«Βίους παράλληλους» διάγουν τον τελευταίο καιρό τα χρηματιστήρια και η αγορά πετρελαίου. Οπως παραδέχονται αναλυτές, η πορεία των δεικτών και άλλοι εξωγενείς παράγοντες, όπως το δολάριο, έχουν εξελιχθεί σε παράγοντα εξίσου σημαντικό με τα θεμελιώδη μεγέθη προσφοράς και ζήτησης για τον μαύρο χρυσό. Και οι προσδοκίες για ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας, τις οποίες γεννά η πρόσφατη σειρά θετικών έως και εντυπωσιακών εταιρικών αποτελεσμάτων αλλά και στοιχείων για την αμερικανική οικονομία, αντισταθμίζουν το γεγονός ότι στο πετρελαϊκό «μέτωπο», η ζήτηση δεν δείχνει να ενισχύεται.

«Βίους παράλληλους» διάγουν τον τελευταίο καιρό τα χρηματιστήρια και η αγορά πετρελαίου. Οπως παραδέχονται αναλυτές, η πορεία των δεικτών και άλλοι εξωγενείς παράγοντες, όπως το δολάριο, έχουν εξελιχθεί σε παράγοντα εξίσου σημαντικό με τα θεμελιώδη μεγέθη προσφοράς και ζήτησης για τον μαύρο χρυσό. Και οι προσδοκίες για ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας, τις οποίες γεννά η πρόσφατη σειρά θετικών έως και εντυπωσιακών εταιρικών αποτελεσμάτων αλλά και στοιχείων για την αμερικανική οικονομία, αντισταθμίζουν το γεγονός ότι στο πετρελαϊκό «μέτωπο», η ζήτηση δεν δείχνει να ενισχύεται.

Οι τιμές του αργού ολοκλήρωσαν προχθές τη δεύτερη συναπτή εβδομάδα κερδών, παραμένοντας πάνω από τα 67 δολάρια το βαρέλι στη Νέα Υόρκη και προσεγγίζοντας τα 70 δολάρια στο Λονδίνο. Κάποιες μικρές απώλειες της Παρασκευής, λόγω των απογοητευτικών αποτελεσμάτων που ανακοίνωσαν η Microsoft και η American Express, περιορίστηκαν από τη συρρίκνωση της προσφοράς βενζίνης των ευρωπαϊκών διυλιστηρίων, κίνηση σκόπιμη για να αποφευχθεί η διοχέτευση υπερβολικών ποσοτήτων στην αγορά. Αντίστοιχη υποχώρηση είχαν πυροδοτήσει στα μέσα της εβδομάδας τα στοιχεία του υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ για αύξηση των αμερικανικών αποθεμάτων αργού και προϊόντων διύλισης στα υψηλότερα επίπεδα τουλάχιστον από το 1990.

Η άνοδος των τιμών υπήρξε ραγδαία σε σχέση με τα 58,78 δολάρια το βαρέλι, όπου κινούνταν το πετρέλαιο μόλις πριν από δύο εβδομάδες. Σύμφωνα με τους αναλυτές, «παρότι δεν έχουμε δει ακόμα τη ζήτηση να τονώνεται, οι καλές ειδήσεις για την οικονομία είναι αρκετές για να αλλάξουν το κλίμα για πολλούς ανθρώπους». Κάποιοι εκφράζουν την εκτίμηση πως, τις ερχόμενες εβδομάδες, οι τιμές του αργού θα συνεχίσουν να ενισχύονται, θέτοντας σε δοκιμασία ακόμα και τα υψηλά οκταμήνου των 73,23 δολαρίων το βαρέλι, τιμή που καταγράφηκε στις 30 Ιουνίου.

Αλλοι αναλυτές επισημαίνουν πως, παρότι η πετρελαϊκή ζήτηση παραμένει υποτονική, «οι εξαιρετικά ευμετάβλητες τιμές δύσκολα θα κατορθώσουν να αντιστρέψουν το γενικότερο κλίμα». Αλλωστε, το παράδειγμα των ευρωπαϊκών διυλιστηρίων ακολουθούν και άλλα στον κόσμο: στην Ιαπωνία, τρίτη μεγαλύτερη καταναλώτρια χώρα του κόσμου, όπου οι εισαγωγές αργού συρρικνώθηκαν σχεδόν κατά 20% τον Ιούνιο λόγω μείωσης της ζήτησης, τα διυλιστήρια περιόρισαν τις δραστηριότητές τους στο 71% της παραγωγικής τους δυνατότητας.

Αρκετοί, πάλι, είναι εκείνοι που εκφράζουν επιφυλάξεις για τη δυνατότητα των τιμών να διατηρήσουν τους πρόσφατους ρυθμούς ανόδου. Οπως επισημαίνουν αναλυτές της ελβετικής Petromatrix, «αν η σημερινή αισιοδοξία που ωθεί ανοδικά τις μετοχές αποδειχθεί εντελώς αβάσιμη, τότε η ενίσχυση του πετρελαίου δεν θα συνεχιστεί». Ολα αυτά, βεβαίως, θα εξαρτηθούν από την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας. «Αν τα χειρότερα για την ύφεση έχουν πράγματι παρέλθει, το ίδιο θα πρέπει να ισχύει και για τις πετρελαϊκές αγορές».

Παρά το άλμα τους σε σχέση με τα 33 δολάρια των αρχών του έτους, πάντως, οι τιμές δεν θεωρείται ότι έχουν ενισχυθεί αρκετά και για μεγάλο διάστημα ώστε να δώσουν νέα ώθηση σε έρευνες προς αναζήτηση νέων κοιτασμάτων. Σύμφωνα με τον Αντριου Γκουλντ, επικεφαλής της μεγαλύτερης παρόχου πετρελαϊκών υπηρεσιών, Schlumberger Ltd, παρότι τα 60 δολάρια είναι θετική εξέλιξη, «πολύ πιο ενθαρρυντική για την αναβίωση της δραστηριότητας θα είναι μια άνοδος των τιμών στα 70 δολάρια το βαρέλι». Οπως διευκρινίζει ο ίδιος, τα περισσότερα «εύκολα» κοιτάσματα έχουν πλέον εξαντληθεί και οι έρευνες θα πρέπει να στραφούν σε δυσκολότερες περιοχές, όπως ο βυθός των θαλασσών ή η πετρελαιοφόρος άμμος της Αλμπέρτα, όπου το κόστος είναι σαφώς υψηλότερο. Ο κ. Γκουλντ επισημαίνει και το γεγονός ότι, λόγω της οικονομικής κρίσης, έχει αυξηθεί παράλληλα το κόστος δανεισμού για τη χρηματοδότηση των νέων μεγάλων προγραμμάτων.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 26/07/2009)