Ωστόσο, οι ανησυχίες των ΗΠΑ δεν σχετίζονται με τους κλιματικούς στόχους, αλλά με την ηγετική θέση της Κίνας, της Ρωσίας, και άλλων ασιατικών αγορών στον συγκεκριμένο τομέα.
Ο Φρεντς Χιλ, επικεφαλής της Επιτροπής Οικονομικών Υπηρεσιών της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, ηγείται της προσπάθειας της αμερικανικής κυβέρνησης να αλλάξει την πάγια πολιτική της Παγκόσμιας Τράπεζας σχετικά με την πυρηνική ενέργεια. Ο μεγαλύτερος διεθνής οικονομικός οργανισμός είχε εγκρίνει για πρώτη και τελευταία φορά τη χρηματοδότηση πυρηνικών έργων το 1959, με αφορμή την κατασκευή του πρώτου αντιδραστήρα στην Ιταλία. Έκτοτε, η Τράπεζα έχει εξαιρέσει την πυρηνική ενέργεια από το χαρτοφυλάκιό της, επικεντρώνοντας τους πόρους της σε άλλες μορφές ενέργειας.
Εντούτοις, ο σημερινός Πρόεδρος της ΠΤ, Ατζέι Μπάνγκα, δέχεται συνεχώς εντεινόμενες πιέσεις προκειμένου να αλλάξει αυτή την πολιτική. Το βασικό σκεπτικό της αμερικανικής κυβέρνησης αφορά στην ηγετική παρουσία της Κίνας, της Ρωσίας, και άλλων ασιατικών κρατών στις πυρηνικές υποδομές. Χαρακτηριστικά, από τους 60 νέους αντιδραστήρες που σε στάδιο κατασκευής, η πλειοψηφία βρίσκεται στην Κίνα ή άλλα ασιατικά κράτη. Πέρα από τις εγχώριες επενδύσεις στην πυρηνική ενέργεια, αρκετές ασιατικές επιχειρήσεις έχουν καταφέρει να εισέλθουν στις δυτικές αγορές, ξεπερνώντας ακόμα και παραδοσιακούς γίγαντες του κλάδου, όπως η γαλλική EDF. Παράλληλα, η ρωσική Rosatom αποτελεί έναν προνομιακό εταίρο για αρκετά αναπτυσσόμενα κράτη, ακόμα και αν αυτές οι κυβερνήσεις θεωρούνται σύμμαχοι των ΗΠΑ, όπως η Αίγυπτος και η Τουρκία.
Τόσο οι Ρεπουμπλικάνοι ευρύτερα, όσο και η κυβέρνηση Τραμπ, επιχειρούν να επαναφέρουν την πυρηνική ενέργεια στο προσκήνιο, ειδικά μετά την οπισθοχώρησή τους στον τομέα της πράσινης ενέργειας. Πέραν από τον διεθνή ανταγωνισμό— ο οποίος δεν περιορίζεται στους συμβατικούς αντιδραστήρες αλλά εκτείνεται πλέον σε πειραματικές τεχνολογίες όπως οι μικροί αρθρωτοί αντιδραστήρες και η πυρηνική σύντηξη— η πυρηνική ενέργεια αποτελεί τον μεγαλύτερο κερδισμένο από την ανάπτυξη των ψηφιακών υποδομών, με τους περισσότερους τεχνολογικούς κολοσσούς να στρέφονται εκεί για την κάλυψη των υψηλών ενεργειακών αναγκών των data centers.
Ωστόσο, οι πιέσεις του Τραμπ και των υποστηρικτών του δεν συμβαίνουν στο κενό. Και ο Λευκός Οίκος και το Κογκρέσο που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικανούς, έχουν δηλώσει την απερίφραστη αντιπάθειά τους προς τους διεθνούς οργανισμούς, ακόμα και όταν αυτοί δημιουργήθηκαν αποκλειστικά από την Ουάσιγκτον. Αυτή δεν είναι μία νέα προσέγγιση, με το μεγαλύτερο αστέρι του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, τον Ρόναλντ Ρήγκαν, να πολεμά κάθε προσπάθεια συμμετοχής των ΗΠΑ σε διεθνείς οργανισμούς ή συμφωνίες, πιστεύοντας πως έτσι περιοριζόταν η ισχύς της χώρας. Οι σύγχρονοι θιασώτες της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ έχουν επιμείνει σε αυτές τις θέσεις, με ορισμένους να υποστηρίζουν ακόμα και την αποχώρηση από τον ΟΗΕ. Ως εκ τούτου, οργανισμοί όπως η ΠΤ που χρηματοδοτούνται κυρίως από τις ΗΠΑ αντιμετωπίζουν την πολύ πραγματική πιθανότητα μίας αμερικανικής εξόδου.