Εξάλλου, η αμερικανική παραγωγή πετρελαίου είναι ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος για τα μέλη του OPEC+, καθώς η κυριαρχική παρουσία των ΗΠΑ κατάφερε να διατηρήσει τις τιμές κάτω από τα 80 δολάρια/βαρέλι παρά τις προσπάθειες της άλλης πλευράς να προκαλέσει αυξήσεις.
Η επόμενη συνάντηση του OPEC + είναι προγραμματισμένη για τις 3 Φεβρουαρίου, με τις διεθνείς αγορές να αναμένουν τις αποφάσεις του καρτέλ. Μέχρι πρόσφατα, το βασικό διακύβευμα ήταν η εξέλιξη των περιορισμών που έχουν επιβληθεί στην ημερήσια παραγωγή. Υπενθυμίζουμε πως τα μέλη του OPEC + έχουν μειώσει την ημερήσια παραγωγή αργού κατά 5,86 εκατομμύρια βαρέλια, ή περίπου το 5,7% της παγκόσμιας ζήτησης. Από αυτά, τα 2 εκατομμύρια bpd προέρχονται από όλα τα μέλη συνολικά, το 1,65 εκατομμύρια bpd προέρχεται από το πρώτο στάδιο εθελοντικών περικοπών από οκτώ μέλη, ενώ άλλα 2,2 εκατομμύρια bpd προέρχονται από το δεύτερο στάδιο εθελοντικών περικοπών από τα ίδια οκτώ μέλη. Ο νέος σχεδιασμός προβλέπει πως οι περικοπές των 2 + 1,65 εκατομμυρίων bpd θα συνεχιστούν μέχρι το τέλος του 2026, ενώ η χαλάρωση των περιορισμών για τα 2,2 εκατομμύρια bpd θα ξεκινήσει από τον Απρίλιο του 2025 με μηνιαίες αυξήσεις 138.000 bpd, φτάνοντας εντέλει μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2026. Κανονικά, οι περιορισμοί θα έπρεπε να είχαν χαλαρώσει ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο.
Εντούτοις, η επιστροφή Τραμπ περιπλέκει την κατάσταση. Αν ο OPEC + συμφωνήσει να παραμείνει στην πορεία που είχε χαράξει πριν την επανεκλογή Τραμπ, τότε οι τιμές πιθανώς θα αρχίσουν να αποκλιμακώνονται πιο έντονα από τον Απρίλιο και μετά. Όμως αυτό το τρίμηνο περιθώριο μπορεί να θεωρηθεί υπερβολικό από τον ίδιο τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, ο οποίος πιστεύει πως μία πτώση του κόστους του αργού δεν θα τον βοηθήσει μόνο εσωτερικά, ρίχνοντας τις τιμές των καυσίμων και στη συνέχεια τον πληθωρισμό, αλλά και εξωτερικά, πιέζοντας τη Ρωσία να έρθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Τραμπ έχει ήδη προχωρήσει σε δραστικές κινήσεις εντός των ΗΠΑ, κηρύσσοντας τη χώρα σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στον τομέα της ενέργειας, με απώτερο στόχο να κινητοποιήσει μεγάλες επενδύσεις στα ορυκτά καύσιμα και δραματική αύξηση της ημερήσιας παραγωγής. Βέβαια, όπως έχουν εξηγήσει πολλοί αναλυτές, το κατά πόσο αυτές οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ θα μεταφραστούν σε πράξη από τους Αμερικανούς παραγωγούς, μένει να αποδειχθεί. Δυστυχώς για τον Τραμπ, δεν μπορεί να εξαναγκάσει τις αμερικανικές πετρελαϊκές να αυξήσουν την παραγωγή τους σε σημείο που θα πλήξει τα κέρδη τους, εκτός αν είναι αποφασισμένος να δυσαρεστήσει ορισμένους από τους μεγαλύτερους δωρητές του και εργοδότες στη χώρα.
Όσον αφορά τις προηγούμενες σχέσεις των δύο πλευρών, είναι γνωστό πως εντός του 2024 ο OPEC + είχε επιχειρήσει να διαπραγματευτεί με τους αμερικανικούς πετρελαϊκούς κολοσσούς ώστε να καταφέρουν μαζί αύξηση των τιμών. Τουλάχιστον δύο πρώην CEOs, ο Σκοτ Σέφιλντ της Pioneer Natural Resources και ο Τζον Χες της Hess Corporation, έχουν κατηγορηθεί από τις ομοσπονδιακές αρχές των ΗΠΑ για παράτυπες επικοινωνίες με τα κράτη του καρτέλ. Από την πλευρά του, ο Τραμπ δεν είχε αφήσει τις καλύτερες εντυπώσεις στις κυβερνήσεις του OPEC + κατά την πρώτη θητεία του, με αρκετούς να πιστεύουν ότι χρησιμοποίησε τις επιχειρηματικές του ικανότητες ώστε να “ξεγελάσει” το καρτέλ να ρίξει τις τιμές. Ωστόσο, η ενότητα του OPEC + δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη. Αρκετά από τα κράτη με μικρότερες οικονομίες ήδη έχουν παράπονα για τη στάση των πλουσιότερων κρατών της του Κόλπου σε ορισμένα ζητήματα, ενώ χώρες όπως η Ρωσία, το Ιράν, και το Μεξικό έχουν να αντιμετωπίσουν και γεωπολιτικές ανησυχίες σχετικά με τον Τραμπ. Επίσης, δεν πρέπει να υποτιμάται η δεξιότητα του Τραμπ να δυσαρεστεί τους παραδοσιακούς συμμάχους των ΗΠΑ, με τον Καναδά να είναι ένας από τους πέντε μεγαλύτερους παραγωγούς σε διεθνές επίπεδο και να κινδυνεύει επίσης από τη δασμολογική πολιτική του νέου Προέδρου.