Iσως το πιο ανησυχητικό μήνυμα από την έκθεση του Συμβουλίου Εθνικής Ενεργειακής Στρατηγικής να είναι, τελικά, το σενάριο για την προοπτική ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, επί του οποίου επέλεξαν να διατυπώσουν την εκτίμησή τους ότι η ενεργειακή δίψα της χώρας μας θα μειωθεί. Σημαίνει αυτό ότι θα προλάβουμε να κατασκευάσουμε και να επωφεληθούμε από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ); Δεν είναι σίγουρο. Δυστυχώς, ο σύγχρονος Ελληνας θεωρεί αυτονόητο ότι αρκεί να σηκώσει τον διακόπτη για να έχει ό, τι χρειάζεται, όταν το επιθυμεί. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κόσμος δεν βρίσκεται στην εποχή όπου είχε νόημα ο ορισμός του Λένιν που ήθελε τον σοσιαλισμό να προκύπτει ως το άθροισμα του ηλεκτρισμού και των τρακτέρ! Η μεγάλη, όμως, αλλαγή είναι η αναδιατύπωση των όρων υπό τους οποίους θα ισχύει πλέον ο συνήθης πολιτισμός μας.
Αν ρωτήσετε του Σουηδούς, που δεκαπέντε χρόνια τώρα έμαθαν τι πρέπει να κάνουν ώστε να μην πληρώνουν μαζί με τους τεράστιους φόρους τους και τον ειδικό «φόρο άνθρακα», θα έχετε ήδη μάθει όσα θα συμβούν και στη δική μας χώρα. Το Συμβούλιο δεν τα έχει περιλάβει στην έκθεσή του. Οχι πως έχει την υποχρέωση, αλλά δεν το κάνει και κανείς άλλος. Μέχρι η κυβέρνηση Καραμανλή να κατανοήσει πρακτικά τη σημασία ενός ανεξάρτητου υπουργού Περιβάλλοντος, είναι καθήκον του υπουργού Ανάπτυξης Κωστή Χατζηδάκη να ζητήσει ένα Εθνικό Σχέδιο για την Κλιματική Αλλαγή, αφού η ενέργεια είναι, ειδικά αυτή την περίοδο, το παν για το περιβάλλον.
«Αν και οι άμεσες επιπτώσεις της διεθνούς οικονομικής κρίσης υπήρξαν ηπιότερες στην Ελλάδα, (...) η διεθνής κρίση θα έχει μακροπρόθεσμες αρνητικές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία γενικά και στον τομέα της ενέργειας κατ’ ακολουθίαν», σημειώνει στο εισηγητικό του σημείωμα ο πρόεδρος του Συμβουλίου Ραφαήλ Μωυσής. Πράγματι, η χώρα μας θα χρειαστεί μια καινούργια μηχανή για να επιστρέψει σε ρυθμούς ανάπτυξης που θα επιτρέψουν την περαιτέρω μείωση της εισοδηματικής μας απόστασης από την πλούσια Ευρώπη. Μας χωρίζει χάος όταν συγκρίνουμε την ικανότητα της κρατικής διοίκησης, την αποτελεσματικότητα των υποδομών και, τελικώς, τον σεβασμό στην ποιότητα του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζούμε. Για να βελτιώσουμε όλα τούτα, θα χρειαστεί να πληρώσουμε πολύ ακριβά. Επομένως και πολύ περισσότερους φόρους.
Αλλά και πολλά από τα «δημόσια» αγαθά, όπως είναι ακόμη το ρεύμα που παράγει η ΔΕΗ, θα ακριβύνουν. Πρόσφατο παράδειγμα. Ο διαχειριστής του συστήματος διανομής ηλεκτρισμού (ΔΕΣΜΗΕ) ζητεί από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) τον πενταπλασιασμό του «ειδικού τέλους ΑΠΕ» (μέσω του οποίου το Δημόσιο εισπράττει από τον καταναλωτή - φορολογούμενο όσα με το άλλο χέρι δίνει για την επιδότηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας). Αυτό γιατί, όπως λένε, προκύπτει από μελέτη την οποία ζήτησε ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Σπύρος Κουβέλης να δημοσιοποιηθεί (Σ. Σ.: Κάποτε θα πρέπει πρώτα να δίνονται οι μελέτες στη δημοσιότητα και ύστερα να αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες), πρέπει να καλυφθεί η πολύ μεγάλη διαφορά μεταξύ του τρέχοντος «χονδρεμπορικού» κόστους και της κλειδωμένης τιμής με την οποία πωλούν οι παραγωγοί ηλεκτρικού από αιολική (κυρίως) ενέργεια, εξέλιξη που μειώνει το υπόλοιπο του ειδικού λογαριασμού (Σ. Σ.: Κάποτε θα πρέπει να δημοσιεύεται σε συνεχή χρόνο το περιεχόμενο παρόμοιων –ανταποδοτικών υποτίθεται– λογαριασμών) με σκοπό την ενίσχυση των Ανανεώσιμων. Να σημειώσουμε για την ιστορία πως μόλις το 2006 το συγκεκριμένο τέλος είχε μειωθεί στο μισό πριν από λίγα χρόνια!
Ηδη πριν από λίγες μέρες ο και επικουρικά Περιβάλλοντος υπουργός Γιώργος Σουφλιάς ανακοίνωσε τη σημαντική αύξηση των τελών κυκλοφορίας για όσους νομίμως κυκλοφορούν οχήματα με υψηλότερο δείκτη ρύπανσης. Πριν ακόμη λίγες μέρες, ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Παπαθανασίου είχε αυξήσει το ειδικό τέλος στις βενζίνες, χρησιμοποιώντας και αυτός ένα «περιβαλλοντικό» επιχείρημα. Καμία αντίρρηση, αν και δημιουργείται με τον πιο συστηματικό τρόπο που γνωρίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, δηλαδή χαοτικά, ένα περιβάλλον φορολογικού μίσους σε βάρος του περιβάλλοντος. Το κράτος οφείλει να κόψει από αλλού και να δώσει στην πράσινη προτεραιότητα. Να μοιραστεί το κόστος με τον φορολογούμενο και όχι από τη μια να μολύνει με τις σπατάλες του και από την άλλη να ζητάει να πληρώσουμε εμείς την απορρύπανση της περιβαλλοντικής ασυνειδησίας του.
Σε κοινοτική μελέτη / απόφαση σημειώνεται πως αν η δομή της ηλεκτροπαραγωγής της Ελλάδας παραμείνει η ίδια με σήμερα, θα πληρώνουμε πάνω από 2 δισεκατομμύρια ευρώ τον χρόνο σε δικαιώματα να μολύνουμε τον πλανήτη, ποσό που μεταφράζεται σε ένα επιπλέον κόστος 35 ευρώ ανά μεγαβατώρα και που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση του ρεύματος κατά 35%-50% από τις σημερινές τιμές. Το κυριότερο, όμως, παραμένει ένα και είναι βεβαίως η κατάρτιση ενός μακρόπνοου σχεδίου για την πράσινη ενέργεια σε μια πράσινη οικονομία. Επιδιώκοντας να διαχειριστούν το τελευταίο κρατικό Ελντοράντο εύκολου κέρδους και τρέχοντας πίσω από τα συμφέροντα των μεγάλων προμηθευτών, είναι σίγουρο ότι θα αποτύχουμε. Ας το κατανοήσουμε: κυβέρνηση, αντιπολίτευση, συνδικαλιστές, κάτοικοι των όμορφων τόπων που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτε στην αυλή τους και καταναλωτές που δικαίως δυσανασχετούμε.
(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 02/08/2009)