Είκοσι πέντε χρόνια συμπληρώθηκαν τη Δευτέρα από το υψηλό των 5.048,62 μονάδων που σημείωσε ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq στο αποκορύφωμα της φούσκας του dot-com, το 2000. Αυτό που ακολούθησε τότε ήταν μια βίαιη πτώση, στην οποία ο Nasdaq έχασε το 77% της αξίας του ή κεφαλαιοποίηση 5 τρισ. δολαρίων. Σήμερα, η μανία με την τεχνητή νοημοσύνη θυμίζει σε πολλά την εποχή της φούσκας του 2000.
Τότε, νεοσύστατες εταιρείες του Διαδικτύου χρειαζόταν απλά να προσθέσουν το dot-com στο τέλος του ονόματός τους για να αποκτήσουν αστρονομικές αποτιμήσεις, ακόμη και εάν δεν είχαν καν ένα business plan.
Η φούσκα του dot-com γιγαντώθηκε καθώς οι ΗΠΑ βίωναν τη μακροβιότερη περίοδο οικονομικής ανάπτυξής τους μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο πληθωρισμός και η ανεργία βρίσκονταν σε πτώση, καθώς η ανάπτυξη και η παραγωγικότητα αυξάνονταν σημαντικά.
Από τον Οκτώβριο του 1998 και μετά, οι αγορές πανηγύριζαν ένα κύμα από IPOs εταιρειών dot-com που έμοιαζε να μην έχει τέλος. Κανείς δεν έδινε σημασία στη βιωσιμότητα των εταιρειών αυτών, οι οποίες μπορεί να είχαν τεράστιες κεφαλαιοποιήσεις στο χρηματιστήριο, αλλά δεν θα έβγαζαν ποτέ κέρδη – κάποιες δεν είχαν ούτε καν έσοδα.
Πριν από 25 χρόνια, αγαπημένες της αγοράς ήταν νεοσύστατες startups με ελάχιστα έσοδα· σήμερα, οι εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης χρηματοδοτούνται από τεχνολογικούς κολοσσούς.
Με τους αναλυτές της Wall Street να συντηρούν το «πάρτι», επενδυτές του retail αγόραζαν αδιακρίτως μετοχές, απλώς με την προσδοκία ότι θα τις πουλούσαν σε ακόμη υψηλότερες τιμές. Αλλωστε, η ρευστότητα ήταν άφθονη, καθώς η Federal Reserve είχε μειώσει τα επιτόκια μετά την κατάρρευση του hedge fund Long-Term Capital Management το 1998.
Σύμφωνα με στοιχεία της Goldman Sachs, ενώ το 1990 η αξία των μετοχών του Nasdaq αντιστοιχούσε στο 11% της συνολικής αξίας των μετοχών του New York Stock Exchange, έως τον Δεκέμβριο του 1999, το ποσοστό αυτό είχε εκτιναχθεί στο 80%. Η πτώση που ακολούθησε ήταν επώδυνη. Στις 4 Οκτωβρίου του 2002, ο Nasdaq έπεσε στις 1.139,90 μονάδες, 77% χαμηλότερα από τα υψηλά του.
Καμία οικονομία του κόσμου δεν έμεινε ανεπηρέαστη, αφού το σκάσιμο της φούσκας έριξε τα διεθνή χρηματιστήρια και οδήγησε στην ύφεση του 2001.
Θα χρειαζόταν να περάσουν 15 ολόκληρα χρόνια για να καλύψει ο Nasdaq το χαμένο έδαφος και να αγγίξει νέο ιστορικό υψηλό, στις 23 Απριλίου του 2015.
Ενα τέταρτο του αιώνα αργότερα, σίγουρα υπάρχουν ομοιότητες με εκείνη την περίοδο. Ωστόσο, ο Kαϊρόνγκ Ξιάο, καθηγητής Οικονομικών στο Columbia Business School, λέει στο Quartz ότι εάν η μανία με την τεχνητή νοημοσύνη αποδειχθεί μια φούσκα που θα σκάσει, η δομή της αγοράς σημαίνει ότι τα πράγματα θα είναι πολύ διαφορετικά από το 2000.
«Η φούσκα των dot-com χαρακτηρίστηκε από πολλά IPOs, με εταιρείες να προσπαθούν να μπουν στη μεγαλύτερη κατηγορία περιουσιακών στοιχείων στο Nasdaq. Σήμερα, λόγω της ρύθμισης της αγοράς και πολλών άλλων διαρθρωτικών αλλαγών, οι νέες επενδύσεις στις μέρες μας έχουν γίνει μέσα από την ιδιωτική αγορά μετοχών», εξηγεί.
Πραγματικά, οι σημαντικότερες εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης σήμερα –OpenAI και Anthropic– παραμένουν ιδιωτικές, παρότι διαθέτουν αποτιμήσεις δεκάδων δισ. Μπορούν να έχουν πρόσβαση σε τεράστια κεφάλαια χωρίς να αντιμετωπίζουν τον έλεγχο μιας εισηγμένης εταιρείας ή την πίεση των τριμηνιαίων κερδών.
Οι εταιρείες που ηγούνται του σημερινού τεχνολογικού κύματος διαφέρουν επίσης σημαντικά από τις προκατόχους τους, του dot-com. Το 2000, πολλές από τις αγαπημένες της αγοράς ήταν νεοσύστατες startups με ελάχιστα έσοδα. Σήμερα, η καινοτομία της τεχνητής νοημοσύνης χρηματοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από τεχνολογικούς γίγαντες πλούσιους σε μετρητά, όπως η Microsoft, η Google και η Nvidia. Αυτή η συγκέντρωση πόρων μεταξύ καθιερωμένων παικτών μπορεί να προσφέρει ένα «μαξιλάρι» έναντι της αστάθειας της αγοράς που δεν υπήρχε κατά την εποχή του dot-com.
«Οι μεγάλες εταιρείες μπορούν να επιβιώσουν εάν υπάρξει κραχ στην αγορά, επειδή έχουν άλλους τρόπους προκειμένου να αντλήσουν χρηματοδότηση, ενώ οι μικροί παίκτες εξαφανίζονται», σχολιάζει ο Ξιάο.
Ωστόσο, υπάρχουν κι εκείνοι που πιστεύουν ότι και αυτή η μανία θα τελειώσει άσχημα. Ο Τζιν Mάνστερ, της Deepwater Asset Management, τονίζει ότι η σημερινή έκρηξη της τεχνητής νοημοσύνης έχει και άλλο δρόμο να διανύσει, έχει όμως και ημερομηνία λήξης.
«Εξακολουθώ να πιστεύω ότι έχουμε άλλα δύο καλά χρόνια στην αγορά», υπογραμμίζει ο Mάνστερ στο Quartz. «Δυστυχώς, θα τελειώσει με τον ίδιο τρόπο που τελείωσε και πριν από 25 χρόνια».
Για τον Mάνστερ, ο βασικός δείκτης δεν είναι οι τρέχουσες αποτιμήσεις αλλά η ψυχολογική κατάσταση της αγοράς, την οποία θεωρεί «ευφορική» αυτή τη στιγμή. Σύμφωνα με την άποψή του, αυτή η ευφορία θα ξεπεράσει το όριο μέχρι το 2027, πυροδοτώντας μια «θεαματική έκρηξη». Ο ίδιος πιστεύει ότι η ουσία της τεχνητής νοημοσύνης θα αποδειχθεί τελικά σημαντική, αλλά αυτό πιθανότατα δεν θα συμβεί εγκαίρως ώστε να αποφευχθεί μια διόρθωση της αγοράς. «Μέχρι να αρχίσουν να βελτιώνονται τα νούμερα, η φούσκα θα έχει σκάσει», λέει. «Εζησα μέσα τη φούσκα dot-com. Δεν θέλω να δω τις ζωές των ανθρώπων να τινάζονται στον αέρα, αλλά πιστεύω παράλληλα ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα έχει μεγαλύτερη επίδραση από το Διαδίκτυο».
(από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)