(μείωση 1% το 2024 με στοιχεία από το Office for Budget Responsibility, η πρόβλεψη για το 2025 είναι αύξηση 0,2%). Η χώρα είναι έρμαιο των ορέξεων των διεθνών χρηματοοικονομικών «παικτών». Τα δε θύματα της κατάστασης αυτής είναι ό,τι έχει απομείνει από την εργατική τάξη και η μεσαία τάξη, η οποία υφίσταται συνεχή επιδείνωση του βιοτικού της επιπέδου.
Η πολύ θλιβερή κατάσταση αυτή στην Αγγλία είναι αποτέλεσμα επιλογών πολιτικής που λήφθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του ’70 και υλοποιήθηκαν ασχέτως κυβερνώντος κόμματος. Η βιομηχανία εγκαταλείφθηκε. Τα διυλιστήρια έκλεισαν, τα θρυλικά ναυπηγεία στη Σκωτία και τη Βόρειο Ιρλανδία τώρα ρημάζουν, οι χαλυβουργίες στο Port Talbot στη Νότιο Ουαλία (3.500 εργαζόμενοι) και στο Scunthorpe στο Βόρειο Lincolnshire (2.700 εργαζόμενοι) επιβιώνουν από μήνα σε μήνα χάρη σε βοηθήματα της κυβέρνησης, βοηθήματα τα οποία πέραν πάσης αμφιβολίας θα σταματήσουν σύντομα. Οι ιδιοκτήτες των μονάδων αυτών είναι ξένοι επιχειρηματίες. Βέβαια, ψάχνουν τώρα απεγνωσμένα τρόπο να απεγκλωβιστούν από επενδύσεις που οδηγήθηκαν στην αποτυχία ενώ θα μπορούσαν, εάν η κυβερνητική διάθεση ήταν ευνοϊκή, να επιτύχουν. Τί εννοώ με αυτό;
Πρώτον, η βιομηχανία στην Αγγλία στιγματίστηκε ως μολύνουσα το περιβάλλον. Το βιομηχανικό κόστος της ενέργειας επιβαρύνθηκε με υψηλότατα τέλη, το προϊόν των οποίων πήγαινε σε διάφορους πονηρούς «επενδυτές» σε μορφές καθαρής ενέργειας, κυρίως υπεράκτιες ανεμογεννήτριες. Δανοί (Orsted), Γερμανοί (n-power), Γάλλοι (ENGIE), ως άλλοι μνηστήρες στην αυλή της Πηνελόπης, ήρθαν για να εισπράξουν τις γενναιόδωρες επιδοτήσεις υποσχόμενοι ότι θα χτίσουν αιολικά πάρκα. Το αγγλικό δημόσιο ουσιαστικά προαγόραζε ποσότητες ενέργειας σε εγγυημένες τιμές, από παρόχους που δεν ανέλαβαν το παραμικρό επιχειρηματικό ρίσκο. Το κόστος αυτής της πολιτικής το υπέστησαν, και το υφίστανται ακόμα, όσες αγγλικές βιομηχανίες έχουν απομείνει.
Δεύτερον, τα αγγλικά εμπορεύσιμα αγαθά δεν στηρίχτηκαν ούτε με επιδοτήσεις κατά την εξαγωγή τους ούτε με δασμούς εις βάρος των ανταγωνιστικών προς αυτά εισαγωγών. Είναι τέτοια η ιδεοληψία με το ελεύθερο εμπόριο ώστε οι Συντηρητικοί (2010-2024) δεν άσκησαν προτιμησιακή πολιτική ούτε για τις προμήθειες του εθνικού δικτύου σιδηροδρόμων! Κοντόφθαλμη, αυτοκτονική πολιτική.
Ενώ η βιομηχανία κατέρρεε, ο τζόγος του real estate γιγαντωνόταν. Αεριτζήδες κατασκευαστές, εκμεταλλευόμενοι την τεχνητή έλλειψη γης (πάλι λόγω του ρυθμιστικού πλαισίου που δήθεν προστατεύει τις πράσινες περιαστικές εκτάσεις), έχτισαν απρόσωπα, καταθλιπτικά οικιστικά συγκροτήματα σε όλες τις πόλεις της Μεγ. Βρεταννίας και πουλάνε κατοικίες σε όλο αυξανόμενες τιμές.
Γκρεμίζουνε κτίρια που είναι απολύτως λειτουργικά μόνο και μόνο για να χτίσουνε καινούρια στη θέση τους και να πουλήσουνε τα τετραγωγικά πανάκριβα. Tο 80% των δανείων των αγγλικών τραπεζών πάνε σε στεγαστικά δάνεια και real estate development. Η συνολική αξία όλου του κτιριακού αποθέματος (παλιού και νέου) στη Μεγ. Βρεταννία έχει φτάσει τις 3,5 φορές του ΑΕΠ: είναι £ 9,10 τρις ενώ το βρεταννικό ΑΕΠ είναι £ 2,6 τρις (στοιχεία από τo FT Property, 17/02/25). Με την άνοδο των επιτοκίων που είχαμε τα τελευταία 2 χρόνια διεθνώς το ποσοστό αυτό κοντοστάθηκε κάπως, αλλά ήδη ξαναπήρε την ανηφόρα. Ας αναλογιστούμε λίγο ότι όλος αυτός ο τρομακτικός πλούτος που είναι δεσμευμένος στο real estate δεν παράγει τίποτα, ούτε απασχολεί κανέναν (εκτός από καλοπληρωμένους μεσίτες). Αντιθέτως, εκτοπίζει παραγωγικές δραστηριότητες που ενώ είναι απείρως χρησιμότερες κοινωνικά δεν έχουν την ίδια κερδοφορία.
Εκτιμώ ότι η Ελλάδα σήμερα είναι στα πρώτα βήματα της ίδιας ακριβώς πορείας που ακολούθησε η Αγγλία από το 2010 και εξής. Εχουμε μπει στον ίδιο καταστροφικό δρόμο και μάλιστα επιταχύνουμε προς τον γκρεμό. Η διαφορά με την Αγγλία είναι ότι εδώ η καταστροφική πολιτική χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης και εκθειάζεται ως αναπτυξιακή. Το μέγα αφήγημα εξακολουθεί να είναι η πράσινη μετάβαση, υπό τον μανδύα της οποίας πραγματοποιούνται έργα που γίνονται μόνο για τις συμπαρομαρτούσες επιδοτήσεις και για κανέναν άλλο λόγο. Κραυγαλέο παράδειγμα η εγκατάλειψη της θερμοηλεκτρικής παραγωγής ενέργειας στην περιοχή της Πτολεμαϊδας, την οποία πρόσφατα γιόρτασε επιτοπίως ο διοικητής της ΔΕΗ παρουσία του Πρωθυπουργού. Τί ακριβώς γιόρτασε; Την εκούσια εγκατάλειψη της ενεργειακής αυτονομίας της Ελλάδος ή την καταδίκη χιλιάδων ανθρώπων σε υποαπασχόληση και επιβίωση χάρη σε επιδόματα? Μας είπε ότι η Πτολεμαϊδα 5, που μπήκε σε λειτουργία μόλις το 2023, θα μετατραπεί σε μονάδα αερίου. Μα αν το αέριο είναι «συμβατικό» καύσιμο, γιατί δεν μένουμε στον λιγνίτη που είναι επίσης «συμβατικό» καύσιμο και μας το παρέχει η ελληνική γη δωρεάν? Αν οι ρύποι είναι το πρόβλημα, υπάρχει τεχνολογία να εξουδετερωθούν κατά την εκπομπή τους (carbon capture). Και τέτοια έργα χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης, γιατί δεν κάνει αυτό η ΔΕΗ;
Ο Πρωθυπουργός δήλωσε ότι «το Πρόγραμμα Δίκαιης Αναπτυξιακής Μεταβάσεως αναδεικνύει τη Δυτική Μακεδονία σε πόλο αναπτύξεως, καινοτομίας και εξωστρέφειας (...). Ηταν μια απόφαση δύσκολη, τολμηρή, η οποία έπρεπε να συνοδευτεί αναπόφευκτα από ένα τέτοιο σχέδιο προκειμένου να δώσουμε στη Δυτική Μακεδονία, αλλά και στη Μεγαλόπολη, ορατότητα και προοπτική». Καθόλου τολμηρό δεν είναι αυτό που κάνει η κυβέρνηση. Τολμηρή απόφαση θα ήταν να στηριχτεί στην εκμετάλλευση των εθνικών ενεργειακών πόρων και να προσφέρει αξιόπιστο και φτηνό ρεύμα στην Ελληνική βιομηχανία η οποία υποφέρει από πανάκριβη ενέργεια (όπως και τα νοικοκυριά).
Υπάρχει ακόμα χρόνος να αποτραπεί το κακό αλλά δυστυχώς είναι πολλά τα λεφτά. Είναι βέβαιο ότι σε 10 χρόνια η Δυτ. Μακεδονία θα είναι φτωχότερη, οι νέοι θα την έχουν εγκαταλείψει και οι παλαιότεροι θα θυμούνται το εργοστάσιο της ΔΕΗ με νοσταλγία. Και ανάλογη θα είναι η κατάσταση σ’ όλη τη χώρα.
(από την εφημερίδα "ΕΣΤΙΑ")