Ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας για τεχνολογική υπεροχή και ο έλεγχος των λεγόμενων στρατηγικών βιομηχανιών αποτελούν μία από τις σημαντικότερες γεωπολιτικές συγκρούσεις του 21ου αιώνα, καθόσον έχουν τόσο οικονομική όσο και εθνική σημασία, επηρεάζοντας την ασφάλεια και την ανάπτυξη των κρατών

Τον Μάρτιο του 2018, το Γραφείο του Αντιπροσώπου Εμπορίου των ΗΠΑ δημοσίευσε την έκθεσή του, βάσει του άρθρου 301, η οποία κατήγγειλε τις άδικες εμπορικές πρακτικές της Κίνας. Η έκθεση αποτέλεσε έναυσμα για την έναρξη ενός εμπορικού πολέμου, καθώς επικεντρώθηκε στο σχέδιο «Made in China 2025». Το πρόγραμμα αυτό, που ξεκίνησε το 2015, στοχεύει στην τεχνολογική ανεξαρτησία της Κίνας και στην ενίσχυση της παραγωγικής ικανότητάς της σε δέκα στρατηγικούς τομείς, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η αεροναυπηγική, η ρομποτική και οι ημιαγωγοί.

Για τις ΗΠΑ, αυτό το σχέδιο θεωρήθηκε υπαρξιακή απειλή για την παγκόσμια τεχνολογική τους κυριαρχία. Οι αναλυτές γρήγορα συνειδητοποίησαν ότι πέρα από την επιβολή δασμών σε προϊόντα όπως ο χάλυβας και η σόγια, η ουσία της διαμάχης βρισκόταν στην τεχνολογία και στη βιομηχανική στρατηγική. Ωστόσο, το τι ακριβώς καθιστά μια τεχνολογία «στρατηγική» είναι συχνά ασαφές. Μια τεχνολογία θεωρείται στρατηγική όταν:

– Εχει υψηλή οικονομική και στρατιωτική αξία.

– Δημιουργεί ισχυρές εξωτερικότητες, δηλαδή οφέλη που ξεπερνούν τη μεμονωμένη χρήση της.

– Είναι ευάλωτη σε παρεμβάσεις από ανταγωνιστικές δυνάμεις, κάτι που μπορεί να την καταστήσει σημείο εξάρτησης.

Για παράδειγμα, οι ημιαγωγοί αποτελούν σήμερα τον πυρήνα του ανταγωνισμού ΗΠΑ – Κίνας. Αυτά τα μικροσκοπικά, ηλεκτρονικά εξαρτήματα βρίσκονται σε όλες τις σύγχρονες συσκευές, από smartphones μέχρι στρατιωτικά συστήματα. Η εξάρτηση της Κίνας από αμερικανικές και ταϊβανέζικες εταιρείες στον τομέα αυτόν την καθιστά ευάλωτη στις γεωπολιτικές πιέσεις.

Οι ΗΠΑ, αναγνωρίζοντας τη σημασία των στρατηγικών τεχνολογιών, έχουν επιβάλει περιορισμούς στις κινεζικές εταιρείες, μπλοκάροντας την πρόσβασή τους σε προηγμένα τσιπ και λογισμικά. Αντίστοιχα, η Κίνα επενδύει μαζικά στην εγχώρια παραγωγή και επιταχύνει τις προσπάθειες τεχνολογικής αυτονομίας.

Αυτή η σύγκρουση δεν είναι μόνο διμερής. Επηρεάζει ολόκληρο το παγκόσμιο σύστημα παραγωγής και εμπορίου, καθώς χώρες και εταιρείες πρέπει να επιλέξουν μεταξύ δύο ανταγωνιστικών τεχνολογικών οικοσυστημάτων:

– Το αμερικανικό (βασισμένο σε εταιρείες όπως η Nvidia, η Intel και η Microsoft).

– Το κινεζικό (με πρωταγωνιστές τη Huawei, την Alibaba και τη SMIC).

Ο ανταγωνισμός για τις στρατηγικές τεχνολογίες δεν πρόκειται να σταματήσει σύντομα. Αντίθετα αναμένεται να ενταθεί, με τις ΗΠΑ και την Κίνα να διεκδικούν παγκόσμια ηγεμονία σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η κβαντική υπολογιστική και η βιοτεχνολογία.

Οι αμερικανικές εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης (Τ.Ν.), όπως η OpenAI, η Google DeepMind και η Anthropic, κυριαρχούν στην Τ.Ν. και κατέχουν το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς. Σήμερα απειλούνται από το DeepSeek R1 και το Qwen2.5-Max. Στην περίοδο της αρχικής εμφάνισης της πληροφορικής οι τεράστιοι υπολογιστές «mainframe» απειλήθηκαν από την ανατρεπτική καινοτομία των επιτραπέζιων υπολογιστών και μετά των φορητών υπολογιστών. Θα γίνει κάτι παρόμοιο και στα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (LLMs), όπως συμβαίνει και σε όλα τα προϊόντα νέας τεχνολογίας. Το ερώτημα είναι, αυτή την ανατροπή θα την κάνουν οι ήδη κυρίαρχοι της αγοράς ή κάποια startup όπως η DeepSeek, ή οι κυρίαρχοι της αγοράς θα κυκλοφορήσουν παρόμοια, πιο ελαφρά μοντέλα;

Μία από τις πιο καινοτόμους μεθόδους που χρησιμοποιεί το DeepSeek R1 είναι η «απόσταξη γνώσης» (distillation). Αντί να δημιουργήσει από την αρχή ένα γιγαντιαίο μοντέλο με δισεκατομμύρια παραμέτρους, το DeepSeek αξιοποιεί μεγαλύτερα υπάρχοντα μοντέλα όπως το GPT-4 και το Meta Llama για να εκπαιδεύσει ένα μικρότερο μοντέλο. Με αυτόν τον τρόπο διατηρεί την αποτελεσματικότητα των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων, ενώ μειώνει σημαντικά το υπολογιστικό κόστος. Αυτή η τεχνική λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο που ένας μαθητευόμενος διδάσκεται από έναν έμπειρο τεχνίτη – χωρίς να χρειάζεται να κατέχει όλη τη γνώση, μαθαίνει μόνον ό,τι είναι ουσιώδες για την πρακτική εφαρμογή. Επιπλέον, η κινεζική Alibaba εμφάνισε το Qwen2.5-Max, ένα προηγμένο μοντέλο Τ.Ν. που ξεπερνάει κατά πολύ το DeepSeek! Μπορεί να δημιουργεί κείμενα, εικόνες, βίντεο, να εκτελεί κώδικα, ακόμη και να πραγματοποιεί αναζητήσεις στο Διαδίκτυο σε πραγματικό χρόνο με τα εξής χαρακτηριστικά:

Δεν δημιουργεί απλώς κώδικα, αλλά τον εκτελεί και τον δοκιμάζει σε πραγματικό χρόνο. Είναι εξαιρετικά ακριβές στη δημιουργία λεπτομερών εικόνων που ακολουθούν οδηγίες. Παράγει βίντεο ταχύτερα από το 90% των υφιστάμενων εργαλείων Τ.Ν. Διεξάγει διαδικτυακές αναζητήσεις, συλλέγει δεδομένα και συνοψίζει ερευνητικό υλικό σε πραγματικό χρόνο. Διαβάζει pdf, τα αναλύει και εξάγει χρήσιμα συμπεράσματα στη στιγμή.

Η εξέλιξη αυτή υπογραμμίζει μια βασική αλήθεια: η τεχνολογία δεν είναι απλώς ένα οικονομικό εργαλείο, αλλά ένας πυλώνας γεωπολιτικής ισχύος. Η ικανότητα μιας χώρας να παράγει, να ελέγχει και να προστατεύει τις στρατηγικές τεχνολογίες της θα καθορίσει τον ρόλο της στη διεθνή σκηνή τον 21ο αιώνα. Το 2025 θα διαπιστωθεί εάν η Κίνα πετυχαίνει τους δεκαετείς στόχους της.

 
*Ο κ. Γιώργος Ατσαλάκης είναι οικονομολόγος, αναπληρωτής καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης, Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr