τον ερευνητικό, ακαδημαϊκό και επιχειρηματικό χώρο της ημεδαπής ή της αλλοδαπής», όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα του. Το ΕΣΕΤΕΚ συγκροτείται με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων.
Την αρχή, τον χορό των παραιτήσεων του τελευταίου μήνα στο ΕΣΕΤΕΚ άνοιξαν δύο διακεκριμένα μέλη, από το Πανεπιστήμιο του Harvard και το Πανεπιστήμιο του Princeton. Ακολούθησαν μέλη από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, το Πανεπιστήμιο Harvard, ιδιωτική εταιρεία καινοτομίας στον χώρο του φαρμάκου και το Ινστιτούτο Έρευνας και Τεχνολογίας. Και πριν από μία εβδομάδα ακόμα περισσότερα μέλη από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το Πάντειο.
Σε επιστολές παραίτησης που έφερε προ ημερών στο φως της δημοσιότητας η «Καθημερινή» φαίνεται ότι τα καταξιωμένα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας είχαν σοβαρό πρόβλημα με τη στάση της ηγεσίας του υπουργείου Ανάπτυξης αλλά και γενικότερα της κυβέρνησης για την απουσία ουσιώδους στρατηγικής στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης της καινοτομίας.
«Δεν είχα βέβαια την απαίτηση η κυβέρνηση να αποδεχθεί τις εισηγήσεις του ΕΣΕΤΕΚ, αλλά την ελπίδα ότι το αρμόδιο υπουργείο θα ενδιαφερόταν για μια στοιχειώδη ανταλλαγή απόψεων, θα ανταποκρινόταν είτε θετικά είτε αρνητικά στις εισηγήσεις του και εν πάση περιπτώσει δεν θα το αντιμετώπιζε με παγερή αδιαφορία”, είχε επισημάνει ο καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας του Πανεπιστημίου Princeton, Αγγελος Χανιώτης. «Το ΕΣΕΤΕΚ όλο και περισσότερο καταδικαζόταν σε έναν “διακοσμητικό” ρόλο διεκπεραίωσης της αναπόφευκτης γραφειοκρατίας της Γενικής Γραμματείας Ερευνας και Καινοτομίας και αποστερούνταν από τον πρώτιστο σκοπό του να εισηγείται για τη διαμόρφωση των ερευνητικών προτεραιοτήτων της χώρας», επεσήμανε από την πλευρά της στην επιστολή παραίτησής της η πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου Χριστίνα Κουλούρη. Στο σύνολο, έχουν παραιτηθεί οκτώ από τα δεκαπέντε μέλη του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας.
Τι γίνεται όμως σε άλλες επιτροπές;
Καταξιωμένος έλληνας ακαδημαϊκός του εξωτερικού, με εμπειρία σε ανάλογη επιτροπή κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, δέχθηκε υπό τον όρο της ανωνυμίας να μιλήσει στο Protagon για την κατάσταση που επικρατεί.
«Είναι κοινό γνώρισμα μεταξύ των επιτροπών ο “διακοσμητικός” χαρακτήρας. Όσοι είμαστε από το εξωτερικό το νιώσαμε και στην δική μας επιτροπή. Πιθανώς αυτό το “μοτίβο” του “διακοσμητικού” χαρακτήρα να επαναλαμβάνεται – κατά τη γνώμη μου οφείλεται σε έναν συνδυασμό έλλειψης πολιτικής βούλησης και του καθεστώτος “έτσι γίνεται εδώ η δουλειά” από γραφειοκράτες που εμπλέκονται σε επιτροπές».
Όπως αναφέρει η πηγή, στην αρχή ελάμβαναν όλα τα ενθαρρυντικά σημάδια ότι θα υπήρχε πραγματική πρόοδος και επί της ουσίας έργο. “Think big, σκεφτείτε για να κάνουμε μεγάλα άλματα, θα επενδύσουμε στις ιδέες, πιστεύουμε ότι είναι το μέλλον και ότι πραγματικά το χρειαζόμαστε, μας έλεγαν. Μπήκαμε στο πνεύμα, αφιερώσαμε χρόνο και φαιά ουσία, μας είχαν εμπνεύσει ότι πράγματι θα γινόταν κάτι. Οπότε στην αρχή ξεκινήσαμε με ένα πολύ αισιόδοξο πλάνο. Και είχαμε ενθουσιασμό για να κάνουμε καλή δουλειά, ιδέες για εμβληματικά έργα που θα μπορούσαν να αλλάξουν το τοπίο της Ελλάδας, να γίνουν επενδύσεις”.
Στην αρχή, όπως λέει ο έλληνας ακαδημαϊκός του εξωτερικού, δεν είχαν κανέναν περιορισμό στο τι θα κάνουν και η κυβέρνηση και οι εμπλεκόμενοι φορείς τούς είχαν δώσει προσβάσεις παντού. Στην συνέχεια όμως, άρχισαν οι εκπτώσεις και οι περιορισμοί:
«Να γίνουν για παράδειγμα διαγωνισμοί για έργα και να “κόψουν κορδέλες”, αλλά να μην γίνουν συστημικές αλλαγές στην εκπαίδευση και στα πανεπιστήμια. Ιδιαίτερα στα πανεπιστήμια δεν θα γινόταν να κάνουμε και πολλά πράγματα επειδή πρέπει να κοπεί η πίτα ισότιμα σε όλους – δεν τα έλεγαν έτσι, αλλά αυτό ήταν το νόημα. Και ας πούμε ότι φτιάχνουμε το έργο του ενός δισεκατομμυρίου. Και τι θα το κάνουμε; Να κάνουμε ένα πλάνο για το πώς θα το χρησιμοποιήσουμε; Θα καταφέρεις να φέρεις φορείς και ανθρώπους που θα κάνουν επί της ουσίας αξιοποίηση του έργου του ενός δισεκατομμυρίου και να τους έχεις ευχαριστημένους και να τους πληρώνεις; Και μετά αρχίζει το κομμάτι, “λεφτά δεν υπάρχουν για να κάνουμε τέτοια πράγματα”. Σαν να νοιάζονται δηλαδή μόνο για αυτά που φαίνονται και όχι για την ουσία».
Στην πρόσφατη επιστολή παραίτησής της από το ΕΣΕΤΕΚ η πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου Χριστίνα Κουλούρη είχε αναφέρει: “Η συνειδητοποίηση της ακύρωσης μιας ανιδιοτελούς και, τολμώ να πω, ρομαντικής προσπάθειας που συσπείρωσε έλληνες επιστήμονες της διασποράς και επιστήμονες από τα ελληνικά πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα υπήρξε οπωσδήποτε οδυνηρή”.
Ας σταθούμε λίγο στους έλληνες επιστήμονες της διασποράς. Όπως επισημαίνει η ακαδημαϊκή πηγή του εξωτερικού στο Protagon, «oι Έλληνες των ξένων πανεπιστημίων με τους έλληνες γραφειοκράτες είναι δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι – είναι η σύγκρουση της νοοτροπίας των καταξιωμένων Ελλήνων του εξωτερικού με τη νοοτροπία του “ελληναρά”. Προσωπικά ασχολιόμουν με το αντικείμενο της επιτροπής περισσότερες από 20 ώρες την εβδομάδα γιατί το πίστευα πραγματικά και ήθελα να βοηθήσω. Και τελικά, απλά βαρούσαμε ταμπούρλα».
Πώς λοιπόν νιώθει κάποιος καταξιωμένος επιστήμονας που βλέπει τον κόπο και τις προσπάθειές του να καταλήγουν στον «κουβά»; Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Princeton, Αγγελος Χανιώτης, είχε επισημάνει κατά την παραίτησή του από το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας την “επί μήνες σιγή του υπουργείου στην πρόταση επιβράβευσης 10 ερευνητικών ιδρυμάτων λόγω αριστείας, μετά από χρονοβόρα αξιολόγηση”. Και είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι “το ΕΣΕΤΕΚ δεν μπορεί να έχει ουσιαστικό ρόλο στη στρατηγική της έρευνας στην Ελλάδα και ο ρόλος του περιορίζεται στο να προτείνει επιτροπές για εκλογές διευθυντών ινστιτούτων και αξιολογητές για αξιολογήσεις που στη συνέχεια θα αγνοηθούν”.
Η αξιολόγηση και κατ’ επέκταση η αξιοκρατία, είναι ένα μεγάλο αγκάθι τόσο στον τομέα της έρευνας όσο και σε πολλούς άλλους τομείς στην Ελλάδα. Από την εμπειρία του σε ελληνική επιτροπή, ο έλληνας ακαδημαϊκός του εξωτερικού που μίλησε υπό όρους ανωνυμίας στο Protagon εντόπισε ως ιδιαίτερα μεγάλο πρόβλημα το γεγονός ότι ο κανόνας στη χώρα μας είναι να κόβεται η πίτα «ισότιμα» για να μην παραπονιούνται αυτοί που δεν θα πάρουν κομμάτι, ή και αυτοί που θα πάρουν μικρότερα από τους άλλους. «Εισέπραττα ότι δεν ήθελαν να μείνει κανένας παραπονεμένος ακόμα και οι καθηγητές που δεν τα πάνε καλά, σαν να μην ήθελε κανείς να γίνει ουσιαστική αξιολόγηση. Καταλάβαινα ότι δεν ήθελαν με τίποτα να αποκλείσουν κάποιους, οι οποίοι όμως δεν κάνουν έργο όπως αυτό που θα έπρεπε να κάνουν για να χρηματοδοτηθούν»…
Όπως φαίνεται από τις επώνυμες και ανώνυμες μαρτυρίες, το «μοτίβο» δεν επαναλαμβάνεται μόνο στον «διακοσμητικό χαρακτήρα» των επιτροπών αλλά επεκτείνεται και σε άλλα θέματα, συμπεριλαμβανομένου και αυτού της αξιολόγησης. Ποια θα μπορούσε να είναι η λύση; Πώς θα έπρεπε να είναι τα πράγματα για να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος; Ο έλληνας ακαδημαϊκός του εξωτερικού αναφέρει:
«Ο πυρήνας του προβλήματος βρίσκεται στην νοοτροπία να κόβεται η πίτα “ισότιμα” και στο όλοι να παίρνουν κομμάτι. Κάποιοι είναι καλύτεροι από τους άλλους, κάποιοι δουλεύουν περισσότερο, κάποιοι μπορούν να φέρουν περισσότερες επενδύσεις. Αυτό τι σημαίνει; Ότι πρώτον, στην έρευνα θα πρέπει να ξεχωρίζεις πού δίνεις κονδύλια και να διασφαλίσεις ότι αυτά θα πάνε στους ανθρώπους που κάνουν δουλειά. Από την εμπειρία μου κατάλαβα ότι κανείς δεν θέλει να γίνει διαφανής αξιολόγηση. Επί της ουσίας όμως θα πρέπει να εφαρμοστεί ένα αξιοκρατικό σύστημα.
»Δεύτερον, θέλοντας και μη, θα πρέπει να εισέλθουν στο χώρο εταιρείες και να ενδυναμωθεί η επιχειρηματικότητα γιατί απ΄ ό,τι φαίνεται η έρευνα πλέον χρηματοδοτείται κυρίως από την επιχειρηματικότητα – όσο δύσκολο και αν ακούγεται αυτό, δεδομένης της πολιτικής και κοινωνικής συνείδησης των Ελλήνων. Δεν μπορείς να θεωρείς ότι κάποιος που θα αντλήσει πόρους από τον ιδιωτικό τομέα, θα φέρει έρευνα, θα προσλάβει ερευνητές -οι οποίοι θα μπορούν να δουλεύουν και σε εταιρείες- είναι “καπιταλιστικός διάβολος”. Ο κόσμος έτσι δουλεύει. Άρα, όταν λες ότι ο καλός ερευνητής μπορεί να εργάζεται αμειβόμενος μόνο με χρήματα που θα παίρνει από το πανεπιστήμιο, δεν θα του δίνεις περισσότερα κονδύλια επειδή πρέπει να μοιράσεις την πίτα “ισότιμα”, δεν θα τον αφήσεις να ανοίξει start-up εταιρεία για να συμπληρώσει το εισόδημά του, να χρηματοδοτήσει το εργαστήριό του ή και να βρει και δουλειά στους φοιτητές του, επειδή αυτό είναι που κάνουν οι “κακοί καπιταλιστές”, ε, τότε το οικοσύστημα δεν θα ευδοκιμήσει.
»Οπότε το πρώτο είναι η αξιοκρατία και το δεύτερο ότι πρέπει να παρέχεις κίνητρα για εξωπανεπιστημιακή, όχι αμιγώς ερευνητική δραστηριότητα, γιατί στο τέλος της ημέρας η αγορά είναι αυτό που ορίζει τι είναι το επόμενο σημαντικό στην έρευνα. Όταν μιλάμε για καινοτομία, έχει παλιώσει το μοντέλο ότι αυτή έρχεται από το πανεπιστήμιο. Δυστυχώς το πανεπιστήμιο είναι δύο βήματα πίσω από την αγορά. Αν δεν αφήσεις την αγορά να δουλέψει, να εμπνευστεί και να χρηματοδοτήσει, το οικοσύστημα της καινοτομίας δεν θα προχωρήσει».
*Από το Protagon.gr