Οι προκλήσεις της Τουρκίας σχετικά με τον καλώδιο ηλεκτρικής σύνδεσης Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας (GSI) δείχνουν ξεκάθαρα την πρόθεσή της να κυριαρχήσει σε μελλοντικά έργα στην περιοχή. Η Ελλάδα, από την πλευρά της, πρέπει να εξασφαλίσει τη συνέχιση του έργου, το οποίο χρηματοδοτείται κατά το ένα τρίτο από την ΕΕ, καθώς και την προστασία των κυριαρχικών της δικαιωμάτων στα χωρικά της ύδατα. Κατά συνέπεια, αποφεύγει να κλιμακώσει τις εντάσεις με την Τουρκία, ιδιαίτερα λόγω της συνάντησης των υπουργών εξωτερικών Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ, και επιλέγει το επίσημο "πάγωμα" των εργασιών του GSI, μειώνοντας όμως τη μελλοντική διαπραγματευτική της ισχύ.
Οι εργασίες του GSI έχουν σταματήσει ουσιαστικά από τον Ιούλιο του 2024, και είναι κατανοητό ο ΑΔΜΗΕ να μην επιθυμεί να αναλάβει το βάρος των ρητρών προς τους πλοιοκτήτες των ερευνητικών σκαφών για τον προσδιορισμό της τοποθέτησης του καλωδίου και προς τους κατασκευαστές του καλωδίου μήκους 1200 χιλιομέτρων. Αναμφίβολα, οι καθυστερήσεις είναι πολιτικές αποφάσεις και θα αποτυπωθούν κάποια στιγμή στους λογαριασμούς των καταναλωτών για έναν καλωδιακό αγωγό που είχε προγραμματιστεί να λειτουργήσει μετά το 2031. Σε αυτό το περιβάλλον, η εστίαση του ΑΔΜΗΕ στη διασύνδεση των νησιών του Αιγαίου είναι οικονομικά λογική, διότι η εξασφάλιση παροχής ηλεκτρικής ενέργειας σε αυτά τα νησιά είναι κρίσιμη για τις τοπικές οικονομίες και τη συνολική σταθερότητα του εθνικού δικτύου.
Από την άλλη πλευρά, οι προτεραιότητες της ΕΕ είναι να πραγματοποιηθεί η ηλεκτρική σύνδεση μεταξύ Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας (GSI), και αυτή μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου (GREGY), για τη μεταφορά ηλεκτρισμού προς την Ευρώπη που θα παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, από φυσικό αέριο ή και από τα δύο. Ο ρόλος του Ισραήλ στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από καύση φυσικού αερίου είναι σημαντικός, καθώς θα παρέχει μια σταθερή πηγή ενέργειας. Ο στόχος της Ελλάδας να εξάγει ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ευθυγραμμίζεται με το όραμα της πράσινης μετάβασης της ΕΕ.
Ωστόσο, οι γεωπολιτικές εντάσεις, ιδιαίτερα με την Τουρκία, προσθέτουν ένα επίπεδο πολυπλοκότητας, πέρα από τις τεχνικές προκλήσεις. Από απλή τεχνική ματιά, τα καλώδια, όπως οι αγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου, πρέπει να έχουν χωρητικότητα για να μεταφέρουν την ενέργεια αλλά και διαθεσιμότητα της ενέργειας στην αφετηρία. Στην περίπτωση των υδρογονανθράκων, χρειάζονται πετρελαιοπηγές, παραγωγή, και επεξεργασία υδρογονανθράκων. Στην περίπτωση των καλωδίων, χρειάζονται ήλιος, αέρας, φωτοβολταϊκά ή ανεμογεννήτριες, υποσταθμοί και συστήματα αποθήκευσης ηλεκτρισμού.
Η διαθεσιμότητα ηλεκτρισμού στους GSI και GREGY θα εξαρτηθεί από την ταχύτητα ανάπτυξης εγκαταστάσεων ΑΠΕ, ενώ η διαθεσιμότητα φυσικού αερίου θα εξαρτηθεί από την ταχύτητα νέων ανακαλύψεων υδρογονανθράκων που θα μπουν σε παραγωγή στη Νοτιοανατολική Μεσόγειου μέχρι το 2031. Συνοψίζοντας, και οι δύο προτεραιότητες, ελληνικές και ευρωπαϊκές, είναι κρίσιμες, αλλά η διαχείρισή τους πρέπει να εξασφαλίζει πρωτίστως άμεσα οικονομικά οφέλη και την ενεργειακή ασφάλεια της Ελλάδας στα πλαίσια μιας περιφερειακής σταθερότητας.
Ο Γιάννης Μπασιάς είναι ενεργειακός αναλυτής, τέως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ)
(αναδημοσίευση από ΤΑ ΝΕΑ)