Προφανώς άλλο είναι τα 25 Ευρώ/MWh και εντελώς άλλο τα 50 Ευρώ/MWh. Επιπλέον, κάθε φορά που ξεφεύγουμε και από το όριο των 50 Ευρώ, τότε θυμόμαστε πόσο ρευστή είναι η κατάσταση και πόσο γρήγορα μπορεί τη νέα κανονικότητα να τη διαδεχθεί ένα νέο είδος ενεργειακής κρίσης. Οι ειδικοί της αγοράς του φυσικού αερίου μας έλεγαν ότι το 2026 η παγκόσμια προσφορά φυσικού αερίου θα ήταν αρκετά αυξημένη και ότι θα είχαμε ξανά φθηνό αέριο και στην Ευρώπη. Τώρα τελευταία το 2026 έγινε 2027 κι ελπίζουμε να μην πάρει κι άλλη αναβολή.
Πριν μερικούς μήνες ο Μάριο Ντράγκι με την Έκθεσή του τάραξε τα λιμνάζοντα νερά και έδειξε ότι για να ξεφύγει η Ευρωπαϊκή Ένωση από τη μέγγενη της στασιμότητας χρειάζεται πρώτα από όλα φθηνότερη ενέργεια. Οι συγκρίσεις των τιμών ηλεκτρισμού που πληρώνουν τα νοικοκυριά και οι βιομηχανίες στην ΕΕ σε σχέση με τους ανταγωνιστές μας σε ΗΠΑ και Κίνα είναι γνωστές και καθόλου ευνοϊκές για εμάς. Εμείς στην Ελλάδα είχαμε συνηθίσει τα τελευταία δέκα χρόνια να βλέπουμε την ελληνική προημερήσια αγορά στον ηλεκτρισμό να βρίσκεται σταθερά στο top-5 των υψηλότερων τιμών σε όλη την ΕΕ. Η κατάσταση φάνηκε να αλλάζει το 2024 και στις αρχές του 2025, όχι όμως γιατί εμείς γίναμε φθηνότεροι αλλά γιατί οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες είδαν αυξήσεις στις προημερήσιες αγορές τους μεγαλύτερες από ό,τι εμείς. Και συνολικά όλη η Ένωση κινήθηκε προς τα επάνω. Στην αντίθετη, δηλαδή, κατεύθυνση από αυτή που ο Ντράγκι λέει και που όλοι μας συζητάμε.
Γνωστό είναι το πρόβλημα της Ευρώπης με τις περιορισμένες ηλεκτρικές διασυνδέσεις. Περιορισμένες, σε σύγκριση με τις ανάγκες της μορφής της αγοράς όπου κυριαρχούν οι κυμαινόμενες ανανεώσιμες πηγές. Μπορεί αυτές οι διασυνδέσεις να λειτουργούσαν ικανοποιητικά τα προηγούμενα 30-40 χρόνια, αλλά σίγουρα όχι τώρα που έχουμε πλεόνασμα παραγωγής πράσινου ηλεκτρισμού πολλές ώρες και αδυναμία να το μεταφέρουμε ή/και να το αποθηκεύσουμε. Βέβαια, οι απαραίτητες ηλεκτρικές λεωφόροι μεταξύ π.χ. Νοτιοανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης δεν μπορούν να χτιστούν από τη μια μέρα στην άλλη. Όμως είναι εντελώς βέβαιο ότι εάν δεν ξεκινήσουν οι πολιτικές ηγεσίες των εμπλεκόμενων χωρών και η ίδια η ΕΕ να δουλεύουν συστηματικά πάνω σε αυτά τα έργα, τότε ούτε σε δέκα χρόνια δεν θα δούμε να υλοποιούνται αυτές οι νέες, μεγάλες γραμμές μεταφοράς ηλεκτρισμού
Οπότε το ερώτημα που προκύπτει είναι, τι μπορεί να γίνει σε σχετικά βραχυπρόθεσμο ορίζοντα ώστε να μειωθούν οι τιμές ηλεκτρισμού στην Ελλάδα; Η ερώτηση μπορεί να επιδέχεται πολλαπλές απαντήσεις. Εδώ όμως θα σταθούμε σε μια πτυχή που συνδυάζει τη μείωση του κόστους για τους καταναλωτές με την ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού. Και μάλιστα χωρίς να αποκλίνουμε από την πορεία που έχουμε ως χώρα (και ως ΕΕ) υιοθετήσει για αυξημένη διείσδυση των ΑΠΕ στο μίγμα ηλεκτρισμού και σχεδόν πλήρη απανθρακοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής στις αρχές της δεκαετίας του 2040.
Αναφερόμαστε προφανώς στη δημιουργία μιας αγοράς διαθέσιμης ηλεκτρικής ισχύος στην Ελλάδα, η οποία θα λειτουργεί παράλληλα με την προημερήσια και την ενδοημερήσια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας καθώς και την αγορά εξισορρόπησης. Στη νέα αυτή αγορά ο ΑΔΜΗΕ θα ζητάει συγκεκριμένη ποσότητα διαθέσιμης ισχύος για να διασφαλίσει ότι το Σύστημα θα λειτουργεί πάντα, ανεξάρτητα από τις μεταβολές στην παραγωγή των ΑΠΕ, και ότι η ζήτηση θα μπορεί πάντα να καλύπτεται ακόμα και στις μεγαλύτερες αιχμές της. Τη διαθέσιμη ισχύ θα προσφέρουν μονάδες παραγωγής, αποθήκευσης, απόκρισης ζήτησης και διασυνδέσεις. Θα πρέπει σίγουρα να πληρούνται κάποια τεχνικά κριτήρια από αυτές τις μονάδες αλλά η αγορά στη φύση της θα χαρακτηρίζεται από τεχνολογική ουδετερότητα. Δηλαδή θα μπορεί να συμμετέχει κάθε τεχνολογία (εκτός των ανθρακικών/πετρελαϊκών λόγω υψηλών εκπομπών CO2) και οι φθηνότερες προσφορές θα κερδίζουν τα συμβόλαια διαθέσιμης ισχύος με τον ΑΔΜΗΕ. Η ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού είναι προφανής. Όμως που κρύβεται η μείωση του κόστους; Η απάντηση είναι ότι η νέα αγορά διαθέσιμης ισχύος στην Ελλάδα θα υλοποιηθεί με τη μορφή των reliability option, το οποίο σημαίνει ότι εκείνες οι μονάδες που θα κερδίζουν τα συμβόλαια δεν θα μπορούν να εισπράττουν πάνω από μία τιμή-ανώφλι από την πώληση ενέργειας στην προημερήσια αγορά όσο ψηλά και εάν βρίσκεται εκείνη την ώρα η τιμής της προημερήσιας αγοράς. Αυτό σημαίνει ότι όταν η τιμή της προημερήσιας υπερβαίνει το όριο-ανώφλι, οι συμβεβλημένες μονάδες παραγωγής δεν θα μπορούν να εισπράξουν τις υψηλές τιμές, επομένως και οι εταιρείες προμήθειας δεν θα επιβαρύνονται με τις υψηλές τιμές της χονδρεμπορικής και άρα ούτε και οι λογαριασμοί νοικοκυριών και επιχειρήσεων δεν θα επιβαρύνονται από τις υψηλές τιμές της προημερήσιας αγοράς. Είναι δηλαδή ένα είδος έμμεσου πλαφόν, το οποίο είναι απόλυτα ευθυγραμμισμένο με το νομοθετικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως αυτό ισχύει με την αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 2019/943 το καλοκαίρι του 2024.
Αντί λοιπόν να περιμένουμε μόνο πότε θα ξανακατηφορίσουν οι τιμές του φυσικού αερίου για να ελπίζουμε σε χαμηλότερα τιμολόγια για τα ελληνικά νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, μπορεί η Πολιτεία να επιταχύνει τις διαδικασίες για τη δημιουργία της νέας αγοράς ακριβώς γιατί αυτή προσφέρει, πέρα από την ασφάλεια εφοδιασμού, και μια ασπίδα στους καταναλωτές σε —αναμενόμενες ή μη— περιόδους υψηλών τιμών ηλεκτρισμού στις χονδρεμπορικές αγορές.
Λίγα λόγια για τον Δρ. Γιώργο Στάμτση, Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Συνδέσμου Ανεξάρτητων Εταιρειών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΑΗ)
Ο Γιώργος Στάμτσης γεννήθηκε το 1974 στη Γερμανία και είναι διπλωματούχος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ενώ κατέχει τον τίτλο του Διδάκτορα Μηχανικού (Dr.-Ing.) από το University of Duisburg-Essen, Germany.
Διαθέτει πολύχρονη εμπειρία στον κλάδο της ενέργειας, με έμφαση στον ηλεκτρισμό. Από το 2014 είναι Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Συνδέσμου Ανεξάρτητων Εταιρειών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΑΗ), έχοντας διατελέσει νωρίτερα Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής του ΕΣΑΗ την περίοδο 2012-2013. Υπήρξε σύμβουλος του Γενικού Γραμματέα Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής την περίοδο 2010-2012, ενώ προηγουμένως είχε εργαστεί ως στέλεχος στον Τομέα Διαχείρισης Ενέργειας της Endesa Hellas (κοινής εταιρείας της Endesa SA και της Mytilineos AE) το διάστημα 2007-2010, καθώς και στον Τομέα Ενέργειας της Mytilineos AE (2005-2007).
Ο Δρ. Γιώργος Στάμτσης είναι μέλος τoυ VDE, του Climate & Clean Air Coalition, καθώς και του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, ενώ έχει δημοσιεύσει πλήθος άρθρων και αναλύσεων, τόσο σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και συνέδρια όσο και στον Τύπο.