Η έγκριση άδειας εξαγωγής είναι η πέμπτη έγκριση που σχετίζεται με το LNG από το Υπουργείο Ενέργειας από τότε που ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανέλαβε τα καθήκοντά του και ήρε το πάγωμα των νέων αδειών εξαγωγής που επέβαλε η προηγούμενη κυβέρνηση, του Τζο Μπάιντεν, και στην οποία είχαν αντιδράσει με σφοδρότητα οι μεγάλες πετρελαϊκές.
Η Venture Global, εξάλλου, έχει αναπτύξει ισχυρούς δεσμούς με την σημερινή κυβέρνηση, καθώς συνεισέφερε 1 εκατ. δολάρια στην προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ. Αλλά και ο διευθύνων σύμβουλος Mike Sabel συμμετείχε σε δείπνο που διοργανώθηκε στο Mar-a-Lago, τον Απρίλιο του 2024, με προσκεκλημένους στελέχη του τομέα του πετρελαίου και φυσικού αερίου, όπου ο Ντόναλντ Τραμπ φέρεται να ζήτησε 1 δισ. δολάρια σε δωρεές για την προεκλογική του εκστρατεία με αντάλλαγμα την κατάργηση των περιβαλλοντικών πολιτικών.
Ο Sabel και ο συνιδρυτής της Venture Global, Robert Pender, οι οποίοι ελέγχουν το 84% των μετοχών της εταιρείας, πρωτοστάτησαν στην αρθρωτή κατασκευή εγκαταστάσεων υγροποιημένου φυσικού αερίου, η οποία επιτρέπει την ολοκλήρωση μεγάλου μέρους των εργασιών προκατασκευής στις γιγαντιαίες εγκαταστάσεις εκτός του εργοταξίου, ώστε να μειωθεί το κόστος και οι χρόνοι παράδοσης του έργου.
Ας σημειωθεί ότι η Venture Global έχει κερδίσει τη φήμη μιας νεοσύστατης εταιρείας στη βιομηχανία υγροποιημένου φυσικού αερίου, η οποία παραδοσιακά εκτιμά τις στενές σχέσεις με τους πελάτες-ιδρυτές, οι οποίοι υπογράφουν μακροπρόθεσμες συμβάσεις προμήθειας που επιτρέπουν στις εταιρείες να αντλήσουν χρηματοδότηση για την κατασκευή τερματικών σταθμών.
Ωστόσο, κατά την έναρξη του ρωσοουκρανικού πολέμου, το 2022, οι τιμές LNG σημείωσαν αλματώδη άνοδο, η εταιρεία έλαβε την αμφιλεγόμενη απόφαση να πουλήσει μεγάλες ποσότητες προϊόντος στις αγορές spot, αντί να τηρήσει τις μακροπρόθεσμες συμβάσεις. Η απόφαση αυτή είχε ως συνέπεια η Shell, η BP και αρκετοί άλλοι πελάτες της Venture Global να καταθέσουν αξιώσεις διαιτησίας ύψους 5 δισ. δολαρίων εναντίον της, υποστηρίζοντας ότι αθέτησε τις μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις της απέναντί τους για να επωφεληθεί από την αγορά spot. Η εταιρεία, η οποία διαχειρίζεται δύο τερματικούς σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου στις ακτές του Κόλπου των ΗΠΑ, αρνείται ότι παραβίασε οποιαδήποτε σύμβαση.