Επίσης, ορθώς, η ελληνική πλευρά δεν σχολίασε την προκλητική ανταπάντησή του (ότι «ένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταπατά τα ανθρώπινα δικαιώματα της “μακεδονικής κοινότητας”»), καθώς ανάλογες θεωρίες και δηλώσεις ανήκουν στη σφαίρα της φαντασίας.
Άλλωστε, εν μέσω πολέμου στην κοντινή Ουκρανία, η Αθήνα δεν έχει κανένα λόγο να πυροδοτήσει ένταση στα Βαλκάνια, όπου ήδη παρεμβαίνει η Μόσχα με περίεργες πρωτοβουλίες, αλλά και αρκετές δυτικές πρωτεύουσες με αντιπαραγωγικές κινήσεις. Ωστόσο, η ελληνική διπλωματία και, προσωπικά, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, που δήλωνε στις 24 Ιανουαρίου 2019 ότι «η Ελλάδα μπορεί ανά πασά στιγμή να βάλει βέτο στη διαδικασία ένταξης των Σκοπίων στην ευρωπαϊκή οικογένεια», κάνουν το μέγιστο λάθος να αδρανούν ενώπιον πολλών (και επιτυχημένων) κινήσεων του κ. Μίτσκοσκι διεθνώς.
Πρόκειται για το νέο, μείζον πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει η Αθήνα τους επόμενους μήνες και χρόνια. Ενδεχομένως, ο σημερινός πρωθυπουργός να δίνει βάση στη λανθασμένη εκτίμηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, στις 13 Φεβρουαρίου 1993, πως «μετά από δέκα χρόνια, κανείς δεν θα θυμάται αυτή την κουβέντα, θα το έχουμε ξεχάσει».
Σίγουρα, θα ήταν πιο ρεαλιστικό να αφομοιώσει τη σοφή προειδοποίηση και συμβουλή του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στις 26 Φεβρουαρίου 1992, ότι «κανείς δεν μπορεί να προβλέψει και να εγγυηθεί ποιοι συνδυασμοί δυνάμεων θα προκύψουν, στο εγγύς ή απώτερο μέλλον, στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή» που ίσως «θελήσουν να χρησιμοποιήσουν και πάλι το Μακεδονικό».
(η συνέχεια στο slpress.gr)