Με αποκορύφωμα τον μαθηματικό τύπο που επέλεξε για τον υπολογισμό των δασμών, η κυβέρνηση Τραμπ έχει κάνει σαφή την πρόθεση να μειώσει τα ελλείμματα των ΗΠΑ στις σχέσεις με τους εμπορικούς εταίρους της

Είναι όμως πρόβλημα το εμπορικό έλλειμμα για την αμερικανική οικονομία; Και αν είναι, θα το μειώσουν οι φόροι στις εισαγωγές;

«Τα εμπορικά ελλείμματα από μόνα τους δεν είναι απαραίτητα κάτι αρνητικό, εάν για παράδειγμα αντικατοπτρίζουν υψηλές παραγωγικές επενδύσεις. Το πρόβλημα των ΗΠΑ είναι στην πραγματικότητα το έλλειμμα του προϋπολογισμού της κυβέρνησης, το οποίο και συμβάλλει με τη σειρά του στην αύξηση του εμπορικού ελλείμματος. Η Ελλάδα γνωρίζει πολύ καλά πώς καταλήγουν τα πράγματα όταν αντικατοπτρίζουν έναν εκτός ελέγχου δημόσιο προϋπολογισμό. Επομένως, μια πιο λογική προσέγγιση θα ήταν ο περιορισμός του δημοσιονομικού ελλείμματος του δημόσιου τομέα των ΗΠΑ», τονίζει στην «Κ» ο Μορίς Ομπστφελντ, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας, ανώτερος συνεργάτης στο Peterson Institute for International Economics και πρώην Chief Economist στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Θεωρεί μάλιστα ότι οι δασμοί Τραμπ ούτως ή άλλως δεν θα μειώσουν απαραίτητα το εμπορικό έλλειμμα στο οποίο στοχεύουν. Το σκεπτικό του έχει ως εξής: Το συνολικό εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ σε αγαθά, το οποίο ήταν 4,2% του ΑΕΠ το 2024, αντανακλά το ότι οι Αμερικανοί ξοδεύουν περισσότερα απ’ όσο παράγουν, γεγονός που τους υποχρεώνει να εισάγουν τη διαφορά από το εξωτερικό. Αν οι ΗΠΑ δεν μειώσουν συγκεκριμένα τις δαπάνες τους σε σχέση με το εισόδημά τους, τότε το εμπορικό έλλειμμα απλά θα παραμείνει. Και δεδομένου ότι το συνολικό εμπορικό έλλειμμα είναι το άθροισμα των πλεονασμάτων και των ελλειμμάτων με όλους τους εμπορικούς εταίρους, η προσπάθεια της κυβέρνησης Τραμπ να εξαλείψει σε διμερές επίπεδο τα ελλείμματα είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, όσο οι Αμερικανοί θα καταναλώνουν περισσότερο απ’ όσο παράγουν.

Οικονομολόγοι όπως ο Ομπστφελντ επισημαίνουν ότι στην πράξη οι αγοραστές στις ΗΠΑ θα μετατοπίσουν τις εισαγωγές τους από χώρες με υψηλούς δασμούς σε χώρες με χαμηλούς δασμούς, αφού προηγουμένως θα έχουν επιβαρυνθεί με υψηλότερα κόστη μεταφοράς. Θα αποφασίσει τότε η αμερικανική κυβέρνηση να αυξήσει τους δασμούς και στην Ακτή Ελεφαντοστού ή στη Λιβερία όπου θα στραφούν οι Αμερικανοί για φτηνότερες αγορές καουτσούκ; Στο μεταξύ, θα έχουν παραμείνει οι δυσθεώρητοι δασμοί για τις εισαγωγές από την Ταϊλάνδη και την Ινδονησία; Εχει υπολογιστεί το κόστος της αβεβαιότητας που θα συνεχίσει να κυριαρχεί στην αγορά των ΗΠΑ; Είναι μόνο κάποια από τα ερωτήματα που προκύπτουν από την αμφιλεγόμενη συνταγή πολιτικής που προκρίνει το οικονομικό επιτελείο Τραμπ.

Βέβαια, εάν η αμερικανική οικονομία γυρίσει σε ύφεση λόγω του εμπορικού πολέμου, το συνολικό εμπορικό της ισοζύγιο μπορεί να βελτιωθεί σε έναν βαθμό, με όχημα τη μείωση της κατανάλωσης και των επενδύσεων. Οι ξένες οικονομίες, οι οποίες θα έχουν απαντήσει με δασμούς – αντίποινα, θα έχουν πληγεί επίσης. Στο τέλος της ημέρας, από την οπτική του εμπορικού ελλείμματος, ο ανταγωνισμός θα ήταν για την υψηλότερη ύφεση μεταξύ των εμπορικών εταίρων… σε μια παγκόσμια πορεία προς τον πάτο.

Σύμφωνα με το Peterson Institute for International Economics, το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας δεν είναι το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, καθώς αντιστοιχεί μόλις στο 34%. Το συμπέρασμα έχει αξία σε σχέση με το επιχείρημα ότι το εμπορικό έλλειμμα της Αμερικής προκύπτει από τη χαμηλή αποταμίευση, υπό την έννοια ότι οι εμπορικοί εταίροι της εξάγουν στις ΗΠΑ και τελικά αποταμιεύουν εις βάρος της αμερικανικής οικονομίας. Ωστόσο η χαμηλή αποταμίευση στις ΗΠΑ αποδίδεται στο έλλειμμα του προϋπολογισμού, το οποίο διαμορφώθηκε στο 6,4% του ΑΕΠ το 2024. Κι αυτό λόγω της υψηλής κατανάλωσης και των υψηλών επενδύσεων, δηλαδή τα στοιχεία στα οποία οφείλονται άλλωστε οι υψηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης στις ΗΠΑ σε σχέση –για παράδειγμα– με την Ευρώπη.

Συμπέρασμα: Τουλάχιστον για οικονομολόγους της σχολής Ομπστφελντ, σε μια υποτίμηση του δολαρίου και σε ένα μικρότερο εμπορικό έλλειμμα θα έπρεπε ιδανικά να οδηγήσει μια δημοσιονομική διόρθωση της αμερικανικής κυβέρνησης. Στο σενάριο αυτό, η όποια αρνητική επίδραση στην απασχόληση θα μπορούσε να αντισταθμιστεί από μια μείωση των επιτοκίων την οποία θα αποφάσιζε η Fed. Μια ύφεση θα μπορούσε τελικά να αυξήσει την αποταμίευση μέσω της συμπίεσης της κατανάλωσης και της μείωσης των επενδύσεων. Ομως ακόμη και αν ένα χαμηλότερο εμπορικό ισοζύγιο άξιζε τον κόπο συγκεκριμένα για τις ΗΠΑ, αυτή μάλλον δεν θα ήταν μια ορθόδοξη μέθοδος για να το πετύχεις.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr