφερε πως η επιλογή του Σολτς να κλείσει τα τελευταία πυρηνικά εργοστάσια της Γερμανίας ήταν «σοβαρό στρατηγικό λάθος», χωρίς όμως να αναφέρει κατά πόσο σκοπεύει να επανεξετάσει τη λειτουργία τους. Εξάλλου, η Γερμανία ήδη εισάγει πυρηνική ενέργεια από τη Γαλλία, ενώ κατέχει την απαραίτητη υποδομή, αν επιθυμεί να ξαναβάλει μπροστά τους αντιδραστήρες της. Βέβαια, η εφοδιαστική αλυσίδα παραμένει περίπλοκη και εκεί, καθώς Ρωσία και Κίνα κατέχουν την πλειοψηφία στην παγκόσμια ικανότητα εμπλουτισμού ουρανίου.