Η κήρυξη δασμολογικού πολέμου στον Καναδά και το Μεξικό (που ακολουθήθηκε σχεδόν αμέσως από προσωρινή ανακωχή για διαπραγματεύσεις), η προβολή εδαφικών διεκδικήσεων στη Γροιλανδία και τη Διώρυγα του Παναμά, η απόσυρση από τη Διεθνή Οργάνωση Υγείας και το Σύμφωνο των Παρισίων, τα μετρημένα ανοίγματα προς τη Ρωσία για την εξεύρεση ενός συμβιβασμού στο ουκρανικό ζήτημα, η επίθεση στην υπηρεσία διεθνούς αρωγής USAID, η εισβολή της ομάδας του Ίλον Μασκ στο σύστημα πληρωμών του αμερικανικού Υπουργείου Εσωτερικών χαρακτηρίζονται συνήθως ως κινήσεις "αυτοτραυματισμού” της Αμερικής και πάντως αιφνιδιάζουν – σαν να ήταν ανήκουστο να υλοποιεί ένας νεοεκλεγείς πρόεδρος αυτά ακριβώς που επαγγελλόταν προεκλογικά ότι θα πράξει.
Ωστόσο, το ερμηνευτικό κλειδί για όλα αυτά το δίνει ο νέος υπουργός Εξωτερικών του Τραμπ, Μαρκο Ρούμπιο, που μάλιστα δεν προέρχεται από τα "σπλάχνα” του κινήματος MAGA, αλλά αποτελεί πρόσφατη "μεταγραφή”.
Στην ακρόασή του ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής της Γερουσίας ενόψει του διορισμού του στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ο Ρούμπιο ξεστόμισε τη φράση-κλειδί: "Η μεταπολεμική τάξη πραγμάτων έχει μετατραπεί σε όπλο στα χέρια των ανταγωνιστών μας”. Και στην πρώτη συνέντευξή του έκτοτε, στη ραδιοφωνική εκπομπή της Μέγκυν Κέλλυ, πρόσθεσε το εξής αποκαλυπτικό: "Ο μονοπολικός κόσμος υπήρξε μια ανωμαλία της ιστορίας”.
Σύμφωνα με τη λογική αυτή, "αυτοτραυματισμός” δεν είναι οι πράξεις βανδαλισμού απέναντι στην υφιστάμενη τάξη πραγμάτων, αλλά η διατήρηση και ο σεβασμός της. Η Αμερική "αποδρά” επί Τραμπ από μία διεθνή αρχιτεκτονική που η ίδια δημιούργησε σε προηγούμενες δεκαετίες, προκειμένου να αναδιοργανωθεί, ελεύθερη από περιττά μέτωπα και δεσμεύσεις "πολυτελείας”, ώστε να υπερασπισθεί την απειλούμενη πρωτοκαθεδρία της, όσο ακόμη είναι καιρός.
Τα σήματα κινδύνου είναι σαφή: η ακολουθία της άτακτης αποχώρησης από την Καμπούλ, της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και των επιθέσεων της 7ης Οκτωβρίου στη Μέση Ανατολή δείχνει ότι ακόμη και η στρατιωτική υπεροχή των ΗΠΑ έρχεται αντιμέτωπη με τα όριά της.
Η αποβιομηχάνιση και η αναστάτωση από τις μεταναστευτικές ροές διαβρώνει την αμερικανική κοινωνία και καταλύει τις προηγούμενες σχέσεις πολιτικής εκπροσώπησης: αυτό στη μεν περίπτωση των Ρεπουμπλικανών εκφράσθηκε με την άλωση του κόμματος από τον "τραμπισμό”, στη δε περίπτωση των Δημοκρατικών με την κατάρρευση του εκλογικού τους μπλοκ (λ.χ. της απήχησής τους στις μειονοτικές ομάδες) κατά τις εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου.
Και το κυριότερο: η Αμερική πατά σε ένα πολύ λεπτό στρώμα πάγου, διατηρώντας τεράστια ελλείμματα, τα οποία μόνο η "καλοσύνη των ξένων”, μεταφραζόμενη σε ζήτηση για χρέος εκπεφρασμένο σε δολάριο, μπορεί να συντηρήσει.
Απέναντι σε αυτά, η "συνταγή” Τραμπ συνίσταται σε ένα άλμα απορρύθμισης, φοροαπαλλαγών και λιτότητας (με δραστική περικοπή του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού) στο εσωτερικό και προστατευτισμού προς το εξωτερικό, με ρητά διατυπωμένο στόχο, σύμφωνα και με την τοποθέτηση του Τραμπ στο Φόρουμ του Νταβός, την προσέλκυση κεφαλαίων για την επαναβιομηχάνιση της Αμερικής.
Σε γεωπολιτικό επίπεδο αυτό συνοδεύεται από περιορισμό των δεσμεύσεων έναντι συμμάχων που θεωρείται ότι "εκμεταλλεύθηκαν” την Αμερική, από εγκατάλειψη δαπανών τύπου USAID που αντιστοιχούν στην προώθηση μιας φιλελεύθερης αμερικανικής ηγεμονίας ανά τον κόσμο, από ξέφρενο κυνήγι για την εξασφάλιση φυσικών πόρων, θαλασσίων οδών ή και εδαφών, από εναλλαγή "μαστιγίου” και καρότου” απέναντι σε όσους, όπως η ομάδα Brics, δύνανται να απειλήσουν το δολάριο, από κλείσιμο ορισμένων μετώπων (λ.χ. του ουκρανικού) με ταυτόχρονη επαναβεβαίωση του ελέγχου του Δυτικού Ημισφαιρίου (του "εγγύς εξωτερικού” των ΗΠΑ, όπως θα το ονόμαζε ο Πούτιν), που αποτελεί, διόλου τυχαία, και τον προορισμό της πρώτης περιοδείας του Ρούμπιο.
Πρόκειται για έναν συνδυασμό αναδίπλωσης, μετά από μία υπερεπέκταση που κινδύνευε να αποδειχθεί μη βιώσιμη, με μια όξυνση του ανταγωνισμού, καθώς καταλύονται οι προηγούμενοι κανόνες και οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον ο "εγγυητής” μιας παγκόσμιας τάξης, αλλά ένας από τους παίκτες του ριγκ, που απροσχημάτιστα προωθεί τα ιδιαίτερα συμφέροντά του.
Με άλλα λόγια, ανακαλούνται μέθοδοι που έκαναν μεγάλη την Αμερική σε προηγούμενη ιστορική φάση (εξ ου και ο θαυμασμός του Τραμπ για προέδρους όπως ο Τζάκσον και ο ΜακΚίνλεϊ) και αντιστρέφεται η μεταπολεμική διαρρύθμιση που συνδύαζε στο μεν εσωτερικό την επέκταση του ομοσπονδιακού κράτους και τις παραχωρήσεις τύπου Grand Society, στο δε εξωτερικό τη χρηματοδότηση της ανάκαμψης των συμμάχων-υποτελών και τη μετατροπή των ΗΠΑ σε χώρο απορρόφησης των πλεονασμάτων τους.
Σε μια προσπάθεια μάλιστα ιδεολογικοποίησης την εν λόγω στροφής, έχουμε την παροχή συμβολικών εγγυήσεων στη "βαθιά Αμερική” των λευκών "φυσικών ιδιοκτητών” της χώρας ότι οι αξίες τους είναι σεβαστές, αλλά και την παρέμβαση στον χώρο της λοιπής Δύσης για τη δημιουργία μιας οιονεί "συντηρητικής διεθνούς”.
Η επίθεση στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και την USAID στερεί άλλωστε και το υλικό υπόστρωμα της ανάπτυξης γραφειοκρατιών και στρωμάτων διανόησης με προγραμματικά κεντροαριστερές ροπές εγχωρίως και διεθνώς.
Όλα αυτά αποδεικνύονται πολύ περισσότερο "ορθολογικά” απ' όσο είναι έτοιμοι να αναγνωρίσουν οι αντίπαλοι του Τραμπ, αλλά και πολύ λιγότερο ορθολογικά απ' όσο φαντάζεται ο ίδιος.
Ακολουθώντας την πορεία προηγούμενων αυτοκρατοριών η Αμερική υποκύπτει στη μοίρα της υπερεπέκτασης και της χρηματιστικοποίησης. Η επιστροφή σε μια Αμερική της ανθηρής μεταποίησης αντιβαίνει σε μια πορεία δρομολογημένη εδώ και δεκαετίες – προϋποθέτει δε αδύναμο δολάριο, εγχώριες υποδομές, καλλιέργεια του ανθρώπινου δυναμικού και προσέλκυση ταλέντων από τη μετανάστευση. Οι πολιτικές Τραμπ δεν το εξασφαλίζουν αυτό.
Οι ιδεολογικής εμπνεύσεως παρεμβάσεις, πάλι, δεν εξυπηρετούν απαραιτήτως τα συμφέροντα της Αμερικής. Το γιατί πρέπει ο Ίλον Μασκ να προωθεί την AfD, που εκφράζει τα πιο "βαθιά” (και φιλικά προς τη Ρωσία) αντανακλαστικά της Γερμανίας, αποτελεί μυστήριο.
Η δε αποκατάσταση της αμερικανικής στρατιωτικής αξιοπιστίας αντιβαίνει προς τον στόχο του περιορισμού των ομοσπονδιακών δαπανών.
Όσο για τους εμπορικούς πολέμους, η παρατηρούμενη ήδη κατάχρηση του "όπλου” των δασμών για την επίτευξη πολιτικών στόχων (π.χ. στην περίπτωση της Κολομβίας για την επανεισδοχή μεταναστών) πρόκειται σύντομα να οδηγήσει σε εξάντληση της αποτελεσματικότητάς του – και πάντως συσπειρώνει ολοένα και περισσότερο ανταγωνιστές οι οποίοι χρήσιμο θα ήταν από την άποψη της Αμερικής να μένουν απομακρυσμένοι ο ένας από τον άλλο.
(Με στοιχεία από πρόσφατες παρεμβάσεις του γνωστού Γάλλου ιστορικού, ανθρωπολόγου και δημογράφου Emmanuel Todd).
(από capital.gr)