ενέργειας της ΕΕ. Η τελευταία αναθεώρηση της Οδηγίας για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (RED III), η οποία τέθηκε σε ισχύ τον Νοέμβριο του 2023, περιλαμβάνει, για πρώτη φορά, τομεακούς στόχους για εναλλακτικά καύσιμα που περιλαμβάνουν και το ανανεώσιμο υδρογόνο στους τομείς της βιομηχανίας και των μεταφορών. Συγκεκριμένα, το RED III θέτει φιλόδοξους στόχους: 42% ανανεώσιμων καυσίμων στη βιομηχανία έως το 2030 και 60% έως το 2035.
Ωστόσο, η νομοθεσία που καθορίζει τους στόχους πρέπει να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο κάθε χώρας της ΕΕ. Οπότε, σύμφωνα με τους μελετητές, το ζητούμενο είναιπώς τα κράτη μέλη θα μεταφέρουν την Οδηγία στο εθνικό τους δίκαιο και εάν η υποχρέωση θα παραμείνει σε εθνικό επίπεδο ή θα μεταφραστεί σε κλαδικό ή μεμονωμένο επίπεδο εταιρείας. Όπως αναφέρεται στην ανάλυση του Ινστιτούτου Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης, εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα. Αν και η Ολλανδία φαίνεται να έχει προχωρήσει προς μια προτεινόμενη υποχρέωση σε επίπεδο εταιρειών, οι περισσότερες χώρες της ΕΕ δεν έχουν ακόμη ξεκαθαρίσει την προσέγγισή τους. Η Οδηγία άλλωστε παρέχει μεγάλη ευελιξία είτε ως προς τη μείωση είτε ως προς την εξαίρεση ορισμένων τομέων
«Οι διαφορές στην εφαρμογή θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ορισμένες ανισότητες μεταξύ των χωρών, ιδίως εάν οι διαφορές στη μοντελοποίηση της ζήτησης και στις στρατηγικές πολιτικής δημιουργούν διαφορετικές προσεγγίσεις αναφορικά με την ανάπτυξη της βιομηχανίας και τις περιπτώσεις χρήσης της τεχνολογίας», σημειώνουν οι μελετητές. Και προσθέτουν: «Οι δημοπρασίες της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Υδρογόνου έδειξαν ότι ορισμένες περιοχές της ΕΕ –Ιβηρία, Σκανδιναβικές και Ελλάδα– πρωτοστατούν όσον αφορά το χαμηλότερο κόστος ανανεώσιμου υδρογόνου, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της ζήτησης υδρογόνου βρίσκεται επί του παρόντος στη Βορειοδυτική Ευρώπη και την Πολωνία. Αυτό θα μπορούσε να απαιτήσει ταχύτερη δημιουργία υποδομής μεταφοράς υδρογόνου. Εκτός από τη δημιουργία ζήτησης υδρογόνου, η υποδομή υδρογόνου πρέπει να αναπτυχθεί έγκαιρα, καθώς οι καθυστερήσεις θα επηρεάσουν τόσο την προσφορά όσο και την εξέλιξη της ζήτησης υδρογόνου».
Πάντως, οι στόχοι για το υδρογόνο εμφανίζονται σε μια εποχή που ο ευρωπαϊκός βιομηχανικός τομέας αντιμετωπίζει κρίση: οι υψηλές τιμές ενέργειας από το 2022 κι έπειτα έχουν επηρεάσει τη βιομηχανική παραγωγή και την ανταγωνιστικότητα της περιοχής. Υπάρχουν ανησυχίες ότι η στροφή προς ακριβότερες πηγές «καθαρής» ενέργειας χωρίς την εξασφάλιση μιας αγοράς για τα προϊόντα τους και την προστασία τους από διεθνείς ανταγωνιστές θα βλάψει περαιτέρω την ευρωπαϊκή βιομηχανία. Σύμφωνα με την ανάλυση της Οξφόρδης, η ζήτηση που προκύπτει από τις απαιτήσεις της RED III για τον βιομηχανικό τομέα θα είναι περιορισμένη, πιθανώς μεταξύ 1 και 2 εκατ. τόνων (Mt), ειδικά εάν οι χώρες χρησιμοποιήσουν τις επιλογές ευελιξίας.
Αυτό είναι πολύ χαμηλότερο από τον φιλόδοξο, αλλά μη δεσμευτικό, στόχο του REPowerEU που προσδιορίζεται στους 20 Mt ζήτησης ανανεώσιμου υδρογόνου έως το 2030. Αυτά τα δεδομένα υπογραμμίζουν τις διάφορες αβεβαιότητες που εξακολουθούν να υπάρχουν σχετικά με ορισμένες πτυχές του κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής σε επίπεδο χώρας, τον ρόλο του τομέα της διύλισης τόσο στις μεταφορές όσο και στη βιομηχανία, την πιθανή επίδραση των εισαγωγών, τη σημασία της πιστοποίησης -καθώς το ανανεώσιμο υδρογόνο πρέπει να πληροί τα κριτήρια που ορίζει η ΕΕ - και τις πιθανές κυρώσεις σε περίπτωση που οι χώρες δεν επιτύχουν τους στόχους.
Σε κάθε περίπτωση, επί ελληνικού εδάφους, το «πράσινο φως» από την Κομισιόν φαίνεται ότι πήρε, σε πρώτη φάση, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τη θεσμικού πλαισίου για το υδρογόνο, το οποίο αποτελεί προαπαιτούμενο για την εκταμίευση των δόσεων του Ταμείου Ανάκαμψης. Κατά την παρουσίαση που έγινε σε στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έγιναν ορισμένες παρατηρήσεις, οι οποίες θα διορθωθούν άμεσα ώστε το τελικό κείμενο να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση. Σύμφωνα με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις του νομοσχεδίου τίθεται περιθώριο διετίας για την έκδοση άδειας για μονάδα παραγωγής ανανεώσιμου υδρογόνου. Επίσης προσδιορίζονται οι παράμετροι για την ανάπτυξη, αδειοδότηση, λειτουργία και διαχείριση των «Γεωγραφικά Περιορισμένων Δικτύων Υδρογόνου» και τη στήριξή τους με λειτουργική ενίσχυση μέσω διαγωνισμών.