Τί ὑποστηρίζει ἀνάλυσις τῆς Alpha Bank – Ὁ πληθωρισμός ἔχει τήν μεγαλύτερη συμβολή στήν μείωση τῶν χρηματοοικονομικῶν ὑποχρεώσεων τοῦ Δημοσίου

Η ΜΕΙΩΣΙΣ τοῦ λόγου χρέους πρός ΑΕΠ ὀφείλεται κυρίως στόν πληθωρισμό καί μετά στήν ἀνάπτυξη τῆς οἰκονομίας καί τά πρωτογενῆ πλεονάσματα, διαπιστώνει ἀνάλυσις τῆς Alpha Bank. Ὅπως προκύπτει, παρά τό γεγονός ὅτι τό μέσο ἐπιτόκιο τοῦ δημοσίου χρέους εἶναι ἰδιαίτερα χαμηλό καθώς διαμορφώνεται στό 1,33% στήν προηγούμενη πενταετία, ἡ πραγματική μεγέθυνσις τῆς οἰκονομίας κάλυψε ὁριακῶς τίς πληρωμές τῶν τόκων.

Συγκεκριμένα, ἀπό τίς 25,7 μονάδες τῆς πτώσεως τοῦ χρέους τῆς Γενικῆς Κυβερνήσεως ὡς ποσοστό τοῦ ΑΕΠ στό διάστημα αὐτό, οἱ 17,5 μποροῦν νά ἀποδοθοῦν στόν πραγματικό ρυθμό οἰκονομικῆς μεγεθύνσεως καί οἱ 27,5 στήν ἄνοδο τοῦ ἐπιπέδου τιμῶν, μέ τήν πτώση νά ἀντισταθμίζεται μερικῶς ἀπό τίς πληρωμές τόκων (περίπου 15 ποσοστιαῖες μονάδες σωρευτικῶς) ἀλλά καί τά πρωτογενῆ ἐλλείμματα κατά τήν διάρκεια τῆς πανδημίας.


Πηγή: Ευρωπαϊκή Eπιτροπή (European Economic Forecast, Autumn 2024), Υπολογισμοί Alpha Bank

Μέ τόν ρυθμό ἀνόδου τοῦ ΑΕΠ νά ἐκτιμᾶται στήν περιοχή τοῦ 2,2% τήν ἑπόμενη διετία καί τήν σταδιακή ἀποκλιμάκωση τοῦ πληθωρισμοῦ ὁριακῶς κάτω ἀπό τό 2% τό 2026, ἡ μειωτική ἐπίδρασις τῶν δύο παραγόντων στόν λόγο χρέους πρός ΑΕΠ διατηρεῖται, ἄν καί φθίνουσα. Παραλλήλως, τά πρωτογενῆ πλεονάσματα πού προβλέπονται τόσο γιά τό 2025 ὅσο καί γιά τό 2026 θά μειώσουν περαιτέρω τόν λόγο χρέος πρός ΑΕΠ τήν ἑπόμενη διετία, ἀντισταθμίζοντας τήν αὐξητική ἐπίδραση τῶν ἐπιτοκίων.

Συμφώνως πρός τήν ἐτήσια ἔκθεση τοῦ Ὀργανισμοῦ Διαχειρίσεως Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), τό ταμειακό ἀπόθεμα τῆς Ἑλλάδος διεμορφώθη σέ 33 δισ. εὐρώ τόν Δεκέμβριο τοῦ 2024, καλύπτοντας περίπου 3 χρόνια χρηματοδοτικῶν ἀναγκῶν.

Ἡ σωρευτική μείωσις τοῦ δημόσιου χρέους ὡς ποσοστό τοῦ ΑΕΠ ἀπό τό 2019 ἕως τό 2024 εἶναι, συμφώνως πρός τίς ἐκτιμήσεις τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἐπιτροπῆς, ἴση μέ 25,7 μονάδες, δηλαδή ἡ δεύτερη ὑψηλότερη μεταξύ τῶν χωρῶν τῆς ΕΕ-27 μετά τήν ἀντίστοιχη τῆς Κύπρου.

Οἱ ἴδιοι παράγοντες, δηλαδή ἡ ἄνοδος τοῦ πραγματικοῦ ΑΕΠ κατά περισσότερο ἀπό 2% ἐτησίως, ἡ ἐπίτευξις πρωτογενῶν πλεονασμάτων στήν περιοχή τοῦ 2,5% ἀλλά καί ὁ πληθωρισμός, εἶναι αὐτοί πού θά μειώσουν περαιτέρω τόν λόγο χρέους πρός ΑΕΠ τήν ἑπόμενη διετία. Ἡ Εὐρωπαϊκή Ἐπιτροπή προβλέπει ὅτι ὁ λόγος χρέους πρός ΑΕΠ ἀναμένται νά ὑποχωρήσει στό 142,7% τό 2026 ἀπό 153,1% τό 2024.

Ἡ ἀνάλυσις τῆς Alpha Bank ἐκτιμᾶ ὅτι τό χρέος ἔχει εὐνοϊκά χαρακτηριστικά πού τό καθιστοῦν βιώσιμο μεσοπρόθεσμα. Πρῶτον, τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ χρέους χαρακτηρίζεται ἀπό σταθερά καί χαμηλά ἐπιτόκια ἐνῷ ἐάν συνυπολογισθοῦν οἱ ἐνέργειες ἀντισταθμίσεως κινδύνου πού ἐφαρμόζει ὁ ΟΔΔΗΧ, τό σύνολο τοῦ χρέους εἶναι καλυμμένο ἔναντι τοῦ ἐπιτοκιακοῦ κινδύνου. Δεύτερον, τό 70% τοῦ χρέους διακρατεῖται ἀπό ἐπίσημους πιστωτές, ἐνῷ ἡ μέση σταθμισμένη ληκτότης του ἐκτιμᾶται ὅτι διεμορφώθη σέ 19 ἔτη τό 2024. Τρίτον, ὅσον ἀφορᾶ στό 2025, οἱ ἀκαθάριστες χρηματοδοτικές ἀνάγκες τῆς Ἑλλάδος ἐκτιμῶνται περίπου στό 6,7% τοῦ ΑΕΠ, μεταξύ ἄλλων, στήν πρόωρη ἀποπληρωμή δανείων τοῦ Greek Loan Facility [GLF], πού ἐπραγματοποιήθη τόν Δεκέμβριο τοῦ 2024, ὕψους 7,9 δισ. εὐρώ.

(ἀπό τήν ἐφημερίδα "ΕΣΤΙΑ")