Όπως ανακοίνωσε η κυβέρνηση Τραμπ, οι σχετικές υπηρεσίες των ΗΠΑ ακύρωσαν τις ειδικές άδειες που είχε εξασφαλίσει το Ιράκ προκειμένου να συνεχίσει να εισάγει ενέργεια από το Ιράν. Οι άδειες είχαν εκδοθεί για πρώτη φορά το 2018, όταν ο Αμερικανός Πρόεδρος είχε επιβάλει αυστηρές κυρώσεις εναντίον της Ισλαμικής Δημοκρατίας κατά την πρώτη θητεία του. Η πολιτική αυτή όχι απλώς συνεχίζεται, αλλά και εντείνεται κατά τη δεύτερη θητεία του, με τον Λευκό Οίκο να ακολουθεί μία στρατηγική «μέγιστης πίεσης» εναντίον του Ιράν. Στο επίκεντρο αυτής της προσέγγισης είναι η ολική απομόνωση της Τεχεράνης σε διεθνές επίπεδο και η οικονομική αποδυνάμωσή της ιρανικής ηγεσίας μέσω των περιορισμών στις εξαγωγές πετρελαίου και άλλων ενεργειακών προϊόντων. Μάλιστα, υπάρχουν πληροφορίες πως η αμερικανική κυβέρνηση εξετάζει ακόμα και το ενδεχόμενο των θαλάσσιων ελέγχων σε ιρανικά τάνκερ.
Αναμενόμενα, οι εξελίξεις αυτές έχουν προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις, με το Ιράκ να βρίσκεται σε μία ιδιαίτερα δυσμενή συγκυρία. Σύμφωνα με τις πληροφορίες των ΗΠΑ, περίπου το 4% της ενέργειας που καταναλώνεται στο Ιράκ προέρχεται από το Ιράν. Ωστόσο, αρκετοί αναλυτές εξηγούν πως ακόμα κι αν ισχύουν αυτοί οι αριθμοί, η Βαγδάτη θα δυσκολευτεί να βρει εναλλακτικούς προμηθευτές άμεσα, ειδικά κατά τους επόμενους μήνες, όταν οι θερμοκρασίες εκτοξεύονται στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Πέραν των ενεργειακών σχέσεων μεταξύ Ιράκ και Ιράν, ο πολιτικός και αμυντικός ρόλος που διαδραματίζει η Τεχεράνη εντός των ιρακινών συνόρων δεν μπορεί να υποτιμάται. Παρόλο που οι ΗΠΑ πρόσφατα αύξησαν τα στρατεύματά τους στη χώρα, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για λιγότερους από 10.000 στελέχη του αμερικανικού στρατού, χωρίς να είναι γνωστό πόσοι από αυτούς είναι αξιόμαχοι. Ταυτόχρονα, ήδη από την προηγούμενη θητεία του, ο Πρόεδρος Τραμπ πίεζε για απόσυρση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν και το Ιράκ, κάτι που οδήγησε στις τραγελαφικές εικόνες του 2021 στην πρώτη περίπτωση. Αν και η διατήρηση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στο Ιράκ θα ήταν μία λογική επιλογή εφόσον η Ουάσιγκτον επιθυμεί να πιέσει την Τεχεράνη, μία αποχώρηση δεν πρέπει να θεωρείται απίθανη.
Από την άλλη πλευρά, 22 χρόνια μετά την αμερικανική εισβολή και την κατάρρευση του Σαντάμ Χουσεΐν, το Ιράν συνιστά τον πιο κομβικό παίκτη στις πολιτικές ισορροπίες στη Βαγδάτη. Οι Σηιτικές κοινότητες, αλλά και οι παραστρατιωτικές οργανώσεις που στηρίζονται από το Ιράν, διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην επιβίωση της κεντρικής κυβέρνησης, παρά τις απειλές όπως η παρουσία εξτρεμιστικών οργανώσεων και η οικονομική ανέχεια του πληθυσμού. Με το Ιράκ να στοχεύει στην προσέλκυση περισσότερων ξένων επενδύσεων, η ασφάλεια αποτελεί την ύψιστη προτεραιότητα της κυβέρνησης. Εντός αυτού του πλαισίου, η διαρραγή των σχέσεων με την Τεχεράνη εξαιτίας των αμερικανικών πιέσεων είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για την ιρακινή ηγεσία.